Όπως είπε, η επιτυχία, πέρα από την υπερκάλυψη και το επίπεδο του επιτοκίου, έγκειται κυρίως στο πρωτοφανές και υψηλό ποσοστό συμμετοχής ξένων επενδυτών που κυμάνθηκε στο 70% ενώ επιπρόσθετα το 50% της έκδοσης καλύφθηκε από υψηλού κύρους και διεθνούς εμβέλειας επενδυτές. Η έκδοση αποτελείται από ομόλογα βιωσιμότητας, η απόδοση των οποίων συνδέεται και με την επίτευξη συγκεκριμένου περιβαλλοντικού στόχου.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τις προδιαγραφές της έκδοσης η ΔΕΗ δεσμεύεται να μειώσει τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα κατά 40% το 2022 σε σχέση με το 2019 και, αν δεν το καταφέρει, να καταβάλει αυξημένους τόκους στους στους επενδυτές.
Υπενθυμίζεται ότι το business plan της ΔΕΗ προβλέπει ήδη τη μείωση των εκπομπών κατά 62% στην περίοδο 2019 - 2023 (από 19,7 εκατ. τόνους σε 7,5 εκατ.), η οποία θα επιτευχθεί κατά κύριο λόγο με την απόσυρση του συνόλου των λιγνιτικών μονάδων εκτός από την Πτολεμαίδα 5 που προβλέπεται να τεθεί σε λειτουργία το 2022, για να μεταπηδήσει σε πιο «πράσινες» τεχνολογίες το 2028.
Η έκδοση της ΔΕΗ με αρχικό στόχο 500 εκατ. ευρώ συγκέντρωσε προσφορές άνω των 6 δισ. ευρώ, που σημαίνει ότι υπερκαλύφθηκε κατά 6 φορές, κυρίως από ξένους επενδυτές. Η ΔΕΗ αποφάσισε να αντλήσει 650 εκατ. ευρώ, με επιτόκιο 3,875%, χρήματα που θα διατεθούν για την αποπληρωμή παλαιότερων δανείων, επενδύσεις και γενικούς εταιρικούς σκοπούς, όπως, μεταξύ άλλων, τον "πράσινο" μετασχηματισμό της, με χρηματοδότηση έργων ΑΠΕ, αλλά και για την προώθηση των σχεδίων της για την ηλεκτροκίνηση. Όμως, το άνοιγμα του βιβλίου προσφορών δεν απετέλεσε μια ακόμη πρόσκληση στο επενδυτικό κοινό της αγοράς ομολόγων, αλλά και μια σημαντική εξέλιξη στην προσπάθεια της διοίκησης της Επιχείρησης να προβάλει μια νέα χρηματοοικονομική εικόνα προς τα έξω τέτοια ώστε να γίνει ελκυστική στις αγορές και να τη βοηθήσει να αποκτήσει χαρακτηριστικά σύγχρονης και κυρίως, "πράσινης" εταιρικής οντότητας.
Αναλυτές της αγοράς εκτιμούν ότι είναι η πρώτη φορά που ομόλογο ελληνικής εταιρείας απορροφά τέτοιο όγκο κεφαλαίων και από τόσους πολλούς επενδυτές, αλλά και αποτυπώνει ευκρινώς την αλλαγή στάσης του επενδυτικού κεφαλαίου σε ό,τι αφορά στην Ελλάδα, καθώς συμφωνίες όπως αυτή της ΔΕΗ συμβάλουν καθοριστικά στην αναβάθμιση της διεθνούς εικόνας της χώρας.
Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειωθεί ότι η έξοδος της ΔΕΗ στις αγορές πραγματοποιήθηκε δύο χρόνια μετά την προειδοποίηση της Ernst & Young, τον Απρίλιο του 2019, από τη θέση του ορκωτού λογιστή της Επιχείρησης, ότι συντρέχει κίνδυνος βιωσιμότητάς της. Η προηγούμενη έξοδος πραγμαρτοποιήθηκε το 2014, από την οποία η ΔΕΗ άντλησε 700 εκατ. ευρώ