Όπως τονίζουν ανώτερα στελέχη του ΑΔΜΗΕ τρία είναι τα ζητούμενα από το τεράστιο έργο ηλεκτρικής διασύνδεσης της Κρήτης με το ηπειρωτικό σύστημα που ευρίσκεται σε φάση υλοποίησης μέσα από την εταιρεία ειδικού σκοπού του Διαχειριστή, γνωστή ως "Αριάδνη Interconnector".
Πρώτον, η εξασφάλιση ενεργειακής επάρκειας αφού σε περίπτωση αδυναμίας λειτουργίας των τοπικών σταθμών ηλεκτροπαραγωγής η παροχή ηλεκτρικού ρεύματος θα είναι εξασφαλισμένη μέσω της διασύνδεσης. Αυτός εξ´ άλλου ήταν και ο πρωταρχικός στόχος του μεγαλόπνοου αυτού έργου το οποίο ξεκίνησε να συζητείται στα τέλη της δεκαετίας του 1970 ενώ η διοίκηση του Καθηγ. Δημ. Παπαμαντέλλου την περίοδο 1982/1984 εκπόνησε τις πρώτες μελέτες και έκτοτε έγιναν προσπάθειες από διαφορετικές κυβερνήσεις χωρίς όμως αποτέλεσμα.
Δεύτερο ζητούμενο είναι η απεξάρτηση του ηλεκτρικού συστήματος της μεγαλονήσου από τις 24 ρυπογόνες πετρελαϊκές ηλεκτροπαραγωγικές μονάδες που λειτουργούν σήμερα διεσπαρμένες σε τρεις βασικές τοποθεσίες (Χανιά, Λινοπεράματα πλησίον του Ηρακλείου και στον Αθερινόλακο στον νόμο Λασιθίου) με συνολική εγκατεστημένη ισχύ που φθάνει τα 708 MW. Βάσει των Κοινοτικών Οδηγιών IED του 2010 και της MCPD 2015 η καύση πετρελαίου για παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας στα κράτη μέλη της ΕΕ πρέπει να λήξει οριστικά από το 2021 και εντεύθεν μέχρι το 2030 ανάλογα με τις χρησιμοποιούμενες τεχνολογίες και τα επίπεδα εκπομπών ρύπων κάθε μιας. Στην περίπτωση της Κρήτης και των ελληνικών μη διασυνδεδεμένων νήσων (ΜΔΝ) γενικότερα έχουν εξασφαλισθεί εξαιρέσεις (derogations) μερικών ετών για κάθε μονάδα ξεχωριστά για λόγους επάρκειας ισχύος, αλλά και για να δοθεί επαρκής χρόνος στις εταιρείες ηλεκτρισμού να προσαρμόσουν την παραγωγή τους σε καθαρές τεχνολογίες.
Τρίτος λόγος για την ηλεκτρική διασύνδεση της Κρήτης είναι ότι αυτή προσφέρει την δυνατότητα για αυξημένη διείσδυση ΑΠΕ - που σήμερα περιορίζεται στα 280 MW και αντιστοιχεί στο 28,5% της συνολικής ισχύος της νήσου. Όμως τόσο τα επίπεδα της προσπίπτουσας ηλιακής ακτινοβολίας όσο και το αιολικό δυναμικό θεωρούνται ιδιαίτερα υψηλά με ορισμένες μελέτες να κάνουν λόγο για έργα ΑΠΕ που εύκολα μπορούν να ξεπεράσουν το 1,0 GW στα αμέσως επόμενα χρόνια. Χωρίς όμως την ύπαρξη ηλεκτρικής διασύνδεσης με το ηπειρωτικό σύστημα η ανάπτυξη του σημαντικού ηλιακού και αιολικού δυναμικού της Κρήτης είναι κενό γράμματος αφού δεν θα υπάρχει δυνατότητα απορρόφησης και μεταφοράς της υπερβάλλουσας παραγωγής.
Όμως βάσει των τελευταίων δεδομένων που ανακοίνωσε ο ΑΔΜΗΕ για την πρόοδο και ολοκλήρωση του φιλόδοξου σχεδίου ηλεκτρικής διασύνδεσης της Κρήτης καθίσταται εμφανές ότι δεν θα μπορέσει να υπάρξει ουσιαστική μεταβολή στο υπάρχον σύστημα, και άρα απόσυρση των περισσότερων πετρελαϊκών ηλεκτροπαραγωγικών ζευγών, μέχρι το τέλος του 2023 οπότε και αναμένεται να έχει ολοκληρωθεί η μεγάλη διασύνδεση. Αλλά και με την ολοκλήρωση της μεγάλης διασύνδεσης σύμφωνα με τον προγραμματισμό του ΑΔΜΗΕ θα εξακολουθούν να λειτουργούν πετρελαϊκές μονάδες συνολικής ισχύος 390 MW μέχρι το 2030 ενώ υπάρχει σχεδιασμός για την κατασκευή μιας νέας μεγάλης μονάδας φυσικού αερίου (CCP) 250 MW, και αυτή μέχρι το 2030.
Βάσει των ανωτέρω δεδομένων φαίνεται να δικαιώνονται αυτοί που είχαν υποστηρίξει από την αρχή ότι το υπό κατασκευή σήμερα σύστημα των δύο καλωδίων της μεγάλης διασύνδεσης (2Χ 500 ΜW) είναι τελείως ανεπαρκές εάν είναι να επιτύχουμε πλήρη απεξάρτηση από τις πετρελαϊκές μονάδες. Για αυτό και είχε τότε προταθεί όπως η διασύνδεση βασιστεί σε δυο μεγαλύτερης χωρητικότητας καλώδια (2Χ 1000 MW) βάσει μελέτης που είχε εκπονήσει το ΙΕΝΕ για λογαριασμό της ΡΑΕ (Στρατηγική Μελέτη Ηλεκτρικών Διασυνδέσεων στη Ν.Α. Ευρώπη και ο Κρίσιμος ρόλος της Ελλάδας, εδώ).
Η αίσθηση ότι θα καθυστερήσει αρκετά ακόμα η διαδικασία απεξάρτησης από τις πετρελαϊκές μονάδες ενισχύεται εξ´ άλλου και από την πρόσφατη απόφαση της ΡΑΕ να εγκρίνει αίτημα του ΑΔΜΗΕ για πρόσθετη ισχύ από μεταφερόμενα ηλεκτροπαραγωγικό ζεύγη ισχύος 58 MW για το δίμηνο Ιουλίου-Αυγούστου εφέτος.
Για λόγους αναφοράς αξίζει να υπενθυμίσουμε ότι το έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης εξελίσσεται πάνω σε δυο άξονες. Ο πρώτος, γνωστός ως η "μικρή" διασύνδεση βασίζεται σε ένα καλώδιο εναλλασσόμενου ρεύματος AC ( 2Χ 200 MVA) και μήκους 132 χλμ. (το μεγαλύτερο υποβρύχιο καλώδιο αυτού του είδους στον κόσμο) που συνδέει την νότιο Πελοπόννησο με την Δυτική πλευρά της Κρήτης, πλησίον των Χανίων. Ο δεύτερος άξονας αποτελείται από καλώδιο AC/D.C. συνολικού μήκους 400 χλμ.- με 354 χλμ. υποθαλάσσιο- και ισχύος 1000 ΜW (2Χ 500 MW) θα συνδέει την περιοχή Αττικής (από την Πάχη των Μεγάρων) με αυτήν της Ανατολικής Κρήτης, στην περιοχή Κοράκια πλησίον του Ηρακλείου.
Τέλος, έντονος είναι προβληματισμός στο ΥΠΕΝ αφού τελευταίες εξελίξεις δείχνουν να απομακρύνεται έστω η μερική λειτουργία της μικρής διασύνδεσης εφέτος το καλοκαίρι λόγω του κορεσμένου συστήματος της Πελοποννήσου. Αλλά και μετά την διασύνδεση, και εάν υποθέσουμε ότι επιλύεται ως δια μαγείας μέσα στους επόμενους μήνες τα θέμα του δικτύου σε Αρκαδία -Αχαΐα, έχουν προκύψει προβλήματα συμβατότητας με το μοντέλο λειτουργίας της αγοράς μέσω του target model, αφού αυτό θα πρέπει να προσαρμοσθεί για να επιτρέψει την λειτουργία μόνο του 30% που καλύπτει η δυναμικότητα της μικρής διασύνδεσης με την Κρήτη και όχι στο 100%, που θα επιτευχθεί μόνο με την ολοκλήρωση της μεγάλης διασύνδεσης.