Εκτίναξη του ακαθάριστου χρέους της γενικής κυβέρνησης στο 213,1% για το 2020 και διατήρησή του πάνω από το όριο του 200% για όλη την περίοδο μέχρι και το 2022 προβλέπει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο για την Ελλάδα. Εκτιμά δε ότι θα χρειαστεί να φτάσουμε στο 2025 προκειμένου η αναλογία του χρέους ως προς το ΑΕΠ να επιστρέψει εκεί που ήταν πριν ξεσπάσει η πανδημία, δηλαδή στο 185% του ΑΕΠ.

 

 

Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο βλέπει εκτίναξη της αναλογίας του χρέους ως προς το ΑΕΠ παντού στον πλανήτη και όχι μόνο στην Ελλάδα. Αποτυπώνοντας μια από τις σημαντικότερες επιπτώσεις της πανδημίας στην οικονομία, προβλέπει ότι το χρέος ως προς το ΑΕΠ θα διαμορφωθεί στο 98,2% του ΑΕΠ στην Ευρωζώνη (από μόλις 84% που ήταν το 2019), ενώ για τις χώρες του G7 προβλέπεται ακόμη μεγαλύτερη έκρηξη, στο 139,5% του ΑΕΠ, από 118% που ήταν το 2019. Με την εκρηκτική επίδοση του 213,1%, η Ελλάδα θα καταταγεί στη 2η θέση παγκοσμίως πίσω μόνο από την Ιαπωνία, στην οποία προβλέπεται έκρηξη της αναλογίας στο 256% του ΑΕΠ.

Η αύξηση του χρέους όπως αποτυπώνεται στην ετήσια έκθεση του ΔΝΤ για τις δημοσιονομικές επιδόσεις -δόθηκε χθες στη δημοσιότητα στο πλαίσιο των εαρινών προβλέψεων του Ταμείου- είναι απόρροια τόσο της ύφεσης όσο και της αύξησης του χρέους σε απόλυτους αριθμούς προκειμένου να χρηματοδοτηθούν τα μέτρα στήριξης. Βέβαια, παρά τα εντυπωσιακά ποσοστά αναλογίας του χρέους ως προς το ΑΕΠ, δεν προκαλούνται ανησυχίες όσον αφορά τη βιωσιμότητα του χρέους. Αφενός διότι το κόστος εξυπηρέτησης έχει υποχωρήσει αισθητά (μεταξύ άλλων και λόγω της κατακόρυφης πτώσης των επιτοκίων) και αφετέρου λόγω της εκτίμησης ότι, μετά τη λήξη της πανδημίας, το ΑΕΠ θα επανέλθει και πάλι σε ανοδική τροχιά, σε αντίθεση με τα ελλείμματα που προκάλεσε η πανδημία τα οποία και θα βαίνουν μειούμενα. Πιο αναλυτικά:

Ακαθάριστο χρέος γενικής κυβέρνησης

Για το 2020, η αναλογία του χρέους ως προς το ΑΕΠ εκτιμάται στο 213,1% του ΑΕΠ από 184,9% το 2019. Να σημειωθεί ότι το ΔΝΤ μετράει το μικτό χρέος, δηλαδή το άθροισμα που προκύπτει από το χρέος της γενικής κυβέρνησης αλλά και τις οφειλές μεταξύ φορέων της γενικής κυβέρνησης (σ.σ.: ουσιαστικά τα repos). Αν απομονωθεί το χρέος της γενικής κυβέρνησης και εξαιρεθούν τα repos, τότε το ποσό εκτιμάται ότι έχει διαμορφωθεί για το 2020 στα επίπεδα των 338 δισ. ευρώ. Με το ΑΕΠ στην περιοχή των 168 δισ. ευρώ, η αναλογία του χρέους της γενικής κυβέρνησης εκτιμάται στο επίπεδο του 201%-202% του ΑΕΠ για το 2020. Με βάση πάντως τον οικονομικό δείκτη που ακολουθεί το ΔΝΤ, η αναλογία θα διαμορφωθεί για το 2021 στο 210,1% του ΑΕΠ.

Η υποχώρηση αναμένεται ότι θα προέλθει από την αύξηση του παρονομαστή, δηλαδή του ΑΕΠ, καθώς σε απόλυτους αριθμούς το χρέος εκτιμάται ότι θα συνεχίσει να αυξάνεται και μέσα στο 2021 λόγω των σημαντικών ελλειμμάτων τόσο σε πρωτογενές επίπεδο όσο και σε επίπεδο γενικής κυβέρνησης. Με βάση τις εκτιμήσεις του ΔΝΤ, η αποκλιμάκωση θα συνεχιστεί για όλη την περίοδο μέχρι και το 2026. Η ταχύτητα αποκλιμάκωσης εκτιμάται ότι θα είναι ταχύτερη από το 2022 και μετά, καθώς η μείωση των ελλειμμάτων θα περιορίσει τις ανάγκες της χώρας για έκδοση νέου χρέους, ενώ, από την άλλη, οι ρυθμοί ανάπτυξης θα βελτιώνουν το κλάσμα.

Για το 2022 προβλέπεται ότι το μικτό χρέος της γενικής κυβέρνησης θα διαμορφωθεί στο 200,5% (και αυτή θα είναι η τελευταία χρονιά που βλέπει το ΔΝΤ ότι θα κινηθεί η Ελλάδα πάνω από το όριο του 200%). Για το 2023 προβλέπεται 193,1%, για το 2024 189,1% και για το 2025 184.8%. Το 2026, έτος ολοκλήρωσης του Σχεδίου Ανάκαμψης, η αναλογία του χρέους αναμένεται ότι θα διαμορφωθεί στο 179,6%, δηλαδή στα επίπεδα του 2015.

Έλλειμμα γενικής κυβέρνησης

Για το 2020, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο εκτιμά ότι το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης θα διαμορφωθεί στο 9,9% έναντι πλεονάσματος 0,6% που αποτυπώθηκε κατά την εκτέλεση του προϋπολογισμού το 2019. Για φέτος, το ΔΝΤ βλέπει εξίσου υψηλό έλλειμμα γενικής κυβέρνησης (στο επίπεδο του 8,9%), ενώ για το 2022 -έτος κατά το οποίο επίσης έχει ανακοινωθεί ότι θα ισχύσει η ρήτρα διαφυγής- προβλέπεται έλλειμμα 2,6%. Με βάση τις εκτιμήσεις του ΔΝΤ, ο προϋπολογισμός θα εξακολουθήσει να εμφανίζει ελλείμματα σε επίπεδο γενικής κυβέρνησης για όλη την περίοδο μέχρι και το 2026, δηλαδή για όλη την περίοδο που προγραμματίζεται να ενισχύεται η χώρα με 5 δισ. ευρώ ετησίως μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης. Βέβαια, το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης θα βαίνει μειούμενο: 2% το 2023, 1,8% το 2024, 1,7% το 2025 και 1,5% το 2026.

Δαπάνες γενικής κυβέρνησης

Η έκθεση του ΔΝΤ αποτυπώνει την εκτίναξη των δημοσίων δαπανών που αναμένεται να καταγραφεί στη χρήση του 2020, απόρροια του εκτεταμένου πακέτου στήριξης, τη στιγμή μάλιστα της κατακόρυφης πτώσης του ΑΕΠ λόγω πανδημίας. Από 47,4% που ήταν η αναλογία των δημοσίων δαπανών ως ποσοστό του ΑΕΠ, η αναλογία εκτιμάται ότι έχει εκτιναχθεί στο 58,2% το 2020. Αναμένεται μάλιστα περαιτέρω αύξηση για φέτος (στο 59,1%) πριν αρχίσει η πτωτική πορεία. Για το 2022 αναμένεται σημαντική μείωση στο 52,8% του ΑΕΠ (λογικό αποτέλεσμα μετά τη σταδιακή απόσυρση των μέτρων στήριξης), ενώ για το 2023 προβλέπεται περαιτέρω πτώση στο 52%. Το 2024 η αναλογία θα υποχωρήσει στο 50,9%, το 2025 στο 50% και το 2026 στο 48,7%.

Έσοδα γενικής κυβέρνησης

Τα έσοδα της γενικής κυβέρνησης εκτιμάται ότι θα διαμορφωθούν στο 50,3% του ΑΕΠ το 2021 από 48,3% που ήταν το αντίστοιχο ποσοστό για το 2020. Για το 2022 προβλέπεται αναλογία της τάξεως του 50,2%, για το 2023 50%, ενώ για την τριετία 2024-2026 προβλέπεται σταδιακή μείωση στο 49,1%, στο 48,3% και στο 47,2% αντίστοιχα.

Πρωτογενές αποτέλεσμα

Το πρωτογενές έλλειμμα για το 2020 εκτιμάται στο επίπεδο του 7% από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Το αν το ποσοστό θα επιβεβαιωθεί, θα φανεί μέσα στα προσεχή 24ωρα που θα οριστικοποιηθούν τα μεγέθη του προϋπολογισμού της επόμενης χρονιάς. Για το 2021, το ΔΝΤ βλέπει εξίσου υψηλό πρωτογενές έλλειμμα, αν και χαμηλότερο συγκριτικά με αυτό του 2020 (6%). Για το 2022 προβλέπεται επιστροφή στα πρωτογενή πλεονάσματα, έστω και με οριακό ποσοστό (0,3%), ενώ εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι το ΔΝΤ δεν βλέπει συμμόρφωση με τους δημοσιονομικούς κανόνες της μεταμνημονιακής εποπτείας για την περίοδο και μετά το 2023. Συγκεκριμένα, για το 2023 εκτιμάται ότι θα υπάρξει πρωτογενές πλεόνασμα 1% (αντί για 2,1% που προβλέπει η μεταμνημονιακή εποπτεία), ενώ για το 2024, το 2025 και το 2026 προβλέπεται πρωτογενές πλεόνασμα 1,2%, 1,3% και 1,5% αντίστοιχα.

(Από τη Ναυτεμπορική)