Το ξεχωριστό αυτό πρόγραμμα, γνωστό ως American Jobs Plan, αποτελεί συνέχεια του $ 1,9 τρισεκ. economic stimulus plan το οποίο εγκρίθηκε από το Αμερικανικό Κογκρέσο στις 10 Μαρτίου και αποβλέπει στην παροχή άμεσης οικονομικής βοήθειας σε πολίτες, εταιρείες και τοπικές κοινότητες που πλήγηκαν από την πανδημία του κορωνοϊού ενώ παράλληλα προβλέπει ενίσχυση του υγειονομικού συστήματος της χώρας.
Μερικοί σχολιαστές αναφέρονται στο American Jobs Plan ως ανάλογο με αυτό του New Deal του Φραγκλίνου Ρούζβελτ, γνωστού ως F.D.R, που εφήρμοσε την δεκαετία του 1930 στον απόηχο του χρηματιστηριακού κραχ αποβλέποντας στην αναστήλωση της τότε τρωθείσας οικονομίας των ΗΠΑ. Να θυμίσουμε ότι το New Deal δημιούργησε 20 εκατομμύρια θέσεις εργασίας,39,000 σχολικά κτίρια,2,500 νοσοκομεία,325 αεροδρόμια, χιλιάδες νέους αυτοκινητοδρόμους, πολλά έργα άρδευσης και υδροηλεκτρικά φράγματα κ.λπ. Όπως και τότε έτσι και τώρα κεντρικό σημείο αναφοράς του σχεδίου είναι η δημιουργία απασχόλησης μέσω της κατασκευής μεγάλων έργων υποδομής και ανάπλασης ολόκληρων περιοχών. Σε αντίθεση όμως με το New Deal το σημερινό πρόγραμμα δεν πρόκειται να απασχολήσει άμεσα εργαζόμενους όπως έκανε ο FDR μέσω του Works Progress Administration αλλά θα υποχρεώσει τις εργοληπτικές εταιρείες (government contractors) να επενδύσουν σε έργα και παραγωγικές διαδικασίες.
Αναμφίβολα, η κρίση του κορωνοϊού από την οποία αργά και σταθερά και εξέρχονται τώρα οι ΗΠΑ, αποτέλεσε την αφορμή για το American Jobs Plan σε μια προσπάθεια να επουλώσει τις πληγές που δημιούργησε η πανδημία και οδήγησε την οικονομία της χώρας σε μια πρωτοφανή κάμψη. Αρκεί να θυμίσουμε ότι το ΑΕΠ των ΗΠΑ έκανε βουτιά -3,5 % το 2020 από + 2,0 % που ήταν το 2019 ενώ χάθηκαν 10 εκατ. θεσεις εργασίας, που ναι μεν σταδιακά ανακτήθηκαν αλλά σήμερα (Α τρίμηνο 2021) εξακολουθούν να είναι μείον κατά 4,0 εκατ. θέσεις απασχόλησης. Δηλαδή καταγράφεται ποσοστό ανεργίας στο 6,7 % ( από 14,7% που είχε φθάσει το 2020).
Αυτά είναι πρωτοφανή νούμερα για μια τόσο μεγάλη και δυναμική οικονομία όσο αυτή της Αμερικής για αυτό και επιβάλετε το stimulus plan και το αδερφάκι του το American Jobs Plan.
Το σημερινό σχέδιο του Τζο Μπάιντεν πρόκειται για κάτι διαφορετικό πολύ μεγαλύτερο και πλέον πολυδιάστατο λαμβάνοντας υπ´ όψη τους άξονες πάνω στους οποίους πρόκειται να κινηθεί. Και αυτοί δεν είναι μόνο τα μεγάλα έργα υποδομής (λχ. highways, γέφυρες, λιμάνια, αντιπλημμυρικά έργα, κα) αλλά και η ενίσχυση του εθνικού συστήματος υγειονομικής προστασίας, η επέκταση του broadband σε όλες τις αγροτικές περιοχές, η κατασκευή νέων σχολικών και εκπαιδευτικών κτιρίων, η πλήρης ψηφιοποίηση του παραγωγικού τομέα, η ενίσχυση της έρευνας και βιομηχανικών υποδομών κα. Γνωστό ως και infrastructures package σημαντικό μέρος του εν λόγω σχεδίου, αφορά επενδύσεις στον τομέα της ενέργειας με άμεση προτεραιότητα την ενίσχυση του εθνικού δικτύου μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας όπου προβλέπονται επενδύσεις της τάξης των $ 100 δισεκ.
Εκτός όμως από την επείγουσα ενίσχυση των υποδομών σε ηλεκτρικά δίκτυα, τα οποία όπως είδαμε στην περίπτωση της χιονοθύελλας στο Τέξας τον περασμένο Φεβρουάριο (εδώ) αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα συντήρησης και εκσυγχρονισμού, σημαντικά ποσά πρόκειται να επενδυθούν σε ηλεκτρικές υποδομές κάθε μορφής. Χαρακτηριστικά προβλέπεται η ενίσχυση και επέκταση του δικτύου φόρτισης ηλεκτρικών οχημάτων με ένα κονδύλι της τάξης των $350 δισεκ. ενώ $ 400 δισεκ. θα επενδυθούν στις ΑΠΕ μέσω φορολογικών απαλλαγών (tax credits). Στο πλαίσιο αυτό εκφρασμένος στόχος του προγράμματος είναι η δημιουργία ενός "clean energy standard" βάσει του οποίου θα υποχρεωθούν όλες οι εταιρείες κοινής ωφέλειας να οργανώσουν το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής μέσω καθαρών τεχνολογιών.
Επιπλέον, προβλέπονται ξεχωριστές δράσεις για την δημιουργία εθνικού δικτύου μονάδων αποθήκευσης ηλεκτρισμού σε μπαταρίες και η κατασκευή ηλεκτρικών διασυνδέσεων υψηλής τάσης συνολικού μεγέθους 20 GW. Αν και δεν έχει ακόμα οριστικοποιηθεί το ενεργειακό σκέλος του American Jobs Plan προβλέπεται ότι συνολικά θα επενδυθούν με άμεσο ή έμμεσο τρόπο περί το $ 1,0 τρισεκ. σε έργα και δράσεις που αφορούν τον ηλεκτρισμό, τις καθαρές ενεργειακές τεχνολογίες γενικότερα συμπεριλαμβανομένων και των πράσινων υγρών καυσίμων. Απώτερος στόχος του ανωτέρω προγράμματος είναι να θέσει την Αμερικανική παραγωγή ενέργειας μέσα στην επόμενη 15ετία σε μια μόνιμη τροχιά καθαρής ενέργειας με αποβλέποντας στη μείωση των εκπομπών όσο και την περαιτέρω ενίσχυση της ενεργειακής ανεξαρτησίας της χώρας.
Είναι γεγονός ότι τους τελευταίους 15 μήνες, λόγω της πανδημίας και των χαμηλών τιμών αργού που ακολούθησαν, η παραγωγή αργού των ΗΠΑ υποχώρησε στα 11 εκατ. βαρέλια την ημέρα από τα 13 εκατ. βαρ/ημέρα που είχε φθάσει το 2019, και η συνολική παραγωγή πετρελαίου στα 16,0 εκατ. βαρ/ημέρα (περιλαμβάνοντας και τα υγρά κατάλοιπα), αυξάνοντας την εξάρτηση από εισαγωγές. Να σημειωθεί ότι βάσει στοιχείων του 2019 οι ΗΠΑ παρήγαγαν 17,0 εκατ. βαρ/ημέρα πετρελαίου συνολικά ενώ η κατανάλωση τους είχε διαμορφωθεί στα 20,5 εκατ. βαρ/ημέρα, το οποίο σημαίνει ότι σε μεγάλο βαθμό έχουν πλησιάσει τους στόχους παλαιότερων προέδρων (Carter, Nixon, Bush junior, Obama) που υποστήριξαν την ιδέα της ενεργειακής ανεξαρτησίας. Παράλληλα, εάν λάβουμε υπ´ όψη ότι οι ΗΠΑ είναι απόλυτα αυτάρκεις σε φυσικό αέριο και από το 2017 είναι καθαροί εξαγωγείς LNG, και εάν μελετήσουμε το ενεργειακό τους ισοζύγιο (βλέπε γραφική παράσταση) θα δούμε ότι είναι σχεδόν ενεργειακά αυτάρκεις αφού παράγουν εγχώρια σχεδόν το 94% της συνολικής ενέργειας που καταναλώνουν.
Συνοψίζοντας, το ενεργειακό στοίχημα του προέδρου Τζο Μπάιντεν δεν είναι άλλο από το να ενισχύσει περαιτέρω την εγχώρια παραγωγή στρέφοντας ένα σοβαρό μέρος της προς τις ΑΠΕ που σήμερα καλύπτουν μόνο το 11% του ενεργειακού μίγματος και παράλληλα προωθώντας την βελτίωση της ενεργειακής αποδοτικότητας σε μια προσπάθεια να συγκρατηθεί η συνολική ζήτηση που τα τελευταία δύο χρόνια βαίνει μειούμενη. Το σχέδιο αυτό, παρά τις πιέσεις των περιβαλλοντικών οργανώσεων, δεν προβλέπει μείωση της εγχώριας παραγωγής υδρογονανθράκων αλλά συγκέντρωση τους σε προκαθορισμένες και αυστηρά ελεγχόμενες περιοχές για λόγους προστασίας της φύσης. Ο Τζο Μπάιντεν όπως και οι περισσότεροι προκάτοχοι του επιθυμούν σφόδρα την ενεργειακή αυτάρκεια των ΗΠΑ -αξιοποιώντας όλες τις μορφές ενέργειας- αφού ο στόχος αυτός κινητοποιεί δημιουργικές δυνάμεις και επενδύσεις σε έρευνα και παραγωγή.