Όταν ο Ερντογάν εφευρίσκει εξωτερικούς εχθρούς, είναι σχεδόν βέβαιο ότι δέχεται πιέσεις στο εσωτερικό. Διότι μόνο έτσι μπορεί να εξηγηθεί το γεγονός ότι εν μια νυκτί έγινε ο πιο θερμός υποστηρικτής των Παλαιστινίων και συνάμα ο μεγαλύτερος εχθρός του Ισραήλ. Μόνο έτσι μπορεί να δικαιολογηθεί και η δριμεία επίθεση που εξαπέλυσε την περασμένη Δευτέρα στον Αμερικανό Πρόεδρο Τζο Μπάιντεν, κατηγορώντας τον ότι «έχει τα χέρια του βαμμένα με αίμα» στο Παλαιστινιακό ενώ πριν λίγες ημέρες τον καλούσε να συμφωνήσουν για την αποζημίωση  που θα δοθεί στην Άγκυρα μετά την έξοδο της χώρας από την συμπαραγωγή και αγορά των F-35.

 

Τί όμως εξώθησε τον Ερντογάν στην υιοθέτηση αυτή της σκληρής γλώσσας, προσδοκώντας στην τόνωση για μια ακόμη φορά του τουρκικού εθνικισμού.

Στην προκειμένη περίπτωση η απάντηση δεν βρίσκεται ως συνήθως στην οικονομία και την δεινή θέση που βρίσκεται η Τουρκία. Το θέμα είναι αρκετά πιο σύνθετο όσο και σοβαρό. Αφορά τις σχέσεις της τουρκικής κυβέρνησης με την μαφία. Πρόκειται για τις αποκαλύψεις ενός επιχειρηματία – τον οποίο ο τουρκικός Τύπος χαρακτηρίζει «αρχιμαφιόζο» - όσον αφορά τις σχέσεις του οργανωμένου εγκλήματος με πολιτικούς της χώρας και την κρατική ασφάλεια. Οι ισχυρισμοί του Σεντάτ Πεκέρ, που έχει διαφύγει εδώ και μήνες στο εξωτερικό, έχουν προκαλέσει σοβαρούς τριγμούς στο κυβερνών κόμμα, ειδικά όταν μιλά για τον «καθαρό Σουλεϊμάν», τον υπουργό Εσωτερικών του Ερντογάν, Σουλεϊμάν Σοϊλού, στον οποίο και αφιέρωσε μεγάλο μέρος από το πέμπτο από τα βίντεο που δημοσίευσε στο YouTube τον τελευταίους μήνες. Ο 49χρονος Πεκέρ έχει καταδικασθεί στο παρελθόν για σύσταση εγκληματικής οργανώσεως κι έχει καθίσει πολλές φορές στο εδώλιο του κατηγορουμένου για φόνους, απόπειρες φόνου, απαγωγές και άλλες κατηγορίες.

Για ένα μεγάλο διάστημα ο Πεκέρ ήταν ένθερμος οπαδός της κυβέρνησης Ερντογάν. Υποστήριζε με στόμφο ότι «αν γονατίσει ο Ερντογάν, τότε θα γονατίσει και η Τουρκία» κι απειλούσε να κρεμάσει τους αντιπάλους του Τούρκου Προέδρου ή να τους πνίξει στο αίμα τους! Ωστόσο όλα άλλαξαν όταν ο Πεκέρ  ήρθε σε σύγκρουση με τον γαμπρό του Προέδρου Ερντογάν και πρώην Υπουργό Οικονομικών, Μπεράτ Αλμπαϊράκ. Τότε ο φιλοκυβερνητικός Τύπος άρχισε να τον συκοφαντεί και να τον κατηγορεί ότι ηγείται εγκληματικής οργάνωσης. Εν συνεχεία διέφυγε στο εξωτερικό και όλως τυχαίως αποφυλακίσθηκε ο αντίπαλός του στον τουρκικό υπόκοσμο, Αλαατίν Τσακιτζί, αναλαμβάνοντας την θέση του στις συνδιαλλαγές του με κρατικούς μηχανισμούς.

Η αντεπίθεση του Πεκέρ δεν άργησε να έρθει, με τις αποκαλύψεις να διαδέχονται η μια την άλλη. Πέρα από τον Σοϊλού, ο Πέκερ επιτίθεται και κατά του πρώην υπουργού Εσωτερικών, Μεχμέτ Αγάρ, που κατηγορείται εδώ και καιρό για διασυνδέσεις με την μαφία. Επί των ημερών του, την δεκαετία του 1990, είχε αποκαλυφθεί ότι το κράτος επιστράτευε μαφιόζους για την εξουδετέρωση εχθρών του. Ο Πεκέρ υποστηρίζει ότι οι σχέσεις αυτές συνεχίζονται μέχρι σήμερα, αναφέροντας ως παράδειγμα την περίπτωση της φοιτήτριας Γιελντά Καχραμάν, που κατήγγειλε τον βιασμό της από τον Τολγκά Αγάρ, βουλευτή του κόμματος του Ερντογάν και γιο του πρώην υπουργού Εσωτερικών και βρέθηκε λίγο αργότερα νεκρή με την εισαγγελία να αναστέλλει τις έρευνες. Σε άλλα βίντεο ο Πεκέρ μιλά για παραδόσεις φορτίων ναρκωτικών από την Λατινική Αμερική στην Τουρκία.

Την ίδια ώρα, οι Τούρκοι πολίτες εξακολουθούν να διερωτώνται που πήγαν τα 128 δισεκατομμύρια δολάρια από τα συναλλαγματικά αποθέματα, τα οποία χρησιμοποίησε όσο καιρό ήταν υπουργός Οικονομικών ο γαμπρός του Ερντογάν, Μπεράτ Αλμπαϊράκ προκειμένου δήθεν να στηρίξει την τουρκική λίρα, η οποία εν τέλει απώλεσε σχεδόν το 40% της αξίας της έναντι του δολαρίου. Τα 128 δισεκατομμύρια δολάρια «εξαφανίστηκαν» από την άνοιξη του 2019 ως το φθινόπωρο του 2020 λίγο πριν δηλαδή, παραιτηθεί από το υπουργείο Οικονομικών. Όταν μάλιστα πήγε να ερευνήσει την υπόθεση ο πρώην Κεντρικός Τραπεζίτης της Τουρκίας, Νάτσι Αγκμπάλ, ο Ερντογάν τον απέλυσε με συνοπτικές διαδικασίες.

Το αρνητικό αυτό κλίμα για την τουρκική κυβέρνηση αποτυπώνεται με τον πλέον ξεκάθαρο τρόπο και στις δημοσκοπήσεις που δίδουν για πρώτη φορά τόσο ισχυρό προβάδισμα στην αντιπολίτευση και τους αντιπάλους του Ερντογάν. Δημοσκόπηση της «Istanbul Economics», που δόθηκε την Τρίτη στην δημοσιότητα, δείχνει ότι οι δύο δήμαρχοι του CHP σε Άγκυρα και Κωνσταντινούπολη ξεπερνούν κατά πολύ σε ποσοστά τον Τούρκο Πρόεδρο αναδεικνύοντας έτσι  την  έντονη δυσαρέσκεια των Τούρκων πολιτών απέναντι στην κυβέρνηση. Το 52,5% των ψηφοφόρων απάντησαν ότι θα προτιμούσαν τον δήμαρχο της Άγκυρας Μανσούρ Γιαβάς – έναντι 38,1% του Ερντογάν, σε περίπτωση που γίνονταν τώρα εκλογές, ενώ το 51,4% θα προτιμούσαν τον Εκρέμ Ιμάμογλου έναντι 39,9% του Ερντογάν. Αλλά και η Μεράλ Ακσενέρ, η αλλιώς η «Μαρίν Λεπέν της Τουρκίας», επικεφαλής του ακροδεξιού «Καλού Κόμματος», προηγείται με 45,4% στην πρόθεση ψήφου έναντι  του Ερντογάν (39,1%).  Σύμφωνα με την δημοσκόπηση τα δύο κόμματα που συμμετέχουν στην Κυβέρνηση συγκεντρώνουν 45% ενώ η αντιπολίτευση προηγείται με 10 μονάδες διαφορά, αγγίζοντας στο 55%. Δικαίως λοιπόν ήδη πολλοί μιλούν για την αρχή του τέλους του Ερντογάν.