Σε Λεπτές Ισορροπίες η Ιδιωτικοποίηση της ΔΕΠΑ Υποδομών- Αναγκαίες Νέες Νομοθετικές Ρυθμίσεις για τις 3 Θυγατρικές της

Σε Λεπτές Ισορροπίες η Ιδιωτικοποίηση της ΔΕΠΑ Υποδομών- Αναγκαίες Νέες Νομοθετικές Ρυθμίσεις για τις 3 Θυγατρικές της
του Αδάμ Αδαμόπουλου
Παρ, 4 Ιουνίου 2021 - 08:00

Η δύσκολη εξίσωση για την ιδιωτικοποίηση του 100% των μετοχών του ελληνικού Δημοσίου στην ΔΕΠΑ Υποδομών, μοιάζει να επιλύεται με παρέμβαση της Κομισιόν. Συγκεκριμένα, στην 10η έκθεση  που συνέταξε για την μεταμνημονιακή Ελλάδα, επιβεβαιώνεται η μετάθεση των δεσμευτικών προσφορών για την ΔΕΠΑ Υποδομών για τις 15 Ιουλίου, καθώς επίσης και η συμφωνία της με την Eni Gas e Luce που ελέγχει το 49% της ΕΔΑ ΘΕΣ, για την πώληση του μεριδίου της ιταλικής εταιρείας αμέσως μετά την ολοκλήρωση του διαγωνισμού πώλησης της μητρικής ΔΕΠΑ Υποδομών. 

Με αυτό τον τρόπο επιτυγχάνεται αφενός η αποχώρηση της ιταλικής εταιρείας και αφετέρου η απομάκρυνση  επενδυτικών funds  καθώς και των Κινέζων επενδυτών που συμμετείχαν στην πρώτη φάση του διαγωνισμού του ΤΑΙΠΕΔ και ανοίγει ο δρόμος για τους πραγματικά ενδιαφερόμενους, όπως  η Italgas.

Ωστόσο, τα παραπάνω δεν είναι τα μόνα προβλήματα στην πορεία ιδιωτικοποίησης της εταιρείας, καθώς για να ολοκληρωθεί η πώληση θα χρειαστεί, πιθανώς,  να τροποποιηθεί νομοθετικά το εκκρεμές ζήτημα της ενοποίησης της περιουσιακής βάσης των τριών θυγατρικών της ΔΕΠΑ Υποδομών, δηλαδή των ΕΔΑ Αττικής, ΕΔΑ ΘΕΣΣ και ΔΕΔΑ, κάτι το οποίο ετέθη από τους δυνητικούς επενδυτές ούτως ώστε να μπορούν να προβούν στις αποτιμήσεις τους αλλά και να προετοιμάσουν τις προσφορές τους για το διαγωνισμό.

Η ενοποίηση της περιουσιακής βάσης των τριών εταιρειών είναι αναγκαία ούτως ώστε να διευκολυνθούν οι επενδύσεις ανάπτυξης του δικτύου σε νέες περιοχές, ιδίως όμως εκείνες που προωθεί η ΔΕΔΑ, συνολικού ύψους 300 εκατ. ευρώ για την προσεχή πενταετία.

Με αυτό τον τρόπο θα μπορούν να επιμερίζονται τα κόστη ανάπτυξης του δικτύου στις νέες περιοχές αλλά και σε εκείνες που θεωρούνται ήδη ώριμες αναπτυξιακά, προκειμένου να μην επιβαρυνθούν με υπέρογκα κόστη οι νέοι καταναλωτές και να προκύπτουν μικρότερες αυξήσεις στα τέλη διανομής, αφού το κόστος θα επιμεριστεί στους πελάτες όλων των εταιρειών διανομής αερίου και όχι μόνο σε εκείνους της ΔΕΔΑ.

Παράγοντας της αγοράς εξήγησε, σχετικά, στο energia.gr πως όταν υπάρχει ένα έργο με συγκεκριμένο κόστος υπάρχει παράλληλα και μια πελατειακή βάση πάνω στην οποία βασίζεται η πρόβλεψη για το χρόνο απόσβεσης της αξίας του παγίου που δαπανήθηκε. Μέσα σε αυτή τη χρονική περίοδο εάν αυξηθεί η πελατειακή βάση θα υπάρχουν υψηλότερες καταναλώσεις και σταθερή ταρίφα, επομένως η επένδυση είναι ισοσκελισμένη και δεν δημιουργούνται προβλήματα στον καταναλωτή.

Όμως, όπως είπε ο ίδιος παράγοντας, εάν πάει μια εταιρεία να κατασκευάσει ένα νέο δίκτυο σε μια περιοχή για την οποία δεν γνωρίζει πόση διείσδυση μπορεί να επιτύχει και επομένως, το πότε θα αρχίσει να εισπράττει χρήματα, θα χρειαστεί να καταφύγει σε δανεισμό και να εκταμιεύσει ίδια κεφάλαια, που θα πρέπει να καταβάλει άπαξ, πέραν των επιδοτούμενων χρημάτων από το ΕΣΠΑ. Αυτό με τη σειρά του θα οδηγήσει νομοτελειακά στην ανάγκη να μετακυλίσει το υπερβάλλον κόστος στον καταναλωτή ώστε να μπορέσει να αποσβέσει τα πάγια κεφάλαια που δαπάνησε μέσω των τιμολογίων, τα αμέσως επόμενα χρόνια, μετά την ολοκλήρωση της επένδυσης.

Αυτή η παραδοχή, υποστηρίζει ο ίδιος υποχρεώνει μια εταιρεία να μην μεγιστοποιήσει το χρόνο απόσβεσης πέραν της 15ετίας, εάν θέλει να λειτουργεί εκ του ασφαλούς, καθώς υπάρχει κίνδυνος να αυξηθεί σημαντικά η ταρίφα. Το πρόβλημα τότε, κατέληξε, θα περιπλακεί, καθώς δεν θα υπάρχουν καταναλώσεις και οι τιμές θα είναι δεκαπλάσιες εκείνων του πετρελαίου με αποτέλεσμα να μην θέλει κανείς καταναλωτής να συνδεθεί στο νέο δίκτυο. Επομένως, έπρεπε να βρεθεί ένας τρόπος η ταρίφα να είναι περίπου ίδια, για παράδειγμα στις Σέρρες, με αυτή στην Αθήνα και την Θεσσαλονίκη. «Αυτή είναι η ενοποίηση των περιουσιακών βάσεων και σημαίνει πως δημιουργείς ένα δίκτυο και επιβάλεις μια ταρίφα για όλη την Ελλάδα. Μετά τα διαιρείς, ακόμη και εάν αυτό μπορεί να σημαίνει πως ο καταναλωτής είναι πιθανό, τώρα, να πληρώνει π.χ 80 ευρώ τη μεγαβατώρα από τα αρχικά 40» είπε χαρακτηριστικά.