απαγορεύσεις. Όπως σημειώνει η Wall Street Journal, το ζήτημα αντανακλά, σε μεγάλο βαθμό, τη διάσταση ανάμεσα σε Πολιτείες που κυβερνώνται από Ρεπουμπλικανούς και πόλεις μέσα σε αυτές που διοικούνται από Δημοκρατικούς. Ας σημειωθεί ότι στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα κυριαρχούν όλο και πιο πολύ απόψεις όπως του πρώην Προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος έχει επανειλημμένα ταχθεί υπέρ των εξορύξεων υδρογονανθράκων, ενώ τείνει «ευήκοον ους» προς απόψεις που αμφισβητούν το κυρίαρχο αφήγημα για την κλιματική αλλαγή.
Σύμφωνα με την WSJ, μεγάλες πόλεις όπως το Σαν Φρανσίσκο, το Σιάτλ, το Ντένβερ και η Νέα Υόρκη έχουν θεσπίσει ή προτείνει μέτρα για την απαγόρευση ή την αποθάρρυνση της χρήσης των ορυκτών καυσίμων σε νέες κατοικίες και κτίρια, δύο χρόνια αφ’ ότου το Μπέρκλεϊ της Καλιφόρνιας, υιοθέτησε την πρώτη απαγόρευση αυτού του είδους στις ΗΠΑ το 2019.
Από την άλλη, οι απαγορεύσεις αυτές με τη σειρά τους οδήγησαν την Αριζόνα, το Τέξας, την Οκλαχόμα, το Τενεσί, το Κάνσας και τη Λουιζιάνα να θεσπίσουν νόμους για την απαγόρευση τέτοιων δημοτικών απαγορεύσεων στις Πολιτείες τους πριν εξαπλωθούν, υποστηρίζοντας ότι είναι υπερβολικά περιοριστικοί και δαπανηροί. Το Οχάιο εξετάζει ένα παρόμοιο μέτρο.
Όπως παρατηρεί η WSJ, η έκβαση της διαμάχης αυτής, που, σε μεγάλο βαθμό, εκτυλίσσεται μεταξύ των πόλεων που διοικούνται Δημοκρατικούς και Πολιτειών που διοικούνται από Ρεπουμπλικανούς, πιθανόν να διαμορφώσει το μέλλον της βιομηχανίας των υπηρεσιών κοινής ωφέλειας και τη ζήτηση για φυσικό αέριο, στην παραγωγή του οποίου οι ΗΠΑ κατέχουν την πρωτιά παγκοσμίως.
Οι υποστηρικτές της σταδιακής κατάργησης του φυσικού αερίου λένε ότι στόχος τους είναι να μειώσουν τις εκπομπές αερίων που ευθύνονται για την υπερθέρμανση του πλανήτη μέσα από την πλήρη ηλεκτροδότηση νέων σπιτιών και κτιρίων καθώς τα αιολικά και ηλιακά αγροκτήματα πολλαπλασιάζονται σε ολόκληρη τη χώρα, καθιστώντας το ηλεκτρικό δίκτυο «καθαρότερο»
Τα σπίτια και οι επιχειρήσεις ευθύνονται περίπου για το 13% των ετήσιων εκπομπών αερίων θερμοκηπίου των ΗΠΑ, σύμφωνα με την Υπηρεσία Προστασίας Περιβάλλοντος, κυρίως λόγω της χρήσης του φυσικού αερίου για μαγείρεμα, θέρμανση και στα πλυντήρια και στεγνωτήρια. Οι ακτιβιστές του κλίματος λένε ότι η μείωση αυτού του ποσοστού είναι κρίσιμη για τις Πολιτείες που έχουν θέσει στόχους για να μειώσουν τις εκπομπές άνθρακα τις επόμενες δεκαετίες.
Οι αντίπαλοι στην τάση αυτή, οι οποίοι, εν πολλοίς ανήκουν στη βιομηχανία φυσικού αερίου, αντιτάσσουν στην επιχειρηματολογία αυτή το υψηλότερο κόστος της κατασκευής πολλών σπιτιών πλήρως εξηλεκτρισμένων και επισημαίνοντας την πρόσθετη ασφάλεια που παρέχει η ύπαρξη μιας δεύτερης οικιακής πηγής ενέργειας για θέρμανση και μαγείρεμα κατά τη διάρκεια ακραίων καιρικών φαινομένων.
Υπογραμμίζουν επίσης την προτίμηση που έχουν πολλοί οικιακοί και επαγγελματίες σεφ για τη χρήση σόμπας με καύση αερίου. Τα νέα ηλεκτρικά σπίτια είναι ανταγωνιστικά ως προς το κόστος με εκείνα που χρησιμοποιούν αέριο σε πολλές περιοχές των ΗΠΑ, αλλά οι εξοπλισμοί μπορεί να είναι πολύ πιο ακριβοί, ανάλογα με τα υπάρχοντα συστήματα θέρμανσης και μαγειρέματος και το κόστος της αποτελεσματικής μετατροπής τους.
Μια πρόσφατη μελέτη του δήμου του Σαν Φρανσίσκο διαπίστωσε ότι η μετασκευή όλων των οικιστικών μονάδων που χρησιμοποιούν τώρα φυσικό αέριο θα κοστίσει μεταξύ 3,4 δισεκατομμυρίων και 5,9 δισεκατομμυρίων δολαρίων, κόστος που θα βαρύνει τους κατοίκους, την πόλη ή και τους δύο. Η αγορά εξοπλισμού μαγειρέματος με βάση τον πλήρη εξηλεκτισμό μπορεί να είναι πιο ακριβή σε σχέση με αυτόν που βασίζεται στο φυσικό αέριο, ειδικά στις επαγγελματικές κουζίνες.
Οι ενώσεις εστιατορίων σε όλη τη χώρα έχουν εκφράσει ανησυχίες σχετικά με τον πλήρη εξηλεκτισμό. Οι επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας που παρέχουν τόσο ηλεκτρικό ρεύμα όσο και φυσικό αέριο θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν πιο ήπιες επιπτώσεις εάν επιταχυνθεί η αλλαγή. Όμως, εκείνες που παρέχουν αποκλειστικά φυσικό αέριο αντιμετωπίζουν την προοπτική βραδύτερης ανάπτυξης ή ακόμη και αντιστροφής της ζήτησης, ειδικά υπάρξει τάση για εξηλεκτρισμό τόσο των νέων όσο και των υφιστάμενων κατοικιών.