Οι ενεργειακές ανάγκες των νησιών σε όλο τον κόσμο μέχρι πρότινος καλύπτονταν κατά κανόνα από το πετρέλαιο, τόσο για την ηλεκτροπαραγωγή με τους αυτόνομους σταθμούς, όσο και για τις μεταφορές και άλλες χρήσεις. Με την εξέλιξη των τεχνολογιών και ιδιαίτερα με το χαμηλό κόστος ηλεκτροπαραγωγής από την ηλιακή και αιολική ενέργεια πολλές χώρες θέτουν φιλόδοξους στόχους και αναπτύσσουν πολιτικές και μέτρα για υψηλή διείσδυση των ΑΠΕ τόσο για ηλεκτρικές όσο και για μη ηλεκτρικές χρήσεις. Παράλληλα η χρήση του ηλεκτρισμού επεκτείνεται και σε άλλους τομείς, όπως αφαλάτωση νερού, μεταφορές, θέρμανση κλπ. Αυτό οδηγεί στην απεξάρτηση από το ακριβό πετρέλαιο

με πολλαπλά οικονομικά, περιβαλλοντικά και κοινωνικά οφέλη με μακρό χρονικό ορίζοντα.

Στην Ελλάδα με τα πολλά νησιά, δεν υπάρχουν στόχοι για την διείσδυση των ΑΠΕ στα νησιά. Με την καθιέρωση των ΥΚΩ που επιβαρύνουν όλους τους καταναλωτές δεν υπάρχει κίνητρο και δεν εισέρχονται οι νέες τεχνολογίες που θα υποστήριζαν την μεγάλη διείσδυση των ΑΠΕ. Επί σειρά ετών αυτή βρίσκεται χαμηλά, στην τάξη του 17% συνολικά με πρακτικές διαχείρισης του περασμένου αιώνα, ενώ δέκα μικρά νησιά παραμένουν στο μηδέν. Κάποια νησιά θα διασυνδεθούν με το εθνικό σύστημα, ενώ άλλα θα παραμείνουν αυτόνομα, καθώς οι διασυνδέσεις έχουν υψηλό κόστος.

Σε όσα νησιά διασυνδέονται με το εθνικό σύστημα η υψηλή διείσδυση των ΑΠΕ πρέπει να επιτευχθεί αξιοποιώντας το υψηλό τοπικό δυναμικό ηλιακής και αιολικής ενέργειας, μαζί με αποθήκευση και σύγχρονα συστήματα διαχείρισης, εφαρμόζοντας τεχνικές και ιδέες των Microgrids. Έτσι, εξασφαλίζεται αυτονομία και πλήρης θωράκιση των νησιών έναντι πιθανού “blackout” που μπορεί να συμβεί από σφάλμα στη διασύνδεση.

Εκτός από την έλλειψη στόχων για τα νησιά, παρατηρείται και έλλειψη σχετικών μελετών. Δεν γίνονται ειδικές μελέτες για την ενεργειακή μετάβαση με την είσοδο νέων τεχνολογιών και υψηλή διείσδυση των ΑΠΕ, ούτε διαφαίνονται τέτοιες προθέσεις. Στην Ελλάδα, η ενεργειακή μετάβαση θα αρχίσει από τα νησιά χωρίς να υπάρχουν έτοιμες λύσεις, όπου θα εφαρμοσθούν και θα δοκιμασθούν καινοτόμες τεχνολογίες για να μεταφερθούν οι εμπειρίες αυτές σε μεγαλύτερη κλίμακα στο ηπειρωτικό σύστημα.

Ο μετασχηματισμός των νησιωτικών συστημάτων θα καταστήσει τις ΑΠΕ την κύρια πηγή για όλες τις ενεργειακές ανάγκες του νησιού, ενώ οι μονάδες πετρελαίου θα αποτελέσουν εφεδρεία και σε κάποιες ημέρες για μερικές ώρες θα προσφέρουν συμπληρωματική παραγωγή για την κάλυψη της ζήτησης. Αυτό οδηγεί σε έναν νέο Διαχειριστή του συστήματος παραγωγής στο νησί μετά από διαγωνιστική διαδικασία, επενδύοντας σε ΑΠΕ και νέες τεχνολογίες και με σύγχρονα εργαλεία, αντί του σημερινού ΔΕΔΔΗΕ που διαχειρίζεται τις μονάδες πετρελαίου στον αυτόνομο σταθμό. Ο ΔΕΔΔΗΕ θα ασχοληθεί με το κύριο έργο του που είναι η διαχείριση του δικτύου, όπου πρέπει να εισέλθουν νέες τεχνολογίες, που τόσο πολύ έχουν καθυστερήσει. Επομένως, μαζί με τις ειδικές μελέτες χρειάζονται και μεταρρυθμίσεις, που θα οδηγήσουν την ενεργειακή μετάβαση με τις ΑΠΕ με πολύ χαμηλό κόστος παραγωγής.

Αυτή η απραξία και η έλλειψη πολιτικής για τα νησιά δημιουργεί ευνοϊκό κλίμα στην κυβέρνηση για να καλύψει το κενό με την υιοθέτηση και έκδηλο ενθουσιασμό μιας πρότασης για ηλεκτροκίνηση, όπως ιδιαίτερα για την Αστυπάλαια, κινητοποιώντας το μισό σχεδόν υπουργικό συμβούλιο. Οι πρωτοβουλίες των μεγάλων ευρωπαϊκών εταιρειών για εφαρμογές προγράμματος ηλεκτροκίνησης στα νησιά είναι καλοδεχούμενες, αλλά αυτές για να αποδώσουν με συνέργεια δράσεων μεγιστοποιώντας τα οφέλη και με μακροπρόθεσμες προοπτικές, θα πρέπει να ενταχθούν σε ένα σχεδιασμό για τα νησιά σε ενεργειακή μετάβαση, όπως παραπάνω αναφέρεται. Η ηλεκτροκίνηση θα αποτελέσει την επέκταση του ηλεκτρικού δικτύου, που πρέπει να τροφοδοτείται από τις ΑΠΕ και όχι από τον σταθμό πετρελαίου ώστε να οδηγεί στο στόχο για «πράσινα νησιά» και πρωτοπορεία της χώρας, με αμοιβαία οφέλη τόσο για την ηλεκτροκίνηση όσο και για το δίκτυο. Διάφορες εμβαλωματικές λύσεις που συζητούνται εκ του προχείρου για το νησιωτικό ηλεκτρικό σύστημα δεν είναι δόκιμες και κινούνται μακριά από το στόχο.

Επομένως, χρειάζεται μια στρατηγική για την ενεργειακή μετάβαση, όπου είναι αναγκαίες οι ειδικές μελέτες και οι μεταρρυθμίσεις για τα νησιά που θα οδηγήσουν ασφαλώς και με πολλαπλά οφέλη στον επιθυμητό στόχο, «τα πράσινα νησιά» κατά προσφιλή έκφραση. Σημειώνεται ακόμη, ότι με την ενεργειακή μετάβαση προσφέρεται μια μοναδική ευκαιρία για την αξιοποίηση και ενίσχυση της τεχνολογικής και παραγωγικής βάσης της χώρας προς ένα νέο αναπτυξιακό μοντέλο. Βασικός παράγοντας θα είναι η συμβολή του εγχώριου τεχνικού και επιστημονικού δυναμικού, ώστε να αρχίσει η ενεργειακή μετάβαση, όπου εντάσσεται και η ηλεκτροκίνηση με αμοιβαία επωφελείς συνεργασίες με τις ευρωπαϊκές βιομηχανίες αυτοκινήτων.

Οι τοπικές κοινωνίες πρέπει να στηρίξουν την ανάπτυξη των ΑΠΕ και να συμβάλλουν στην εφαρμογή καινοτόμων τεχνολογιών για ένα καθαρό και αξιόπιστο με προσιτές τιμές ηλεκτρικό σύστημα, που θα εξυπηρετεί όλες τις ανάγκες (βλ. πρόσφατη επίκαιρη μελέτη του ΙΕΝΕ για την ενεργειακή αυτάρκεια του Καστελλόριζου - εδώ). Οι εφαρμογές των ΑΠΕ με διεσπαρμένες και κεντρικές μονάδες θα αναπτυχθούν σε ολόκληρη τη χώρα μαζί με τα νησιά, στις πλέον ευνοϊκές θέσεις ώστε η παραγωγή να είναι κοντά στην κατανάλωση, καθώς και άλλα οφέλη. Οι άγονες περιοχές, τα ακατοίκητα νησιά και οι βραχονησίδες πρέπει να αξιοποιηθούν με εφαρμογές αιολικών και φωτοβολταϊκών μονάδων.

Η πρόσφατη άρνηση της διοίκησης στην εγκατάσταση αιολικών μονάδων σε βραχονησίδες με αιτιολογικό την προστασία της βιοποικιλότητας κρίνεται ως ατόπημα και έκφραση υπερβολικής ευαισθησίας.

Στα Κανάρια νησιά και με τον υψηλό τουρισμό, που προστατεύονται με αυστηρούς κανόνες για την βιοποικιλότητα από τον ΟΗΕ, οι αιολικές εφαρμογές αναπτύσσονται χωρίς φραγμούς και αρνήσεις, ενώ η κυβέρνηση έχει θέσει στόχο 100% ΑΠΕ στον ηλεκτρισμό μέχρι το 2040.

Η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής δίδοντας ώθηση στην ανάπτυξη των ΑΠΕ και καινοτόμων τεχνολογιών, είναι υποχρέωση όλων και πρωτίστως της κεντρικής διοίκησης, της τοπικής αυτοδιοίκησης και των τοπικών κοινωνιών.