Ο ΟΠΕΚ διοχέτευσε 25,5 εκατ. βαρέλια ημερησίως τον Μάιο, λιγότερα από τον μέσο όρο των 29,3 εκατ. βαρελιών του 2019. Το «μεγάλο έλλειμμα» στην αγορά πετρελαίου προϋποθέτει ότι η παγκόσμια παραγωγή θα πρέπει να αυξηθεί επιπλέον κατά 5 εκατ. βαρέλια ημερησίως για να καλύψει τη ζήτηση, σύμφωνα με την Goldman Sachs, η οποία κρούει τον κώδωνα του κινδύνου ότι χωρίς την αύξηση της προσφοράς, τα παγκόσμια αποθέματα θα καταρρεύσουν σε επικίνδυνα χαμηλά επίπεδα.
Εάν οι τιμές επιμείνουν στα σημερινά επίπεδα ή ανεβούν ακόμη περισσότερο, ο πληθωρισμός πιθανόν να αποδειχτεί πιο μόνιμος απ’ ό,τι αναμενόταν αρχικά, καθιστώντας πιο δύσκολη τη ζωή για τις κεντρικές τράπεζες, τους διαμορφωτές πολιτικής, αλλά και τους καταναλωτές, οι οποίοι θα περιορίσουν τις δαπάνες τους.
Οι ανησυχίες αυτές αποτυπώνονται στη νέα παρέμβαση που έκαναν οι ΗΠΑ, οι οποίες έχουν αρχίσει διαβουλεύσεις με το Ριάντ και το Αμπου Ντάμπι και παρακολουθούν στενά τις εξελίξεις, όπως ενημέρωσε η εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου Τζεν Ψάκι. Αντίστοιχη παρέμβαση είχε γίνει και επί κυβερνήσεως Ντόναλντ Τραμπ στον «πόλεμο τιμών» μεταξύ Ρωσίας και Σαουδικής Αραβίας.
Αυτήν τη φορά όμως τα πράγματα είναι λίγο διαφορετικά, καθώς η διένεξη στους κόλπους του ΟΠΕΚ δεν έχει να κάνει τόσο με την πετρελαϊκή πολιτική όσο με ζητήματα επιρροής. Το θέμα είναι ότι διακυβεύεται η ανάκαμψη της οικονομίας μετά την απρόσμενη κρίση του κορονοϊού και η τσέπη του καταναλωτή, που τελικά θα κληθεί να «πληρώσει το μάρμαρο» εάν δεν τα βρουν οι μεγάλοι πετρελαιοπαραγωγοί. Την ώρα που η μετάλλαξη Δέλτα μπορεί να ανατρέψει τα δεδομένα.
(α;πό την εφημερίδα "ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ")