Στον κατάλογο -όχι αρκετά εκτενής μέχρι στιγμής- των χωρών που έχουν εκδώσει «πράσινο» ομόλογο προγραμματίζει να συμπεριληφθεί η Ελλάδα από το 2022 και πιθανότατα το 2ο εξάμηνο της επόμενης χρονιάς. Το «πράσινο» ομόλογο αποτελεί μια «πρόκληση» για τον εκδότη -στην προκειμένη περίπτωση την Ελληνική Δημοκρατία-, καθώς ισοδυναμεί με μια δέσμευση απέναντι στις αγορές περί υλοποίησης μιας «πράσινης» επένδυσης εντός συγκεκριμένων χρονοδιαγραμμάτων.

Ουσιαστικά, αποτελεί ένα «συμβόλαιο» ανάμεσα στον εκδότη, ο οποίος παρουσιάζει αναλυτικά τις επενδύσεις που θέλει να πραγματοποιήσει, και τις αγορές, οι οποίες αναλαμβάνουν ουσιαστικά το σκέλος της χρηματοδότησης. Τα πλεονεκτήματα που μπορούν να προκύψουν για τη χώρα, εφόσον τηρήσει τις δεσμεύσεις που συνοδεύουν την έκδοση του ομολόγου, είναι πολλά:

Πρώτον, μπορεί να διευρυνθεί η «πελατειακή βάση» των ελληνικών ομολόγων. Ξένα funds που ενδεχομένως δεν εκδηλώνουν αυτή τη στιγμή αγοραστικό ενδιαφέρον, εξαιτίας του γεγονότος ότι η χώρα δεν έχει εξασφαλίσει ακόμη την επενδυτική βαθμίδα, θα μπορούσαν να αγοράσουν τα «πράσινα» ελληνικά χαρτιά λόγω προσανατολισμού προς τέτοιες επενδύσεις. Διεθνώς, είναι περίοδος που οι επενδυτές θέλουν «πράσινους» τίτλους στα χαρτοφυλάκιά τους.

Δεύτερον, μπορεί να πέσει ακόμη περισσότερο το κόστος δανεισμού της χώρας. Λόγω της «στόχευσής» τους, της διαδικασίας που διέπει την έκδοσή τους, αλλά και του μεγάλου αγοραστικού ενδιαφέροντος που υπάρχει διεθνώς για τέτοιους τίτλους, τα «πράσινα» ομόλογα είναι συνήθως φθηνότερα κατά αρκετές μονάδες βάσης συγκριτικά με τους παραδοσιακούς τίτλους.

Το τρίτο πλεονέκτημα είναι ότι βελτιώνει το διεθνές προφίλ της χώρας, η οποία εμφανίζεται να καταστρώνει ένα συγκεκριμένο επενδυτικό πλάνο με «πράσινο» προφίλ και να το φέρνει σε πέρας μέσα σε συγκεκριμένα δεσμευτικά χρονικά πλαίσια. Παρουσιάζοντας τα μέτρα στήριξης για τους πυρόπληκτους, ο υπουργός Οικονομικών δήλωσε την Τρίτη ότι η πρώτη έκδοση ενός «πράσινου» κρατικού τίτλου μεσομακροχρόνιας διάρκειας θα αποτελέσει μέρος της εκδοτικής στρατηγικής του Ελληνικού Δημοσίου για το επόμενο έτος.

Η στρατηγική

Το πιθανότερο είναι ότι ο ΟΔΔΗΧ θα επιδιώξει και την επόμενη χρονιά να επαναλάβει τη φετινή πεπατημένη: να καλύψει το μεγαλύτερο μέρος (αν όχι το σύνολο) του προγράμματος δανειοδότησης ολόκληρου του 2022 από το πρώτο εξάμηνο της επόμενης χρονιάς και να απευθυνθεί με το νέο προϊόν στους επενδυτές από το β’ εξάμηνο. Ωστόσο, για να φτάσουμε στην έκδοση, θα πρέπει να έχει προηγηθεί πολύμηνη προετοιμασία.

Το εγχείρημα προβλέπει την επιλογή των «πράσινων» έργων που θα συνδεθούν με το πρώτο «πράσινο» ελληνικό ομόλογο, την επιλογή ενός χρηματοπιστωτικού ιδρύματος που θα αναλάβει τον ρόλο του συμβούλου για το όλο εγχείρημα, αλλά και την επιλογή των ανεξάρτητων φορέων που θα αναλάβουν τον έλεγχο της διαδικασίας (second party advisor και third party advisor). O πρώτος παρακολουθεί τη διαδικασία μέχρι την έκδοση του ομολόγου και ο δεύτερος την πορεία υλοποίησης των επενδύσεων που έχουν συνδεθεί με το ομόλογο.

Εντοπισμός έργων

Η προετοιμασία για την έκδοση του πρώτου ελληνικού «πράσινου» ομολόγου έχει ουσιαστικά ξεκινήσει από τον Οργανισμό Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους εδώ και αρκετό καιρό. Ύστερα από διερευνητικές επαφές με επενδυτές και εμπλεκόμενους φορείς, ελήφθη η απόφαση να δημιουργηθεί το πλαίσιο έκδοσης ελληνικών κρατικών χρεογράφων, τα πιστωτικά έσοδα των οποίων θα χρησιμοποιηθούν για έργα, δράσεις και προγράμματα του Ελληνικού Δημοσίου με αποκλειστικό προσανατολισμό στην «πράσινη» και βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη. Από τον Σεπτέμβριο θα ξεκινήσει η «δύσκολη δουλειά» για την κυβέρνηση: ο εντοπισμός έργων που θα χρηματοδοτηθούν από μια «πράσινη» έκδοση το ύψος της οποίας δεν μπορεί να είναι μικρότερο από 1,5-2 δισ. ευρώ.

Με τον πακτωλό των επενδύσεων που έχει προγραμματιστεί με τους πόρους είτε του Ταμείου Ανάκαμψης είτε του ΕΣΠΑ, αλλά και το «πράσινο» προσανατολισμό που έχει δοθεί στις επικείμενες επενδύσεις (σ.σ.: προχθές έγινε γνωστό ότι το άθροισμα των επενδύσεων με πράσινο προσανατολισμό θα ξεπεράσουν τα 16 δισ. ευρώ), δεν θα είναι εύκολο να βρεθούν και νέες επενδύσεις οι οποίες θα χαρακτηρίζονται «πράσινες» χωρίς να είναι ενταγμένες στα υφιστάμενα δύο μεγάλα προγράμματα.

Ωστόσο, τα «πράσινα ομόλογα» έχουν την εξής ιδιαιτερότητα: δεν μπορούν να χρηματοδοτούν επενδύσεις οι οποίες ήδη χρηματοδοτούνται από άλλες πηγές όπως, για παράδειγμα, το ΕΣΠΑ ή το Ταμείο Ανάκαμψης. Θα μπορούσαν βεβαίως να χρηματοδοτηθούν επενδύσεις που καλύπτονται με ίδιους κρατικούς πόρους, όπως είναι για παράδειγμα το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων. Ωστόσο, είναι δύσκολο να βρεθούν επενδύσεις της τάξεως του 1,5 δισ. ευρώ στο ΠΔΕ που να μπορούν να χαρακτηριστούν «πράσινες».

Το δε ενδεχόμενο αύξησης του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, ώστε να ενσωματωθούν και πράσινα έργα, πρέπει να εξεταστεί με προσοχή προκειμένου η αύξηση της επενδυτικής δαπάνης να μη «χτυπήσει» στο πρωτογενές έλλειμμα. Μια διέξοδο αποτελεί το γεγονός ότι το «πράσινο» ομόλογο μπορεί να συνδεθεί με επενδύσεις οι οποίες έχουν ήδη πραγματοποιηθεί.

Ωστόσο, δεν μπορούν να δηλωθούν έργα που έγιναν πριν από πολύ καιρό. Το «όριο» που είναι αποδεκτό στην αγορά είναι η διετία. Επίσης, οι επενδυτές ζητούν δεσμεύσεις και για τον ορίζοντα μελλοντικών επενδύσεων οι οποίες δεν μπορούν να ξεπερνούν τα τρία χρόνια. Με αυτά τα δεδομένα, τα εμπλεκόμενα υπουργεία θα έχουν λίγους μόλις μήνες στη διάθεσή τους για να ετοιμάσουν τον κατάλογο των πρώτων επενδύσεων που θα αποτελέσουν και τον λόγο έκδοσης του πρώτου πράσινου ομολόγου.

Τι άλλαξε

Στο ερώτημα «γιατί τώρα» και όχι πριν από μερικά χρόνια, η απάντηση που δίνουν αρμόδιες πηγές είναι η εξής: Μέχρι και πριν από λίγο καιρό, οι επενδυτές ζητούσαν από τους εκδότες τα «πράσινα» ομόλογά τους να συγκροτούν από μόνα τους τη δική τους «καμπύλη», κάτι που για να συμβεί προϋποθέτει τακτικές και μεγάλες «πράσινες» εκδόσεις. Αυτή η απαίτηση έχει πλέον περιέλθει σε δεύτερη μοίρα και οι επενδυτές αποδέχονται τις εκδόσεις «πράσινων» ομολόγων που είναι ενταγμένες στον συνολικό εκδοτικό προγραμματισμό των κυβερνήσεων. Αυτή την αλλαγή θέλησε να εκμεταλλευτεί ο ΟΔΔΗΧ που ξεκίνησε την προετοιμασία από τον Μάιο, πριν ξεκινήσουν οι καταστροφικές πυρκαγιές της φετινής χρονιάς.

Εξασφάλιση διαφάνειας

Πώς μπορούν όμως οι επενδυτές να είναι σίγουροι ότι τα έσοδα των «πράσινων» ομολόγων θα επενδυθούν με τρόπο φιλικό προς το περιβάλλον; Ενώ δεν υπάρχει ένας ενιαίος καθολικός ορισμός του τι ακριβώς συνιστά μια «περιβαλλοντικά επωφελή» χρήση των εσόδων, έχουν αναπτυχθεί πρότυπα τα οποία τυγχάνουν σχεδόν καθολικής αποδοχής από την αγορά. Διάφοροι οργανισμοί παρέχουν κατευθυντήριες αρχές για την απόκτηση ενός οικολογικού σήματος και άλλες σχετικές πιστοποιήσεις που υποδεικνύουν την τήρηση συγκεκριμένων αυστηρών περιβαλλοντικών κριτηρίων όσον αφορά τον ορισμό του «πράσινου». Για την εξασφάλιση της διαφάνειας, θα εμπλακούν στη διαδικασία και οι second party advisors, αλλά και οι third party advisors, που θα έχουν λόγο και ρόλο επί της επιλογής και της προώθησης των επενδύσεων.

*(Από τη Ναυτεμπορική)