Η πρόσφατη έκκληση του Λευκού Οίκου προς τον OPEC+ για μεγαλύτερη παραγωγή αργού ώστε να μην αυξηθούν περαιτέρω οι τιμές σε επίπεδο καταναλωτή είναι χαρακτηριστική της απόλυτης σύγχυσης που επικρατεί στις ηγεσίες των περισσότερων κρατών μελών του Ο.Ο.Σ.Α ως προς την πολιτική που επιθυμούν να ακολουθήσουν αναφορικά με τα ορυκτά καύσιμα, και ειδικά ως προς το πετρέλαιο. Γιατί πώς διαφορετικά μπορούμε να ερμηνεύσουμε το ότι τον περασμένο Μάιο ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (ΙΕΑ), που εδρεύει στο Παρίσι και αναφέρεται στον Ο.Ο.Σ.Α, στην περίφημη Έκθεσή του και Οδικό Χάρτη (Roadmap) για τον μηδενισμό των εκπομπών του θερμοκηπίου μέχρι το 2050 (γνωστή ως Net Zero 50) συμβούλευε τα κράτη μέλη για τον άμεσο τερματισμό των ερευνών υδρογονανθράκων

προκειμένου να αρχίσει να μειώνεται η παραγωγή ώστε να μηδενισθεί, ει δυνατόν, τα επόμενα 30 χρόνια, προκειμένου να σωθεί ο πλανήτης από την υπερθέρμανση; Και τώρα ένα από τα βασικά μέλη του, όπως είναι οι ΗΠΑ, ζητά από το διεθνές καρτέλ του πετρελαίου που είναι στην ουσία ο OPEC+ (όπου ως γνωστό συμμετέχει και η Ρωσία) να αυξήσουν την παραγωγή τους;

Την στιγμή κατά τη οποία η κυβέρνηση Τζο Μπάιντεν έχει πλήρως υιοθετήσει το αφήγημα της «κλιματικής κρίσης» επιστρέφοντας στην Συμφωνία των Παρισίων (από την οποία είχαν αποχωρήσει οι ΗΠΑ επί προεδρίας Τραμπ) και υιοθετώντας μέτρα για περιορισμό της εξορυκτικής δραστηριότητας στις ΗΠΑ (λ.χ. ακύρωση αγωγού XL για τη μεταφορά πετρελαίου μεταξύ ΗΠΑ και Καναδά, άρση αδειοδοτήσεων για έρευνες υδρογονανθράκων σε ομοσπονδιακά εδάφη κ.λπ.), η παρότρυνση της προς τον OPEC+ για αύξηση της παραγωγής προκειμένου να ελεγχθεί η άνοδος των τιμών ακούγεται σαν κακόγουστο αστείο. Πράγματι, στην εσωτερική αγορά των ΗΠΑ η μέση τιμή στην αντλία για ένα γαλόνι βενζίνης (το γνωστό gasoline) για τον μήνα Ιούνιο ήταν $ 3,160 ενώ το α΄ δεκαπενθήμερο του Αυγούστου κινήθηκε υψηλότερα στα $ 3,180 το γαλόνι για το regular και στα $ 3,500 το γαλόνι για το premium. Αυτές οι τιμές θεωρούνται υψηλές σε σύγκριση με το μέσο όρο της τελευταίας πενταετίας όπου το regular στην αντλία κόστιζε $ 2,57 το γαλόνι.

Εν τω μεταξύ, η τιμή του πετρελαίου στην αντλία στις ΗΠΑ, σε σύγκριση με το τι ισχύει στην Ευρώπη, επηρεάζεται άμεσα από τις ανατιμήσεις των διεθνών τιμών, για τον απλούστατα λόγο ότι η φορολογία αντιστοιχεί μόνο στο 16% επί της τελικής τιμής. Σε αντίθεση με την ΕΕ-27, αλλά και σε ορισμένες άλλες χώρες (λ.χ. Ιαπωνία), όπου οι παντός είδους επιβαλλόμενοι φόροι ισοδυναμούν κατά μέσο όρο με το 70% της τελικής τιμής. Με την τιμή του αργού στις διεθνείς αγορές να έχει ανακάμψει πάνω από τα $ 70 το βαρέλι τους τελευταίους 2,5 μήνες και με ανοδική προοπτική λόγω ανάκαμψης της παγκόσμιας οικονομίας - η οποία, παρά την μετάλλαξη Δέλτα του κορωνοϊού, κινείται ήδη στην μετά Covid-19 περίοδο - η κυβέρνηση Μπάιντεν φοβάται τα χειρότερα σε περίπτωση που οι τιμές εκτοξευθούν στα $ 80 το βαρέλι και άνω, όπως προβλέπουν οι περισσότερες Αμερικανικές επενδυτικές τράπεζες.

Να σημειώσουμε ότι για πολλές ήμερες τον Ιούλιο η τιμή του Brent, του διεθνούς benchmark, διεπραγματεύετο στα $ 76 το βαρέλι, ενώ σήμερα (18/8) έχει υποχωρήσει στα $ 69,50 λόγω της αβεβαιότητας που έχει δημιουργηθεί ως προς την επίδραση της μετάλλαξης Δέλτα στην ζήτηση.



Και ενώ μέχρι το 2019 οι ΗΠΑ λόγω υψηλής εγχώριας παραγωγής, που είχε φθάσει σε ιστορικά υψηλά στα 18,0 εκατ. βαρέλια την ημέρα (αργό και NGL’s ), κάλυπταν το 88% της κατανάλωσης τους, σήμερα η συνολική παραγωγή έχει μειωθεί κατά τουλάχιστον 2,0 εκατ. βαρ./ημέρα (εκ των οποίων το αργό αντιστοιχεί στα 1,6 εκατ. βαρ./ημέρα) - με την Αμερικανική πετρελαϊκή βιομηχανία να έχει πληγεί σοβαρά τους τελευταίους 18 μήνες κυρίως λόγω της δραματικής υποχώρησης της τιμής του Αμερικανικού αργού (του WTI αλλά και άλλων ποικιλιών) όπου ως γνωστό τον Απρίλιο του 2020 έφθασε να πωλείται κάτω του μηδενός (δηλ. αρνητικές τιμές).

Έκτοτε η παραγωγή ανέκαμψε σημαντικά αλλά, σύμφωνα με στοιχεία της Rystad, η νέα παραγωγική δραστηριότητα- που αποτιμάται με το πόσες ερευνητικές γεωτρήσεις είναι ενεργές- κατά την τρέχουσα περίοδο (καλοκαίρι 2021) εμφανίζεται μειωμένη κατά 35% σε σύγκριση με την ίδια περίοδο το 2019. Με την αρνητική στάση της κυβέρνησης Μπάιντεν έναντι νέων ερευνών και περαιτέρω ανάπτυξης του πετρελαϊκού κλάδου, οι εκτιμήσεις παραγόντων της αγοράς όπως του American Petroleum Institute, για αξιόλογη αύξηση της Αμερικανικής παραγωγής δεν είναι καθόλου ενθαρρυντικές.


source: IEA Oil Market Report, August 2021

Την στιγμή που η Αμερικανική πετρελαϊκή βιομηχανία έχει όλη την δυνατότητα να αυξήσει την παραγωγή της έτσι ώστε να μειωθούν ακόμα περισσότερο οι εισαγωγές από χώρες του OPEC+, προκαλούν θυμηδία στους πετρελαϊκούς κύκλους οι αψυχολόγητες δηλώσεις του Αμερικάνου προέδρου περί ανάγκης αύξησης της παγκόσμιας παραγωγής και ιδιαίτερα αυτή του πετρελαϊκού καρτέλ. Θεωρούν δε την στάση του Αμερικάνου προέδρου άκρως υποκριτική, αφού, ενώ απευθύνει εκκλήσεις στην διεθνή αγορά για αύξηση της παραγωγής, την ίδια στιγμή θέτει κάθε λογής εμπόδια στις εγχώριες εταιρείες στην προσπάθεια του να παράγουν περισσότερο πετρέλαιο κι φυσικό αέριο.

Το βασικό ερώτημα που απευθύνουν σήμερα οι πετρελαϊκές μέσω των εκπροσώπων τους, τόσο οι ανεξάρτητες IOC’s όσο και οι κρατικές, οι NOC’s, προς την Αμερικανική κυβέρνηση αλλά και προς τις ευρωπαϊκές χώρες που συμπλέουν με την Ουάσινγκτον, είναι εάν επιθυμούν μακροχρόνια να προμηθεύονται πετρέλαιο σε λογικές και προβλέψιμες τιμές ή σε ακριβές και ανεξέλεγκτες, στην περίπτωση που επιμείνουν στην δημιουργία αντικινήτρων και εμποδίων με στόχο τον περιορισμό της ερευνητικής δραστηριότητας και εν τελεί στην μείωση της διεθνούς παραγωγής;

Όμως όπως δείχνουν τα πλέον πρόσφατα στοιχεία του ΙΕΑ (εδώ), η παγκόσμια ζήτηση αργού κάθε άλλο δείχνει σημεία υποχώρησης, αφού το 2ο τρίμηνο του 2021 έτρεχε με 94,9 εκατ. βαρ./ημέρα ενώ η εκτίμηση για όλο το τρέχον έτος είναι ότι αυτή θα διαμορφωθεί στα 96,2 εκατ. βαρ. και το 2022 θα έχει ανακάμψει πλήρως - σε σχέση με το 2019- στα 99,3 εκατ.βαρ./ημέρα.

Μεσοπρόθεσμα και βάσει προβλέψεων των περισσότερων πετρελαϊκών,  το πιθανότερο είναι ότι η παγκόσμια ζήτηση το 2025 θα κινείται στο επίπεδο των 104 με 105 εκατ. βαρ./ημέρα, με το πετρέλαιο και φυσικό αέριο να αποτελούν το βασικό καύσιμο στην μετά-Covid εποχή για την οικονομική ανάπτυξη του πλανήτη, το μεγαλύτερο μέρος του οποίου εξακολουθεί να είναι πτωχοποιημένο και άρα να αποζητά να βελτιώσει το βιοτικό του επίπεδο.

source: IEA Oil Market Report, August 2021

Τέλος, όπως παρατηρούν παράγοντες της διεθνούς ενεργειακής αγοράς, ανώτερα διευθυντικά στελέχη μεγάλων εταιρειών, θα πρέπει πολύ σύντομα οι κυβερνήσεις των πετρέλαιο εισαγωγικών χωρών να αντιμετωπίσουν την σημερινή κατάσταση της ενεργειακής προμήθειας μακριά από ιδεοληψίες και θεωρίες βασισμένες ,ως επί τω πλείστον, σε υποθετικά σενάρια βασισμένα σε μαθηματικά μοντέλα. Εάν εξακολουθήσουν να προάγουν το αφήγημα της «κλιματικής κρίσης» και να κινούνται επιθετικά κατά των ορυκτών καυσίμων, που, όμως, εξασφαλίζουν το 85% της παγκόσμιας ενεργειακής προμήθειας, πολύ σύντομα ο κόσμος θα βρεθεί αντιμέτωπος μια ιδιαίτερα υψηλές τιμές, και, ακόμα χειρότερα, θα κληθεί να διαχειριστεί καθημερινές ελλείψεις στην τροφοδοσία, αναδεικνύοντας το θέμα της ενεργειακής ασφαλείας ως ισότιμο με αυτό της παγκόσμιας υγείας.