Πριν καλά-καλά κοπάσει ο ενθουσιασμός  των Ευρωπαίων για την νίκη Μπάιντεν, οι ίδιοι συνειδητοποίησαν με τον πιο σκληρό τρόπο ότι το δόγμα Τραμπ «Πρώτα η Αμερική» ήρθε για να μείνει. Η ιστορική συμφωνία μεταξύ ΗΠΑ, Αυστραλίας και Βρετανίας έπιασε κυριολεκτικά την Ευρώπη στον ύπνο. Άγνοια και αιφνιδιασμό δηλώνουν οι Βρυξέλλες, ενώ οι Γάλλοι μιλούν ξεκάθαρα για προδοσία, καθώς ενημερώθηκαν για την συμφωνία λίγες ώρες πριν τις επίσημες ανακοινώσεις. Αιτία της οργής τους η απώλεια άνω των 50 δισεκατομμυρίων ευρώ καθώς η συμφωνία προβλέπει την αγορά αμερικανικών πυρηνοκίνητων υποβρυχίων από την Αυστραλία, ακυρώνοντας την ισχύουσα σύμβαση για την προμήθεια γαλλικών υποβρυχίων.

Σε μια πρωτοφανή κίνηση το Παρίσι ανακάλεσε τους πρεσβευτές τους από ΗΠΑ και Αυστραλία. Όπως μας είπε ένας κορυφαίος αναλυτής, είναι απίστευτο η Γαλλία να έχει αυτή

την στιγμή πρέσβη στην Μόσχα και όχι στην Ουάσιγκτον. Η μεγάλη αυτή ρήξη μεταξύ των δύο παραδοσιακών συμμάχων θυμίζει το 2003 και την αντιπαράθεση Μπους-Σιράκ για τον πόλεμο του Ιράκ. Τότε ο Γάλλος πρόεδρος Ζακ Σιράκ είχε καταστήσει σαφές  στον Αμερικανό ομόλογό του ότι η παγκόσμια κοινότητα δεν πρόκειται να υποστηρίξει το τελεσίγραφό του στον Σαντάμ Χουσεΐν, το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ αντίκειται στην κίνηση αυτή, και πως το να αγνοείται η διεθνής κοινή γνώμη είναι μία πράξη που φέρει «μεγάλη ευθύνη». Τώρα ο Γάλλος υπουργός Εξωτερικών Ζαν Υβ Λε Ντριαν ομιλεί για  «μαχαιριά στην πλάτη», τονίζοντας ότι «αυτά δεν γίνονται μεταξύ συμμάχων».

Πράγματι ποιος θα φανταζόταν αυτή την εξέλιξη πριν λίγους μήνες όταν οι Ευρωπαίοι εξυμνούσαν την υποτιθέμενη επιστροφή της Αμερικής στην Δύση. Δίκιο είχαν κατά κάποιον τρόπο. Επέστρεψε αλλά στο πλευρό της Βρετανίας, που δικαίως πανηγυρίζει για την πρώτη μεγάλη διπλωματική της νίκη μετά το Brexit και σχεδόν περιπαίζει τους Γάλλους. «Είμαστε πολύ υπερήφανοι για τη σχέση μας με τη Γαλλία», δήλωσε ο Βρετανός πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον σε δημοσιογράφους στην πτήση του προς τη Νέα Υόρκη, ενώ μίλησε για «αγάπη» των Βρετανών απέναντι στη Γαλλία που είναι, κατ’ αυτόν, «αδύνατο να ξεριζωθεί». Μάλλον θα είναι αντίστοιχη της μεγάλης «αγάπης» που έδειξαν οι Γάλλοι προς την Βρετάνια καθ όλη την διάρκεια των διαπραγματεύσεων για το Brexit.

Φυσικά δεν ήταν μόνο οι  Ευρωπαίοι που πιάστηκαν εξ απήνης. Ο κεντρικός αποδέκτης ήταν άλλος και ορθώς ανησυχεί. Χωρίς να το δηλώσουν ευθαρσώς, η συμμαχία αυτή έχει ως στόχο να ανακόψει την επιρροή της Κίνας και τις επεκτατικές βλέψεις της στον Ειρηνικό, καθώς είναι ξεκάθαρο πλέον ότι η αμερικανική εξωτερική πολιτική θεωρεί ως νούμερο ένα πλέον αντίπαλό της την Κίνα και όχι την Ρωσία. Το Πεκίνο μίλησε για όξυνση του κλίματος έντασης και ψυχροπολεμική νοοτροπία και η απάντηση ήρθε μόλις μια ημέρα μετά, με επίδειξη ισχύος απέναντι στην Ταϊβάν. Σύμφωνα με το υπουργείο Άμυνας της Ταϊβάν, δέκα κινεζικά πολεμικά αεροπλάνα πέταξαν στον εναέριο χώρο της νήσου, για να αναχαιτισθούν από δικά της αναγνωριστικά αεροπλάνα. Επίσης, η Κίνα κατέθεσε αίτημα ένταξης στη συμφωνία για τη Ζώνη Ελευθέρου Εμπορίου, CCTP, την οποία έχουν υπογράψει 11 χώρες του Ειρηνικού, μεταξύ των οποίων Αυστραλία, Ιαπωνία, Νέα Ζηλανδία και Καναδάς. Η εν λόγω συμμαχία κατείχε κεντρική θέση στη στρατηγική του Ομπάμα για την αναχαίτιση της Κίνας, όμως δεν είχε την ίδια τύχη επί Τραμπ, ο οποίος και απέσυρε τις ΗΠΑ από την συμφωνία. Ο υπουργός Οικονομικών της Ιαπωνίας, Γιασουτόσι Νισιμούρα, η χώρα του οποίου προεδρεύει αυτή την περίοδο της CCTP, δήλωσε ότι θα συμβουλευθεί τα υπόλοιπα μέλη προκειμένου να διαπιστωθεί εάν η Κίνα «είναι έτοιμη να ανταποκριθεί στα υψηλά κριτήρια ένταξης».

Η τεταμένη αυτή κατάσταση στις σχέσεις μεταξύ των υπερδυνάμεων σίγουρα προμηνύει έναν δύσκολο χειμώνα και ουδείς μπορεί να πει με βεβαιότητα ποιες θα είναι οι επόμενες κινήσεις σε  αυτό το ιδιότυπο σκάκι. Είναι γεγονός πάντως ότι οι ΗΠΑ έχουν χάσει πλέον κάθε αξιοπιστία ως σύμμαχοι κα εταίροι. Πρώτα, οι Κούρδοι, μετά οι Αφγανοί, τώρα οι Γάλλοι, και εύλογα θα αναρωτηθεί κανείς ποιοι θα ακολουθήσουν...