Η ανακοίνωση  της παραίτησης του Γενς Βάιντμαν από την προεδρία της γερμανικής Ομοσπονδιακής Τράπεζας συνέπεσε σχεδόν με την πρόταση των οικονομολόγων του ESM για την έστω και μερική αναθεώρηση των αυστηρών ορίων του Συμφώνου Σταθερότητας. Αν αυτό είναι τυχαίο, δεν γνωρίζουμε. Ωστόσο το μόνο σίγουρο είναι ότι η αποχώρηση του Γερμανού υπερμάχου της σκληρής λιτότητας θα κάνει σίγουρα πιο εύκολη 

την ζωή όσων τάσσονται υπέρ μια μεγαλύτερης ευελιξίας. Συγκεκριμένα, οι οικονομολόγοι του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας(ESM), προτείνουν να αυξηθεί από το 60% στο 100% το ανώτατο όριο για το συνολικό επίπεδο χρέους των χωρών του ευρώ. 

«Η πρόταση του ESM είναι να παραμείνει το ανώτατο όριο δημοσιονομικού ελλείμματος στο 3% του ΑΕΠ, αλλά το χρέος της γενικής κυβέρνησης να αυξηθεί στο 100%», αναφέρεται χαρακτηριστικά στο κείμενο των 32 σελίδων, που υπογράφουν έξι οικονομολόγοι, μεταξύ των οποίων και Γιώργος Παλαιοδήμος από την Τράπεζα της Ελλάδας. «Η επιμονή στη σταθεροποίηση του χρέους στο ΑΕΠ στο 60% θα συνεπαγόταν είτε μη ρεαλιστικές προσπάθειες μείωσης για 20 χρόνια, είτε θα απαιτούσε την επέκταση του ορίζοντα σύγκλισης πέρα από αυτό, καθιστώντας ουσιαστικά το όριο αναποτελεσματικό», αναφέρουν οι οικονομολόγοι. Στην πρόταση, που δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα του ευρωπαϊκού οργανισμού, τονίζεται ότι η μεταρρύθμιση θα πρέπει να είναι δυνατή χωρίς αλλαγή των Συνθηκών της ΕΕ. Δηλαδή προσπαθούν να αποφύγουν την διεξαγωγή σχετικών δημοψηφισμάτων στα κράτη μέλη, μετά το πάθημα του Brexit αλλά και των αρνητικών δημοψηφισμάτων  σε Γαλλία και Ολλανδία για το Ευρωσύνταγμα.

Όμως, στο θέμα που αφορά πρωτίστως  την Ελλάδα και την Ιταλία, τις δύο χώρες με το μεγαλύτερο χρέος, οι οικονομολόγοι του ESM δεν κάνουν ουσιαστικές παραχωρήσεις. Ένας βασικός κανόνας του Συμφώνου Σταθερότητας ορίζει ότι οι χώρες με χρέος πάνω από το ανώτατο όριο (100% του ΑΕΠ με βάση τις προτάσεις του ESM) είναι υποχρεωμένες να μειώνουν τη διαφορά από το όριο με ρυθμό 5% ετησίως (κατά το 1/20), ώστε μέσα σε μια εικοσαετία να έχουν επανέλθει στο ανώτατο όριο. Και ο ESM προτείνει ο κανόνας αυτός να διατηρηθεί  παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα και η Ιταλία θα επιβαρυνθούν με την υποχρέωση για αρκετά υψηλά πλεονάσματα, προκειμένου να συμμορφωθούν με αυτόν τον κανόνα. Με τα σημερινά δεδομένα, όπου το ελληνικό χρέος ξεπερνά το 200% του ΑΕΠ, θα έπρεπε η Ελλάδα να επιτύχει μια μείωση του χρέους τουλάχιστον κατά 5% του ΑΕΠ.

Ένα άλλο προβληματικό σημείο είναι ο διαχωρισμός της επιτήρησης των χωρών σε δύο ταχύτητες. Τα κράτη που έχουν χρέος χαμηλότερο από το όριο του 100%, θα παρακολουθούνται από την Κομισιόν μόνο σε ό,τι αφορά την εφαρμογή του κανόνα για τις δημόσιες δαπάνες.  Αντιθέτως, για όσες χώρες έχουν υπερβολικό χρέος, η Κομισιόν θα πρέπει να ορίζει δημοσιονομικούς στόχους για την επόμενη τριετία σε κυλιόμενη βάση, οι οποίοι θα είναι συνεπείς με τη μείωση του χρέους, όπως προβλέπουν οι σχετικοί κανόνες.  Με απλά λόγια αυτό θα σήμαινε για την Ελλάδα τη συνέχιση των ίδιων κανόνων που εφαρμόζονται εδώ και χρόνια με τα μνημόνια, όπου οι ευρωπαϊκοί θεσμοί και, παλαιότερα, το ΔΝΤ όριζαν τους στόχους για τα πρωτογενή πλεονάσματα.

Η διαβούλευση για την αλλαγή του Συμφώνου Σταθερότητας άρχισε με πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στις  19 Οκτωβρίου και προβλέπεται ότι θα είναι μακρά και δύσκολη. Ενώ η Ελλάδα, η  Ιταλία, η Γαλλία, η Πορτογαλία και άλλες μεσογειακές χώρες ζητούν πιο φιλικούς προς τις επενδύσεις και την ανάπτυξη κανόνες, η ομάδα των  «φειδωλών»  μεταξύ των οποίων η Γερμανία, η Ολλανδία  επιθυμούν αυστηρή τήρηση των υφιστάμενων κανόνων. Καθοριστικό ρόλο στην έκβαση της όλης διαδικασίας θα παίξει φυσικά η νέα γερμανική κυβέρνηση. Στις 15 Οκτωβρίου, οι Σοσιαλδημοκράτες, οι Πράσινοι και οι φιλελεύθεροι ξεκίνησαν επίσημες συνομιλίες για τη δημιουργία κυβέρνησης συνασπισμού. Οι Σοσιαλδημοκράτες έχουν δηλώσει ότι δεν χρειάζεται απαραιτήτως αλλαγή του Συμφώνου Σταθερότητας, καθώς

έχει «αποδείξει την ευελιξία του». Οι δε Φιλελεύθεροι, που φλερτάρουν εντόνως με το υπουργείο Οικονομικών τάσσονται υπέρ της αυστηρής δημοσιονομικής πειθαρχίας. Συνεπώς, δεν αναμένεται και καμία θεαματική στροφή από την νέα γερμανική κυβέρνηση. Καταλυτική θα είναι και η στάση της Γαλλίας, η οποία αναλαμβάνει και την προεδρία της ΕΕ στις αρχές του έτους. Ωστόσο,  εκείνη την περίοδο η χώρα θα προετοιμάζεται για τις εκλογές της Άνοιξης, στις οποίες ο Μακρόν δεν προβλέπεται να κάνει περίπατο, με την Λε Πέν και τον Ζεμμούρ να παραμονεύουν. Σε κάθε περίπτωση, οι τελικές αποφάσεις για το Σύμφωνο Σταθερότητας πρέπει να έχουν ληφθεί μέσα στο 2022, καθώς οι κανόνες επανέρχονται το 2023 και τα κράτη πρέπει να γνωρίζουν που ακριβώς βαδίζουν.