απώτερος στόχος των οποίων ήτο η επαναπροσέγγιση των δύο χωρών σε ανώτερο πολιτικό και οικονομικό επίπεδο μετά μια μακρά περίοδο ψύχρανσης, ιδίως μετά την αψυχολόγητη απέλαση από την Ελλάδα Ρώσων διπλωματών τον Ιούλιο του 2018 με δικαιολογία «παράνομες» δραστηριότητες ( βλέπε κατασκοπία) και υπό την αφόρητη πίεση των ΗΠΑ. Μια πράξη που έμμεσα πλην σαφώς εντάχθηκε στην ευρύτερη αντιπαράθεση Ρωσίας - ΗΠΑ αλλά λίγο έλλειψε να οδηγήσει σε πλήρες τέλμα τις διπλωματικές σχέσεις των δύο παραδοσιακά φίλων χωρών. Υπό αυτή την έννοια η τωρινή επίσκεψη της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας στην Ρωσία πραγματοποιήθηκε σε μια προσπάθεια επανεκκίνησης και damage repair αν και ήλθε στην πλέον ακατάλληλη χρονικά στιγμή όπου παρατηρείται εκ νέου όξυνση στις σχέσεις των δυο υπερδυνάμεων με αφορμή την σκλήρυνση της στάσης της Ρωσίας αναφορικά με την Ουκρανία και τις υπόγειες αλλά συστηματικές προσπάθειες της Ουάσινγκτον να την προσδέσουν στο νατοϊκό άρμα.
Πραγματικά, προκαλεί ειρωνικά σχόλια, αν όχι θλίψη, η ψευδής εικόνα που καλλιέργησαν συστηματικά και τελικά μετέδωσαν τα περισσότερα Ελληνικά ΜΜΕ για την επίσκεψη του Υπουργού Ενέργειας στα γραφεία της Gazprom, αποδίδοντας στον κ. Σκρέκα περίπου μεταφυσικές ιδιότητες και θέτοντας αυτόν σε μια δήθεν αντιπαράθεση με τον ενεργειακό γίγαντα. Όμως χωρίς να στερείται αντικειμένου ή χρησιμότητας η συνάντηση του Έλληνα υπουργού ενέργειας με τον πρόεδρο της Ρωσικής ενεργειακής κ.Αλεξέι Μιλερ κάθε άλλο παρά διαπραγμάτευση μπορεί να θεωρηθεί διότι αυτές παραδοσιακά πραγματοποιούνται βάσει συγκεκριμένων πρωτοκόλλων και αυστηρά σε επίπεδο τεχνοκρατών, με κάθε διαπραγματευτική ομάδα να έχει σαφείς οδηγίες από τους πολιτικούς προϊσταμένους της για τα όρια εντός των οποίων μπορεί να κινηθεί.
Εάν υποθέσουμε ότι η χώρα μας ήθελε να διαπραγματευθεί ουσιαστικά καλύτερους όρους αγοράς και παράδοσης ποσοτήτων φ.αερίου από την Gazprom, την μεγαλύτερη εταιρία παραγωγής και εξαγωγής φ. αερίου στον κόσμο, με ετήσια παραγωγή που ξεπερνά τα 500 δκβ, με στόχο την μείωση του ποσοστού που βασίζεται στις τρέχουσες τιμές στα gas hubs (κυρίως του Ολλανδικού TTF ) στο παραδοσιακό oil indexed συμβόλαιο της, (που τόσο επιπόλαια δαιμονοποίησαν κάποιοι στην Ευρώπη) ώστε αυτό να μειωθεί κάτω από το ισχύον σήμερα 80 % (το υπόλοιπο αντιστοιχεί σε πετρέλαιο), τότε η πρόκληση ξεπερνά κατά πολύ τα μέτρα και όρια της χώρας μας. Η υπόθεση αφορά ευρύτερα την Ευρώπη και τις εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην μεγάλη αγορά της (φθάνει τα 400 δκμ τον χρόνο) και για αυτό αργά ή γρήγορα θα αποτελέσει θέμα διαπραγμάτευσης σε ανώτερο ευρωπαϊκό επίπεδο με επισπεύδουσα την Κομισιόν, που τόσο ανώριμα και αναίτια έσπευσε να υιοθετήσει τα gas hubs ως την βάση αναφοράς για τιμολογήσεις φ. αερίου θεωρώντας ότι το πετρέλαιο ως βάση ήτο ξεπερασμένο. (Μόνο και μόνο επειδή ορισμένες «σοφές» κεφαλές στις Βρυξέλλες θεωρούν ότι σχετίζεται με το πετρέλαιο ως stranded assets).
Σήμερα, το τελευταίο λόγο στην επερχόμενη διαπραγμάτευση για τις τιμές την έχουν οι Ρώσοι οι οποίοι δικαιολογημένα δεν βιάζονται αλλά γελούν, με τα ευρωπαϊκά καμώματα και τη διφορούμενη θέση των πολιτικών και γραφειοκρατών ταγών για το τι πραγματικά θέλουν όταν τίθεται θέμα τιμολόγησης. Επιθυμούν σταθερότητα στις τιμές που μόνο τα oil indexed contracts προσφέρουν (βλέπε βιβλίο Komlev εδώ ) η επιθυμούν το διαρκώς μεταβάλομενο περιβάλλον των gas hubs, η χρησιμότητα των οποίων εξαντλείται στις προμήθειες spot.