Επιδημία μειώσεων και αναστολών παραγωγής εργοστασίων προκαλεί το κύμα ενεργειακών ανατιμήσεων

Κύμα «λουκέτων» και μείωση παραγωγής στη βαριά βιομηχανία της Ευρώπης φέρνει το τσουνάμι των ενεργειακών ανατιμήσεων, εγείροντας νέα απειλή για την οικονομική ανάκαμψη της περιοχής, των ώρα που η πανδημία αναζωπυρώνεται μέσα από τη μετάλλαξη Όμικρον.

Με τις τιμές του φυσικού αερίου και του ηλεκτρικού ρεύματος να σπάνε το ένα ιστορικό ρεκόρ μετά το άλλο, τα κόστη παραγωγής εκτινάσσονται, με πρώτα θύματα, όπως επισημαίνει το Bloomberg, τις βιομηχανίες μετάλλων και λιπασμάτων. Ήδη, η γαλλική Aluminium Dunkerque Industries, η μεγαλύτερη εταιρεία εξόρυξης αλουμινίου στην Ευρώπη προχώρησε σε μείωση της παραγωγής της, ενώ η Nyrstar του ομίλου Trafigura σταματά την παραγωγή αλουμινίου στη μονάδα της στη Γαλλία στις αρχές Ιανουαρίου. Σε διακοπή της παραγωγής της προχώρησε και η μεγάλη παραγωγός λιπασμάτων της Ρουμανίας Azomures.

Η έκρηξη των τιμών του φυσικού αερίου κατά 800% και του ρεύματος κατά 500% από τις αρχές του χρόνου δημιουργεί πια «ισχυρή πίεση στο σύνολο της οικονομικής δραστηριότητας», τονίζει στην τηλεόραση του Bloomberg η Σάρα Χιούιν, επικεφαλής αναλυτής της Standard Chartered για την Ευρώπη και την Αμερική. «Το τελευταίο κύμα ανόδου στις τιμές του φυσικού αερίου αποτελεί σοβαρή αρνητική εξέλιξη για τις προοπτικές όλων των ευρωπαϊκών οικονομικών, όπως και της Βρετανίας» προσθέτει.

Το αλουμίνιο είναι ανάμεσα στα μέταλλα με την πλέον υψηλή εξάρτηση από το ενεργειακό κόστος. Το γεγονός αυτό ανάγκασε την Aluminium Dunkerque να μειώσει την παραγωγή της κατά 3%, όπως δήλωσε ο εκπρόσωπος της εταιρείας Λοράν Ζιράρ. Η μείωση αυτή έχει κοστίσει ήδη στη γαλλική βιομηχανία 20 εκατ. ευρώ από τις αρχές Νοεμβρίου μέχρι σήμερα, ενώ ο Ζιράρ προειδοποιεί ότι πιθανότατα θα υπάρξουν και περαιτέρω περικοπές εάν οι ενεργειακές τιμές παραμείνουν στα τρέχοντα ιλιγγιώδη επίπεδα.

Η Nyrstar θέτει την πρώτη εβδομάδα του Ιανουαρίου σε αναστολή λειτουργίας ένα από τα μεγαλύτερα ορυχεία ψευδαργύρου που διατηρεί στη Γαλλία, ενώ προχωρά και σε μείωση της παραγωγής σε άλλες μονάδες της στο Βέλγιο και την Ολλανδία.

Ο ρουμανικός όμιλος ορυχείων Alro προειδοποίησε επίσης ότι οι τρέχουσες ενεργειακές τιμές είναι «μη ανεκτές» από την αγορά, ενώ και ο εξορυκτικός όμιλος ΚΑΡ στο Μαυροβούνιο ανακοίνωσε ότι οι πάροχοι ενέργειας ζητούν μεγάλες αυξήσεις για τον επόμενο χρόνο - γεγονός που μπορεί να αναγκάσει την εταιρεία να μειώσει και εκείνη την παραγωγή της στο τέλος του μήνα.

«Βλέπουμε μια υπαρξιακή κρίση πια στην ευρωπαϊκή βιομηχανία όχι μόνον του αλουμινίου, αλλά όλων των μετάλλων» λέει ο Μαρκ Χάνσεν, διευθύνων σύμβουλος της Concord Resources και επισημαίνει: «Οι μονάδες που κλείνουν δεν είναι εύκολο να επαναλειτουργήσουν - δεν ανοιγοκλείνεις απλώς τον διακόπτη σε συνθήκες τέτοιας κρίσης».

«Παρενέργειες» στα τρόφιμα

Η εκτίναξη του ενεργειακού κόστους χτυπά και τη διατροφική αλυσίδα, απειλώντας με παράλληλη κρίση στην αγορά τροφίμων. Η μεγαλύτερη εταιρεία λιπασμάτων της Ρουμανίας, η Azomures, που ανήκει στον ελβετικό όμιλο Ameropa, ανακοίνωσε επίσης ότι βάζει «λουκέτο» σε κάποιες μονάδες της προειδοποιώντας ταυτόχρονα ότι οι αγρότες δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν πια στις υψηλές τιμές των λιπασμάτων. Ο νορβηγικός όμιλος λιπασμάτων Yara, ο οποίος είχε προχωρήσει σε διακοπές παραγωγής το φθινόπωρο, ανακοίνωσε ότι παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις στην ενεργειακή αγορά και θα προχωρήσει σε νέες προσαρμογές της παραγωγής εάν χρειαστεί.

Κάμψη της τιμής ρεύματος στην Ελλάδα

Κάτω από τα επίπεδα των 400 ευρώ/MWh επέστρεψε για σήμερα η χονδρεμπορική τιμή του ρεύματος στην Ελλάδα, ακολουθώντας την τάση αποκλιμάκωσης που καταγράφηκε στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες (με την εξαίρεση της Ισπανίας και της Πορτογαλίας) - βοηθούσης και της μικρής υποχώρησης των τιμών του φυσικού αερίου μετά το προχθεσινό άλμα 20%. Η Γαλλία παρέμεινε στη «διακεκαυμένη ζώνη» (414 ευρώ/MWh), στη Γερμανία η τιμή υποχώρησε στα 300 ευρώ/MWh, η Πολωνία ανέκτησε τα σκήπτρα της φθηνότερης αγοράς στην Ευρώπη, με τιμή 218,13 ευρώ/MWh (+36,6%) και οι υπόλοιπες χώρες -συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας- καταγράφουν χονδρεμπορικές τιμές στα επίπεδα των 350 ευρώ/MWh.

Η γενικότερη -ανησυχητική- εικόνα όμως δεν αλλάζει για την Ελλάδα: Η μέση τιμή για τον Δεκέμβριο -που οδεύει προς το τέλος του- προσεγγίζει πλέον τα 255 ευρώ/MWh και θα μετακυλιστεί από τον επόμενο μήνα στους λογαριασμούς των νοικοκυριών μέσω των «ρητρών αναπροσαρμογής χρέωσης προμήθειας». Την ίδια στιγμή εντείνεται ο προβληματισμός στους κόλπους και της ελληνικής βιομηχανίας, που βλέπουν το «ντόμινο» των επιβαρύνσεων να μην έχει τελειωμό. Παράγοντες του ενεργειακού κλάδου αναδεικνύουν ως σημαντικό πρόβλημα την υποτυπώδη λειτουργία της προθεσμιακής αγοράς στο Χρηματιστήριο Ενέργειας λόγω της περιορισμένης ρευστότητας που διαθέτει, η οποία στερεί από τους προμηθευτές ενέργειας ένα πολύτιμο εργαλείο αντιστάθμισης του κινδύνου από τις διακυμάνσεις των spot αγορών, οδηγώντας τους στην εξολοκλήρου μετακύλιση των αυξήσεων των τελευταίων μηνών στις τιμές λιανικής. «Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι στην Ελλάδα όλη η ενέργεια θα αποζημιωθεί στις τρέχουσες τιμές των 350 και των 400 ευρώ, ενώ σε άλλες χώρες της Ευρώπης, μόνο το 20% της καταναλισκόμενης ενέργειας περνά μέσα από τα Χρηματιστήρια, και το υπόλοιποι διακινείται μέσα από τα διμερή συμβόλαια...» σημειώνουν οι ίδιοι παράγοντες.

«Καμπανάκι» μετακύλισης του κόστους στα προϊόντα

Τις ανατιμήσεις στις τιμές ενέργειας, οι οποίες, σε συνέχεια των αρνητικών οικονομικών επιπτώσεων που προκάλεσαν η πανδημία του Covid-19 και η δεκαετής οικονομική κρίση, επιβαρύνουν όλο και πιο πιεστικά τις ελληνικές επιχειρήσεις, πλήττοντας τη θέση τους, τόσο στη διεθνή αγορά όσο και στην εγχώρια, θίγει σε επιστολή του προς τον υπουργό Ανάπτυξης και Επενδύσεων Άδωνι Γεωργιάδη και τον υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κώστα Σκρέκα, ο πρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών (ΕΒΕΑ) Γιάννης Μπρατάκος.

Ο κ. Μπρατάκος επεσήμανε ότι τυχόν ανεπάρκεια στα μέτρα περιορισμού των συνεπειών του σφοδρού κύματος ανατιμήσεων ενδέχεται να επιφέρει νέες αυξήσεις στις τιμές των προϊόντων από το 2022. Ταυτόχρονα, παρέθεσε τις προτάσεις του ΕΒΕΑ προκειμένου να αντισταθμιστεί, κατά το δυνατόν, μέρος των επαυξημένων χρεώσεων.

Συγκεκριμένα, οι προτάσεις του ΕΒΕΑ, μεταξύ άλλων, περιλαμβάνουν:

* Τη διεύρυνση της δυνατότητας υπαγωγής στο καθεστώς μειωμένων χρεώσεων ΕΤΜΕΑΡ για το σύνολο των επιχειρήσεων, με την κατανάλωση να εισάγεται ως κριτήριο επιλεξιμότητας.

* Εφαρμογή μηχανισμού μείωσης ΥΚΩ, κατά το πρότυπο της μείωσης ΕΤΜΕΑΡ.

* Τη σύναψη μεσοπρόθεσμων συμβάσεων των επιχειρήσεων με παρόχους ηλεκτρικής ενέργειας, με βάση το μέσο συνολικό κόστος ενέργειας και με πρόβλεψη ασφαλίστρου κινδύνου έναντι ακραίων διακυμάνσεων των χρηματιστηριακών τιμών.

(από την εφημερίδα "ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ")