Στο μέτωπο της υγείας, που έχει αναδειχθεί ως καθοριστική παράμετρος της οικονομίας και της κοινωνίας, το τελευταίο διάστημα η κατάσταση παραμένει προβληματική με την πανδημία του κινεζοϊού να προελαύνει και να εξαπλώνεται, μέσω νέων μεταλλάξεων, για τρίτη συνεχή χρονιά. Μπορεί το εμβόλιο να έχει δώσει προστασία σε μεγάλο μέρος του πληθυσμού και να έχει επιτρέψει μια κάποια ομαλοποίηση της παγκόσμιας οικονομίας, όμως, δεν προβλέπεται να εξαλειφθεί εύκολα και τους επόμενους 12 μήνες τουλάχιστον, θα δούμε υψηλό αριθμό θανάτων και την πίεση στην νοσοκομειακή περίθαλψη να συνεχίζεται. Οι σοβαρές αρνητικές κοινωνικές και ψυχικές επιπτώσεις από την πανδημία δεν έχουν ακόμα πλήρως καταγραφεί, πόσω μάλλον κατανοηθεί, αλλά είναι απόλυτα βέβαιο ότι θα επηρεάσουν αρνητικά ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού κατά τα επόμενα χρόνια.
Αλλά ούτε οι τελευταίες εξελίξεις στο μέτωπο της οικονομίας προσφέρουν έδαφος για αισιοδοξία αφού ως αποτέλεσμα των υψηλών πληθωριστικών πιέσεων, που επέστρεψαν μετά από πολυετή απουσία, η οικονομία σε Ευρώπη (5,0% πληθωρισμός τον Δεκέμβριο) και ΗΠΑ (7,0 % αντίστοιχα) έχει να αντιμετωπίσει σοβαρές προκλήσεις. Σε τελευταίο άρθρο στο πόρταλ (εδώ), ο προβληματισμός που επικρατεί σήμερα στην Ευρώπη, και ευρύτερα, για τις αρνητικές επιπτώσεις του πληθωρισμού στην οικονομία, που εκτιμάται ότι θα τρέξει σε αρκετά υψηλότερα επίπεδα τους επόμενους μήνες, και δεν αποτελεί πρόσκαιρο φαινόμενο, είναι εμφανής. Ιδιαίτερα ανησυχητικές είναι οι διαπιστώσεις της ΕΚΤ για τα βασικά αιτία του καλπάζοντος πληθωρισμού που δεν είναι άλλα από τις υψηλές τιμές ενέργειας όπως αυτές διαμορφώθηκαν το Β΄ εξάμηνο του περασμένου έτους.
Όμως, σύμφωνα με τις περισσότερες εκτιμήσεις, οι τιμές όλων ανεξαιρέτως των ενεργειακών πρώτων υλών και προϊόντων πρόκειται να κινηθούν σε υψηλότερα επίπεδα το 2022 για μια σειρά από λόγους που έχουμε ήδη αναλύσει σε σειρά άρθρων μας στο πόρταλ το τελευταίο διάστημα (εδώ και εδώ) Ανακάμπτουσα υψηλή ζήτηση, μειωμένα αποθέματα και αδυναμία αύξησης της παραγωγής από τους περισσότερους βασικούς παραγωγούς είναι ο κοινός παρονομαστής. Δεν είναι τυχαίο που αρκετοί οικονομολόγοι που μέχρι πρόσφατα δήλωναν φανατικοί θιασώτες των πράσινων πολιτικών και της άμεσης εγκατάλειψης των ορυκτών καυσίμων, που μάλιστα είχαν βιαστεί να τα χαρακτηρίσει ως stranded assets, τώρα υποστηρίζουν ότι «η επιχειρούμενη βίαιη απανθρακοποίηση, κυρίως από την Ευρώπη, οδηγεί σε πολύ υψηλές τιμές αφού το παραγωγικό σύστημα είναι ανέτοιμο να παράξει επαρκή ενέργεια από ΑΠΕ σε παγκόσμιο κλίμακα».
Τόσο το πετρέλαιο, που πλησιάζει πλέον τα $ 90 το βαρέλι, με προβλέψεις ότι μέχρι το καλοκαίρι θα κινείται σταθερά άνω των $ 100, όσο και το φυσικό αέριο το οποίο στην Ευρώπη κινείται πλέον σταθερά άνω των € 80/MWh, δηλ. τέσσερις φορές υψηλότερα σε σχέση με την ίδια περίοδο πέρυσι, εγγυώνται ανατιμήσεις σε πλήθος καταναλωτικών προϊόντων. Με τις τιμές του ηλεκτρισμού να επηρεάζονται άμεσα σε επίπεδο καταναλωτή, καθώς, παρά την κρατική επιδότηση, τα περισσότερα νοικοκυριά και επιχειρήσεις καλούνται να πληρώσουν αρκετά υψηλότερα τιμολόγια, δυο φορές επάνω κατά μέσο όρο σε σύγκριση με πέρυσι. Και ας μην μιλήσομε για την βιομηχανία που πλήττεται ιδιαίτερα αδυνατώντας να παράγει και να εξάγει προϊόντα σε ανταγωνιστική βάση με αρκετές παραγωγικές μονάδες να υποχρεώνονται να κλείσουν και εντελώς αβέβαιη την επαναλειτουργία τους.
Παράλληλα με τις αρνητικές προοπτικές και την μεγάλη αβεβαιότητα που επικρατεί για την οικονομία εξίσου ανησυχητική είναι η εικόνα από γεωπολιτικής πλευράς. Τρία βασικά μέτωπα ευρίσκονται σε εξέλιξη. Πρώτον, η συνεχιζόμενη διένεξη Ρωσίας- ΗΠΑ με επίκεντρο την Ουκρανία και την επιμονή της Ουάσινγκτον για περαιτέρω επέκταση το ΝΑΤΟ ανατολικά. Το δεύτερο μέτωπο αφορά την εμβαθυνόμενη κρίση στις σχέσεις ΗΠΑ-Κίνας καθώς οι οικονομίες τους συνεχίζουν την αποσύνδεση τους καθώς επεκτείνεται διαρκώς η οικονομία της δεύτερης. Η διεκδίκηση από το Πεκίνο της Ταϊβάν αναμένεται να οδηγήσει σε μεγαλύτερη όξυνση τις σχέσεις των δυο χωρών καθώς και κλιμάκωση εχθροπραξιών με επίκεντρο την Νότια Σινική Θάλασσα. Τρίτο ενεργό μέτωπο είναι το Ιράν καθώς οι προοπτικές για μια νέα συμφωνία μεταξύ Ιράν και των 5+1 χωρών (βλέπε αναβίωση JCPOA) δεν είναι ιδιαίτερα θετικές καθώς η σκληροπυρηνική κυβέρνηση Ραϊσί δεν δείχνει σημεία υποχώρησης ενώ παράλληλα προωθεί το πρόγραμμα εμπλουτισμού ουρανίου με απώτερο στόχο την απόκτηση πυρηνικού οπλοστασίου. Και, την ίδια στιγμή, με το Ισραήλ να δηλώνει έτοιμο να βομβαρδίσει το Ιράν σε κάθε περίπτωση.
Τα ανωτέρω στοιχεία σε επίπεδο οικονομίας και γεωπολιτικής κάθε άλλο από θετικά μπορούν να θεωρηθούν και μάλλον προϊδεάζουν για μεγάλη μεταβλητότητα στις ενεργειακές αγορές, στην καλύτερη περίπτωση, και προδιαγράφουν μια νέα μεγάλη ύφεση στην χειρότερη.