Η «Μικρή» Ελλάδα με τη Μεγάλη Σκιά

Οι εκπρόσωποι της ελληνικής Πολιτείας αναφέρουν, διαχρονικά, την Ελλάδα ως «μικρή χώρα». Το άκουσα εσχάτως από τον Υπουργό μας τον Εξωτερικών, Νίκο Δένδια, στην περιβόητη εκδήλωση του νορβηγικού ινστιτούτου διεθνών σχέσεων όπου παρενέβη και ο πρέσβης της Άγκυρας στο Όσλο. Αναρωτιόμουν ανέκαθεν, γιατί οι πολιτικοί ταγοί μας εξακολουθούν να μιλούν για την «μικρή Ελλάδα»; Αποσκοπούν σε κάτι, ή είναι απλώς μια παράδοση που μας ακολουθεί από παλιά και αισθάνονται την ιερή υποχρέωση να τηρούν ευλαβικά; Ή είναι, ακόμη, κάποιου είδους μαθησιακή εθιμοτυπία στην οποία πρέπει να προσχωρήσουν εξαναγκαστικά οι Έλληνες πολίτες; Πέρα από την όποια ερμηνεία μπορεί να δώσει κανείς, η ουσία είναι το εάν τελικά είμαστε όντως μια «μικρή» χώρα. Η Ελλάδα δεν είναι μικρή. Τουναντίον είναι μια χώρα με μεγάλο ειδικό βάρος και όπως κάθε κράτος στη Γη, έχει ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα, δυνατά και αδύναμα σημεία.

energia.gr
Παρ, 18 Φεβρουαρίου 2022 - 08:00

Η Ελλάδα είναι “superpower” στον πολιτισμό και τις τέχνες, γεγονός που την καθιστά κορυφαίο τουριστικό προορισμό στον κόσμο. Χρειάζεται ένα καλύτερο οργανόγραμμα και μεγαλύτερη ποιότητα στελεχών για να αποκομίσει ακόμη περισσότερα οφέλη για την οικονομία, καθώς και ισχυροποίηση του brand name «Hellas».  

Είναι “superpower” στην ναυτιλία, προεξάρχοντος του κορυφαίου σε μέγεθος εμπορικού στόλου μεταφοράς υγροποιημένου φυσικού αερίου, για τον οποίο μας επιδαψιλεύουν τα εύσημα ακόμη και οι φειδωλοί σε κάτι τέτοια, Γερμανοί. Η προσαρμογή μας στις νέες καταστάσεις της αγοράς έρχεται να πιστοποιήσει την ευελιξία του πνεύματος που διαπνέει τον ελληνικό εφοπλισμό. Τα ελληνικά LNG carriers εφοδιάζουν αυτή τη στιγμή τις κυριότερες αγορές στον κόσμο με πολύτιμο αέριο, για την παραγωγή ρεύματος, τη λειτουργία της βιομηχανίας και τις ανάγκες του σπιτιού.

Διαθέτει, ανεξακρίβωτες –ακόμη- ποσότητες υδρογονανθράκων (οι μελέτες παραπέμπουν σε “σοβαρά” κοιτάσματα) που θα μπορούσαν, ενδεχομένως, όχι μόνο να καλύψουν σημαντικό μέρος της εγχώριας κατανάλωσης, αλλά και να συμβάλουν στον ενεργειακό εφοδιασμό της Ευρώπης. Κάτι που μοιάζει να σταματά μπροστά στον τείχο του πράσινου αφηγήματος των τελευταίων χρόνων που περιγράφηκε ξεκάθαρα στην περίφημη ρήση του Νίκου Δένδια, ότι η Ελλάδα δεν θα γίνει ποτέ χώρα παραγωγής πετρελαίου και φυσικού αερίου.

Ταυτόχρονα η Ελλάδα είναι όμως και μια φοβική χώρα, προϊόν, πιθανώς, της γεωπολιτικής και οικονομικής εξάρτησής της από την εποχή της απελευθέρωσης από τον οθωμανικό ζυγό. Σε κάθε περίπτωση είναι, όμως, μια χώρα που πραγματοποίησε εντυπωσιακό άλμα προόδου σε όλα τα επίπεδα, από τη δεκαετία του 1950, παρά τις φανερές ελλείψεις και αδυναμίες της και κατάφερε να καλύψει μεγάλο μέρος του χάσματος που τη χώριζε από τους προηγμένους Δυτικούς. 

Η “φοβία” ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για το γεγονός ότι η χώρα δεν έχει εκμεταλλευτεί, στο βαθμό που της πρέπει, τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματά της. Η εξωστρέφεια μοιάζει να επιστρέφει, δειλά-δειλά και αυτό είναι ένα ασφαλές δείγμα ουσιώδους μεταστροφής της πολιτικής φυσιογνωμίας της χώρας, που διασυνδέεται απολύτως με την οικονομική και κοινωνική ανέλιξη. Πρόκειται για ένα είδος «κανονικότητας» όπως έχουμε μάθει να την αποκαλούμε, από ένα όχι και τόσο μακρυνό παρελθόν, κατά το οποίο, ελήφθη, για παράδειγμα, κυβερνητική απόφαση για την κατάργηση του Υπουργείου Ναυτιλίας! Ήτοι, η χώρα με το μεγαλύτερο εμπορικό στόλο στον κόσμο δεν διέθετε για χρόνια, πολιτική πυξίδα για τα ναυτιλιακά της.

Οδηγός για τα επόμενα βήματά μας θα πρέπει να είναι η καλύτερη γνώση των συνθηκών και των νοοτροπιών που επικρατούν «εκεί», έξω από τα σύνορά μας και η εξεύρεση πιο αποτελεσματικών τρόπων διαχείρισής τους. Για παράδειγμα, ενώ καλώς αναδείχτηκαν οι «αξιοπρεπείς» εθνικά, θέσεις-απαντήσεις του κ. Δένδια προς τον εκπρόσωπο της τουρκικής διπλωματίας στην Νορβηγία, δεν επισημάνθηκε ένα άλλο, ακόμη πιο σοβαρό θέμα, που αφορά στο πώς αντιμετωπίζουν οι Ευρωπαίοι τα ελληνοτουρκικά, αλλά και το πώς οι… εξ ανατολών, έχουν καταφέρει να διοχετεύουν τη διπλωματική τοξίνη τους σε όλα τα ακαδημαϊκά φόρα και τα κέντρα λήψης αποφάσεων.

Ενώ έχει ολοκληρωθεί ο «διάλογος» Δένδια-Τούρκου πρέσβη, δίνεται ο λόγος στον καθηγητή Νομικής του πανεπιστημίου του Τρόμσο, Tore Henriksen ο οποίος, ενώ έχει ακούσει ττις απαντήσεις του Υπουργού Εξωτερικών, δεν επισημαίνει καν ότι η Τουρκία είναι χώρα που παραβιάζει τις διεθνείς συνθήκες και τους νόμους της θάλασσας, αφού αυτή είναι η ειδικότητά του. Αντιθέτως επιχειρεί να πείσει για την ανάγκη η Ελλάδα  να υποκύψει στις τουρκικές πιέσεις επειδή, σε διαφορετική περίπτωση, «θα απειληθεί η ασφάλεια της Ευρώπης» και πιθανόν η εικόνα του ΝΑΤΟ. Δηλαδή, δεν ενδιαφέρθηκε καθόλου για το Δίκαιο της Θάλασσας και το νομικό προηγούμενο που θα δημιουργηθεί!

Η προφανής ερμηνεία της στάσης που επέδειξε ο κ. Henriksen είναι ότι χώρα του δεν απειλείται από κανέναν και συνεπώς δεν ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για τους κινδύνους που απειλούν την Ελλάδα. Μια άλλη διάσταση του ιδίου προβλήματος θα μπορούσε να είναι, όμως, ότι επέλεξε να «νουθετήσει» μονομερώς την ελληνική πλευρά και να αφήσει στο απυρόβλητο την Τουρκία για λόγους που μόνο ο ίδιος γνωρίζει. Δεν είναι η πρώτη φορά και πιθανώς δεν θα είναι η τελευταία που Έλληνας αξιωματούχος βρίσκεται ενώπιος –ενωπίω με τέτοιες συμπεριφορές. Ίσως θα έπρεπε να γίνουν πιο προσεκτικοί οι Έλληνες διπλωμάτες και πολιτικοί όταν αποδέχονται ανάλογες προσκλήσεις για «ανταλλαγή» απόψεων στο εξωτερικό!  

 

 

          

Διαβάστε ακόμα