και των αγοραστών. Οι επιπτώσεις αυτής της σύγχυσης ήταν ιδιαίτερα οδυνηρές για τους ευρωπαίους καταναλωτές.
Την στιγμή που το επίκεντρο της επικαιρότητας αλλά και της οικονομίας αφορά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, η μετάβαση από τα συστήματα παραγωγής και κατανάλωσης ενέργειας με βάση τα ορυκτά καύσιμα σε εναλλακτικές μορφές ενέργειας, παραμένει ζωτικής σημασίας αλλά είναι συχνά υπεραπλουστευμένη όπως παρουσιάζεται στο κοινό. Δυστυχώς μέχρι πρότινος δεν εξηγήθηκε η αναγκαιότητα ενεργειακής ασφάλειας, ενώ είναι θέμα ζωτικής σημασίας για να διασφαλισθεί μια δίκαιη κατανομή της παγκόσμιας ενέργειας.
Οι υπεύθυνοι λήψης αποφάσεων του δυτικού κόσμου και ιδιαίτερα της ΕΕ πιστεύουν ακόμα ότι μια ρεαλιστική ενεργειακή μετάβαση μπορούσε να επιτευχθεί απλώς απενεργοποιώντας όλα τα ορυκτά καύσιμα, συμπεριλαμβανομένων των υδρογονανθράκων. Οι επιπτώσεις μιας τέτοιας επιμονής είναι δραματικές για την ΕΕ διότι η οικονομία της παραμένει εξαρτημένη από τους υδρογονάνθρακες και το αποτέλεσμα σήμερα είναι μια μεγάλη τρύπα στον ενεργειακό εφοδιασμό της. Ο επικεφαλής της πράσινης συμφωνίας της ΕΕ ανακοίνωσε, μετά την εισβολή της Ουκρανίας, ότι οι χώρες που σχεδιάζουν να χρησιμοποιήσουν λιγνίτη ως εναλλακτική λύση στο ρωσικό αέριο θα μπορούσαν να το κάνουν σύμφωνα με τους στόχους της ΕΕ για το κλίμα. Πως μεταφράζεται αυτό; Ότι τελικά για να επιτύχουμε την ενεργειακή μετάβαση πρέπει να κάψουμε το μέχρι πρότινος απαγορευμένο λιγνίτη. Παρεμπιπτόντως, η Γερμανία εισάγει ακόμα τον μισό λιγνίτη από την Ρωσία.
Δεν λείπουν τα παραδείγματα βεβιασμένης διαχείρισης της ενεργειακής μετάβασης και στο νότιο ημισφαίριο. Η Νέα Ζηλανδία απαγόρευσε πριν μόλις τέσσερα χρόνια την εξερεύνηση και παραγωγή υδρογονανθράκων και τώρα εξετάζει το ενδεχόμενο επανεισαγωγής άνθρακα για να εξασφαλίσουν την αναγκαία ενέργεια, και ας μολύνει περισσότερο. Σας θυμίζει κάτι ;
Προς το παρόν, 100 εκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου και 60 εκατομμύρια βαρέλια ισοδύναμου φυσικού αερίου καταναλώνονται κάθε ημέρα στον πλανήτη. Η μεταφορά τους απαιτεί αγωγούς το συνολικό μήκος των οποίων κάνει 30 φορές τον γύρο της γης (1,18 εκατομμύρια χιλιόμετρα). Η παγκόσμια παραγωγή φυσικού αερίου ανέρχεται σε 4,1 δισεκατομμύρια τόνους και απασχολεί 1090 σταθμούς υγροποίησης και αεριοποίησης ενώ ο αριθμός των πλοίων είναι τεράστιος (1). Αυτά τα περιουσιακά στοιχεία δεν εξαφανίζονται ως δια μαγείας ούτε αντικαθίστανται με διακηρύξεις.
Επτά χρόνια απραξίας
Οι λόγοι που οδήγησαν από το 2015 στη μείωση των παγκόσμιων εκπομπών CO2 δεν σχετίζονται με πολιτικές διακηρύξεις αλλά, με : 1) την έλλειψη χρηματοδότησης για καινούργιες έρευνες (2014-1015), 2) τον έλεγχο της προσφοράς που επιβλήθηκε από τον ΟΠΕΚ (2016-2017), 3) την άνοδο των τιμών σε 50 - 60 δολάρια το βαρέλι (2018-2019) συνοδευόμενη από επενδυτικούς ελέγχους για το περιβάλλον, 4) την παγκόσμια πανδημία Covid-19 (τέλη του 2019-2021) λόγω απαγόρευσης κυκλοφορίας και μείωσης της παγκόσμιας ζήτησης καυσίμων.
Υπό την πίεση της στρατιωτικής εισβολής από την Ρωσία στην Ουκρανία στις αρχές του 2022, το ενεργειακό μοντέλο της ΕΕ βάζει αρκετό νερό στο κρασί του αναθεωρώντας τη θέση του φυσικού αερίου, του πετρελαίου και του λιγνίτη, που καλούνται να συμβάλουν στην μείωση την ενεργειακής αστάθειας, της διαχείρισης της ακρίβειας και αποφυγής μίας χρόνιας κατάστασης ενεργειακής φτώχιας. Ακόμα και το υδρογόνο ξαναγίνεται προοδευτικά άχρωμο και άοσμο, χωρίς τις ρομαντικές χρωματικές αποκλίσεις που του απέδιδαν τα τελευταία χρόνια.
Παρόλα αυτά η πίεση συνεχίζει να αυξάνεται στους παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας για να αποσύρουν τα υπάρχοντα περιουσιακά στοιχεία που εξαρτώνται από τον εφοδιασμό με άνθρακα και να κατασκευάσουν άλλες μορφές παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Κατά αυτήν την έννοια, μεγάλες πετρελαϊκές εταιρείες επιταχύνουν τα προγράμματά τους για διαφοροποίηση με ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και ενέργεια χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών ως απάντηση στις πιέσεις των μετόχων. Από την άλλη πλευρά διαμορφώνουν ομως μια ρεαλιστική προσέγγιση για έναν νέο κύκλο εξερεύνησης υδρογονανθράκων που θα συμβάλει στην αποκατάσταση του παγκόσμιου εφοδιασμού κατά την επόμενη πενταετία ή επταετία (2).
Νέοι κύκλοι αδειοδότησης έρευνας και παραγωγής υδρογονανθράκων στην Ευρώπη
Σε αυτό το περιβάλλον και με ελαφρώς διαφορετικές πορείες, όσον αφορά την προσέγγισή τους στη μελλοντική εκμετάλλευση των κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου, οι δύο μεγάλοι παραγωγοί της Βόρειας Ευρώπης, εκτός ΕΕ, η Νορβηγία και το Ηνωμένο Βασίλειο, προχώρησαν σε καινούργιους γύρους αδειοδότησης (3) και πολλές χώρες της Νότιας Ευρώπης έχουν ξεκινήσει επίσης κύκλους αδειοδοτήσεων (4). Μήπως η Ελλάδα θα έπρεπε να μελετήσει το παράδειγμα ;
Στη Νορβηγία, το Υπουργείο Πετρελαίου και Ενέργειας ξεκίνησε το 2021 τον ετήσιο γύρο αδειοδότησης (ΑΠΑ), προσφέροντας στις πετρελαϊκές εταιρείες συνολικά 84 μπλοκ που βρίσκονται στη Βόρεια Θάλασσα, στην Νορβηγική υφαλοκρηπίδα και την θάλασσα Μπάρεντς. Από τα 84 μπλοκ τα 70 βρίσκονται στα βόρεια της θάλασσας Μπάρεντς. Η Νορβηγία εισήγαγε τους προκαθορισμένους γύρους αδειοδότησης το 2003 για να προωθήσει την εξερεύνηση στα πιο γνωστά μέρη της νορβηγικής υφαλοκρηπίδας επεκτείνοντας σε κάθε γύρο τις αρχικές περιμέτρους αδειοδότησης. Η κυβέρνηση δέχτηκε βέβαια σκληρή επίθεση από περιβαλλοντικές οργανώσεις για τη συνέχιση των γεωτρήσεων σε περιοχές της Αρκτικής. Το 2020, το ανώτατο δικαστήριο της Νορβηγίας ενέκρινε κυβερνητικά σχέδια για την εξερεύνηση στο Μπάρεντς, απορρίπτοντας αγωγή περιβαλλοντικών ομάδων που ισχυρίστηκαν ότι οι άδειες πετρελαίου παραβίαζαν ένα άρθρο του νορβηγικού συντάγματος και ότι ήταν αντίθετες στη συμφωνία του Παρισιού του 2015 για το κλίμα. Αυτή η ρεαλιστική αντιμετώπιση επέτρεψε οι ταμειακές ροές της κυβέρνησης από τη βιομηχανία των υδρογονανθράκων το 2021 να ανέρχονται σε περίπου 18 δισεκατομμύρια δολάρια. Για έναν πληθυσμό περίπου 4,5 εκατομμυρίων, η συνολική απασχόληση στον τομέα του πετρελαίου είναι περίπου 200.000. Η εξαγωγική αξία των υδρογονανθράκων το 2020 και το 2021 αποτελεί το 42% του συνόλου των εξαγόμενων αγαθών της Νορβηγίας, ενώ για το 2022 αναμένεται σημαντική αύξηση, ιδιαίτερα μετά τις εκκλήσεις της ΕΕ για την κάλυψη των αναγκών σε συνέχεια του εμπάργκο του Nord Stream 2.
Στο Ηνωμένο Βασίλειο, η κυβέρνηση προέβη τον Σεπτέμβριο του 2020 σε επανεξέταση της πολιτικής αδειοδότησης. Αποδεχόμενη τον ρόλο του πετρελαίου και του φυσικού αερίου στην πορεία της απανθρακοποίηση, συμπεριλαμβανομένων των στόχων καθαρών μηδενικών εκπομπών έως το 2050, εισάγει στους μελλοντικούς γύρους αδειοδότησης πετρελαίου και φυσικού αερίου, κριτήρια συμβατότητας. Τα κριτήρια αυτά λαμβάνουν υπόψη τη ζήτηση, τις τεχνολογίες δέσμευσης άνθρακα και την απόδοση της αιολικής υπεράκτιες ενέργειας. Το Τμήμα Επιχειρηματικής, Ενεργειακής και Βιομηχανικής Στρατηγικής (BEIS) δήλωσε ότι ο σχεδιασμός αυτού του σημείου ελέγχου θα ολοκληρωθεί μέχρι το τέλος του 2021. Σε αυτή την κατεύθυνση η Υπεράκτια Ρυθμιστική Αρχή Πετρελαίου για το Περιβάλλον και τον Παροπλισμό διενεργεί μια νέα Στρατηγική Περιβαλλοντική Αξιολόγηση της Υπεράκτιας Ενέργειας, η οποία θα υποστηρίζει μελλοντικούς γύρους αδειοδότησης. Η Αρχή Πετρελαίου και Φυσικού Αερίου (OGA) θα προχωρήσει με νέους γύρους αδειοδότησης για την εξερεύνηση πετρελαίου και φυσικού αερίου μετά την ολοκλήρωση αυτής της αξιολόγησης.
Αντίθετα, η Δανία, μέλος της ΕΕ και παραγωγός πετρελαίου από το 1972, θα διατηρήσει την εξόρυξη πετρελαίου και φυσικού αερίου στη Βόρεια Θάλασσα μέχρι το 2050 αλλά ακύρωσε όλους τους μελλοντικούς γύρους αδειοδότησης θεσπίζοντας σχέδια για την μετάβαση των εργαζομένων που έχουν πληγεί σε άλλες θέσεις. Η Δανία είναι επί του παρόντος ο μεγαλύτερος παραγωγός πετρελαίου στην ΕΕ αλλά κατέχει ηγετική θέση στην αιολική ενέργεια και τις εξαγωγές ανεμογεννητριών.
Το φυσικό αέριο της Ρωσίας
Η ευρωπαϊκή ενεργειακή μετάβαση βασίζεται ακόμα σήμερα κατά περισσότερο από 40 % στο φυσικό αέριο της Ρωσίας και κατά 37 % από υγροποιημένο αέριο ιδιαίτερα των ΗΠΑ. Το πόσο ρωσικό αέριο θα εισάγει η Ευρώπη στο μέλλον θα εξαρτηθεί, από τώρα και στο μέλλον, από τον ανταγωνισμό μεταξύ του ρωσικού φυσικού αερίου και άλλων πηγών, όπως το ΥΦΑ. Από τώρα προδιαγράφεται ότι μεγάλο μέρος θα αντικατασταθεί από το υγροποιημένο αέριο, ιδιαίτερα το σχιστολιθικό των ΗΠΑ.
Η Ρωσία διαθέτει τα μεγαλύτερα αποθέματα φυσικού αερίου στον κόσμο (47.800 Bcm) και προμηθεύει μεγάλο μέρος του φυσικού αερίου που χρησιμοποιείται από την Ευρώπη (περίπου το ένα τρίτο της κατανάλωσης φυσικού αερίου της ΕΕ) και μέχρι το 2035, η ΕΕ θα πρέπει να εισάγει περίπου 120 Bcm περισσότερο αέριο ετησίως (5). Το συνολικό δυναμικό τροφοδοσίας από αγωγούς προς την Ευρώπη ανέρχεται σε 360 Bcm ενώ οι ανάγκες της Ευρώπης (ΕΕ και εκτός ΕΕ) ανέρχονται σε 550 Bcm. Όσον αφορά την προσφορά, η Ρωσία και η Ευρώπη (όχι μόνο η ΕΕ) είναι μέχρι τώρα εξαρτημένες από κοινού, δεδομένου ότι η Ευρώπη είναι η κύρια αγορά της Ρωσίας. Αυτό υποδεικνύει ότι όσο το φυσικό αέριο της Ρωσίας παραμένει ανταγωνιστικό, η Ρωσία θα να παραμείνει, τουλάχιστον μεσοπρόθεσμα, σημαντικός προμηθευτής της Ευρώπης. Αυτό υποδηλώνει ότι εφόσον η ΕΕ θα πρέπει να εισάγει περισσότερο φυσικό αέριο, ιδίως καθώς οι ευρωπαϊκές προοπτικές παραγωγής από τους μεγάλους παραγωγούς φυσικού αερίου, όπως οι Κάτω Χώρες και το Ηνωμένο Βασίλειο, και η Νορβηγία, μειώνονται.
Οι προμηθευτές από πολλές διαφορετικές χώρες ανταγωνίζονται τώρα για τον εφοδιασμό της εσωτερικής αγοράς της ΕΕ. Εκτός από τους αγωγούς εισαγωγής, υπάρχουν 22 τερματικοί σταθμοί ΥΦΑ στην ΕΕ που μπορούν να παραλάβουν ΥΦΑ. Με χωρητικότητα 216 Bcm, αυτοί οι τερματικοί σταθμοί θα μπορούσαν να εισάγουν το 50 % της τρέχουσας ζήτησης της ΕΕ. Αλλά επί του παρόντος χρησιμοποιείται μόνο το 27 % της παραγωγικής ικανότητας αεριοποίησης ενώ απουσιάζει ο αναγκαίος αριθμός εγκαταστάσεων αποθήκευσης.
Ο Αγωγός Nord Stream 2 θα μετέφερε φυσικό αέριο στην Ευρώπη από το τεράστιο κοίτασμα φυσικού αερίου Bovanenkovo, που βρίσκεται στη χερσόνησο Yamal της Βόρειας Ρωσίας, η οποία διαθέτει περίπου 4,9 τρισεκατομμύρια κυβικά μέτρα αποθεμάτων φυσικού αερίου και αναμένεται να παράγει αέριο τουλάχιστον μέχρι το 2028.
Ο Αγωγός Nord Stream 2 είναι ένα ευαίσθητο θέμα. Από οικονομοτεχνική πλευρά, αποτελούσε μέρος της ανησυχία της Ουκρανίας η οποία θεωρούσε ότι θα ενισχύσει την επιρροή της Μόσχας στον ενεργειακό εφοδιασμό της δυτικής πλευράς της Ευρώπης μειώνοντας την σημασία της ανατολικής πλευράς εφοδιασμού. Κατά τη διάρκεια της τελευταίας επίσκεψης της Γερμανίδας Καγκελαρίου τον Οκτώβριο του 2021 στο Κίεβο, πριν αποχωρήσει, αναγνώρισε τις ανησυχίες του Ουκρανού Προέδρου σχετικά με τον αγωγό. Εκτός από την ανησυχία για το περιφερειακό ισοζύγιο ενεργειακού εφοδιασμού, ανησυχούσε για το τι θα συμβεί σε τρία χρόνια με την λήξη της σύμβασης για την παράδοση ρωσικού φυσικού αερίου στην Ευρώπη μέσω ουκρανικών αγωγών. Η απώλεια δισεκατομμυρίων δολαρίων σε τέλη διέλευσης θα έπληττε σκληρά την οικονομία της Ουκρανίας. Η Γερμανίδα Καγκελάριος υποσχέθηκε να παράσχει περισσότερα από ένα δισεκατομμύριο δολάρια για να βοηθήσει στην επέκταση του τομέα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας της Ουκρανίας (5).
Αλλά οι ανησυχίες για την υπέρμετρη εξάρτηση της ΕΕ από το φυσικό αέριο της Ρωσίας δεν είναι μόνο ευρωπαϊκές αλλά και ρωσικές. Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία που δημοσιεύει η Gazprom, φαίνεται ότι η Ρωσία φτάνει κοντά στην πλήρη παραγωγική της δυνατότητα και, ως εκ τούτου, θα ήταν πολύ δύσκολο να ανταποκριθεί ταυτόχρονα στην εγχώρια ζήτηση, την αποθήκευση στις δικές της εγκαταστάσεις και την εκπλήρωση των δεσμεύσεων εξαγωγών προς την Ευρώπη.
Το 2018 η Gazprom παρέδωσε περισσότερα από 200 Bcm φυσικού αερίου στην Ευρώπη (συμπεριλαμβανομένων χωρών εκτός ΕΕ), εκ των οποίων τα 87 Bcm διέρχονταν από την Ουκρανία. Με προβλεπόμενες πωλήσεις άνω των 200 Bcm στην Ευρώπη μετά το 2019, η Gazprom προέβλεπε την διατήρηση ενός συνεχούς ρόλου για την Ουκρανία, διότι θεωρούσε ότι η απότομη μείωση της ευρωπαϊκής παραγωγής φυσικού αερίου θα άφηνε ένα κενό εφοδιασμού που θα μπορούσε να καλυφθεί από αυξημένες εισαγωγές περίπου 120 Bcm ετησίως. Ο Nord Stream 2 θα ήταν σε θέση να μεταφέρει 55 Bcm ετησίως, αλλά δεν θα μπορούσε να καλύψει όλη την προαναφερόμενη ζήτηση των 120 Bcm της Ευρώπης, επιτρέποντας συνεπώς την διατήρηση χρήσης των ουκρανικών αγωγών και αποφεύγοντας ένα σενάριο απώλειας για τις δύο πλευρές.
Το φυσικό αέριο των ΗΠΑ
Το 2021, το 46% του LNG των ΗΠΑ εξήχθη στην Ασία και το 37% στην Ευρώπη (6) Οι ΗΠΑ στοχεύουν στα μέσα αυτής της δεκαετίας να αυξήσουν τις εξαγωγές LNG σε 16,3 Bcf (0,46 Bcm) ημερησίως (7) δηλαδή περίπου 165 Bcm ετησίως. Στις ΗΠΑ υπάρχουν σήμερα έξι εγκαταστάσεις εξαγωγής LNG με συνολική εξαγωγική ικανότητα 9,6 Bcf (0,27 Bcm) ημερησίως, (8) ιδιαίτερα από τη Λουϊζιάνα και το Τέξας. Προγραμματίζονται ακόμα τέσσερις εγκαταστάσεις στον κόλπο του Μεξικού και την ανατολική ακτή των ΗΠΑ.
Ένα δεύτερο σκέλος εκμετάλλευσης φυσικού αερίου σχετίζεται με την δέσμευση μεθανίου στις πετρελαιοπηγές ή τα διυλιστήρια. Οι μεγάλες αμερικανικές εταιρείες θα αυξήσουν την παραγωγή πετρελαίου, η κάθε μία από 500.000 μέχρι 1.000.000 βαρέλια ημερησίως. Επικεντρώνουν τις προσπάθειές τους για την καταπολέμηση των εκπομπών στη δέσμευση και αποθήκευση άνθρακα (CCS). Το 2019 περισσότερα από 150 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φυσικού αερίου αναφλέχθηκαν (flaring) παγκοσμίως στις πετρελαιοπηγές ή τα διυλιστήρια λόγω έλλειψης υποδομών σύλληψης και επεξεργασίας του μεθανίου. Αυτό αντιπροσωπεύει το 4% της παγκόσμιας κατανάλωσης φυσικού αερίου με ετήσια αξία 21 δισεκατομμυρίων δολαρίων (9). Είναι αρκετά μεγάλο εάν θεωρήσουμε ότι η Ευρώπη χρειάζεται 550 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φυσικού αερίου κάθε χρόνο. Η πετρελαϊκή βιομηχανία θα επενδύσει μόνο 2-3% των δαπανών της (10-15 από 450 δισεκατομμύρια δολάρια) κατά τα επόμενα τέσσερα χρόνια για να επιτύχει τον στόχο μείωσης των εκπομπών μεθανίου κατά 90% με τη σύλληψη και την επεξεργασία του μεθανίου. Αυτό το κόστος είναι μηδαμινό συγκριτικά με την επένδυση 1.000 δισεκατομμυρίων ευρώ για μόνο 2.5 % πρωτογενούς ζήτησης ενέργειας που έχει κάνει η ΕΕ από το 2000 με τις ΑΠΕ. Η επεξεργασία αυτών των ποσοτήτων μεθανίου θα συμβάλει στην αύξηση παραγωγής φυσικού αερίου, στα έσοδα των εταιρειών, αλλά και στην διάθεση μεγάλων ποσοτήτων για την παραγωγή υδρογόνου.
Το φυσικό αέριο της Ελλάδας
Στην Ελλάδα το 46% του φυσικού αερίου προήλθε το 2020 από εισαγωγές φορτίων LNG, το υπόλοιπο 54% από αγωγούς φυσικού αερίου. Το 2020 οι εισαγωγές LNG στην Ελλάδα προέρχονταν από ΗΠΑ, Αίγυπτο, Αλγερία, Κατάρ και Ρωσία. Εάν οι εισαγωγές αερίου ήταν μόνο από υγροποιημένο αέριο, η Ελλάδα θα κάλυπτε τις συνολικές σημερινές της ανάγκες με 40 μεγάλα πλήρη φορτία 170 χιλιάδων κυβικών μέτρων υγροποιημένου αερίου (LNG).
Δυστυχώς μέχρι τώρα δεν έχουν αντιμετωπιστεί ρεαλιστικά οι δυνατότητες ενεργειακής απεξάρτησης της Ελλάδας από εισαγωγές. Οι εκτιμώμενοι πόροι φυσικού αερίου από 30 δυνητικούς στόχους δυτικά, νοτιοδυτικά, νότια της Κρήτης και στο Ιόνιο Πέλαγος αντιστοιχούν σε 70 με 90 TCF (12 έως 15 Bboe) (10). Σε διάρκεια 20ετίας παραγωγής, αυτό αντιστοιχεί, τα μέγιστα, σε 125 Bcm ετήσιας παραγωγής. Λαμβάνοντας ένα ποσοστό επιτυχίας εκμετάλλευσιμότητας μόνο 25 %, η παραγωγή θα απέδιδε τουλάχιστον 30 Bcm ετησίως. Είναι τόσο άσχημο για τα ελληνικά οικονομικά δεδομένα ;
Αποφεύγοντας κάθε επιπόλαια μετάφραση σε δολάρια ή ευρώ, τα οικονομικά οφέλη της παραγωγής για την Ελληνικό Δημόσιο, βάσει περιόδου 25 ετών από την έναρξη της παραγωγής, μπορεί να αποδώσει έως και 35 % καθαρά έσοδα επί των πωλήσεων (συμπεριλαμβανομένων των εσόδων από τη φορολογία και τα μερίσματα παραγωγής). Αυτό μπορεί και να διπλασιάσει, το δυναμικό αποθεμάτων φυσικού αερίου στην Νοτιοανατολική Μεσόγειο ωθώντας την άκρη της επαρχίας του φυσικού αερίου πιο δυτικά για τις επόμενες δεκαετίες.
Υπο αυτή την οπτική, ο αγωγός EastMed έχει τεράστια στρατηγική σημασία για την Ελλάδα, είναι στόχος πολιτικά σωστός, τεχνικά απόλυτα εφικτός και οικονομικά βάσιμος με την προϋπόθεση γεωτρήσεων στην Ελλάδα.
Θα ήταν αδιανόητο να μην αναρωτηθούμε τι ρόλο μπορεί να παίξει ο EastMed για την Ελλάδα. Με 10 Bcm ετήσιας χωρητικότητας ο EastMed είναι καλός για τις ανάγκες της Ελλάδας, αφήνοντας 5 Bcm ετησίως για διαμετακομιστικούς λόγους, εκτός Ελλάδας. Το κόστος κατασκευής και διεύρυνσης χωρητικότητας του EastMed θα μπορούσε να ανέλθει σε 10 δισ. Ευρώ, συμπεριλαμβανομένης της συντήρησης των πρώτων χρόνων, ανάγοντας την απόσβεση σε περισσότερο από 10 χρόνια, με αρχή λειτουργίας το 2026 ή το 2027. Η Ελλάδα θα συνέβαλε με αυτό τον τρόπο στους στόχους της ενεργειακής της ανεξαρτησίας αλλά και αυτής της ΕΕ. Αλλά μέχρι σήμερα δεν ετύγχανε ενδιαφέροντος από την ΕΕ και η κατασκευή του προσκρούει στο εξαγωγικό πρόγραμμα του αμερικανικού υγροποιημένου φυσικού αερίου και το εξαγωγικό πρόγραμμα των ρωσικών αγωγών. Όμως για την ΕΕ δεν ήταν προτεραιότητα μέχρι την στιγμή της στρατιωτικής εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία και οι προτεραιότητες αλλάζουν.
Ενεργειακή ανεξαρτησία και απεξάρτηση
Η τρέχουσα κρίση φυσικού αερίου στην Ευρώπη δεν είναι ένα βραχυπρόθεσμο φαινόμενο. Λιγότερη εξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο και περισσότερη από το φυσικό αέριο των ΗΠΑ δεν απαντά στο βασικό ερώτημα της ενεργειακής ανεξαρτησίας και της βελτίωσης της κατάστασης του εγχώριου εφοδιασμού της Ευρώπης. Μήπως και η Ευρώπη, άρα και η Ελλάδα, πρέπει να επανεκκινήσει τις γεωτρήσεις στην επικράτειά της !
* Ο Γιάννης Μπασιάς είναι τέως Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της Ελληνικής Διαχειριστικής εταιρείας Υδρογονανθράκων (ΕΔΕΥ).
Βιβλιογραφία
1. Our World Data, https://www.ourworldindata.org
2. Lakin. M. 2021. The Hard Truth About Realistic Energy Transition. GeoExpro Vol. 18, No. 5 - 2021
(3) Editorial 2021. Future of European Oil and Gas Licensing
GEO ExPro Vol. 18, No. 5 - 2021
4. IENE. South East Europe Energy Outlook 2021/2022.
5. Iain Brown I. 2022. The Bear in The Room. Russia and European Natural Gas – Threat or Opportunity ? Vol. 18, No. 6 - 2022
6. Palmer I. Why LNG Exports From The US Are Off To The Moon. August 19, 2021
7. EIA. 2021. U.S. liquefied natural gas exports grew to record highs in the first half of 2021. July 27, 2021
8. Justin Gerdes J. 2021. Opinion : LNG exports are backfiring on the US oil and gas industry. Energy Monitor. 12 October 2021
9. Charles J.H, Hepp B., and Davis M. 2021. Flare Gas Flaring, GeoΕxpro Vol. 18, No. 2 - 2021
10. Hellenic Hydrocarbon Resources Management SA (HHRM), 2019.