το πτωτικό ράλι του αργού οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στις πράξεις «ελεημοσύνης» από πλευράς ΗΠΑ και ΙΕΑ να απελευθερώσουν σημαντικές ποσότητες από τα στρατηγικά αποθέματά τους.
Αυτό μέλλει να φανεί.
Αυτό που δεν επιδέχεται όμως αμφισβήτηση είναι το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση, η ένωση κρατών που πλήττεται πιο σοβαρά από όλους τους άλλους κρίσιμους παίκτες στην αγορά, δεν μπορεί να ομονοήσει στο προφανές: αν θα επιβάλει εμπάργκο στις εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου, ως αντίποινα για την εισβολή στην Ουκρανία. Αυτή την εβδομάδα αναμένεται να διεξαχθούν προκαταρκτικές συζητήσεις για το θέμα, αν και όπως εκτιμάται ευρέως από διπλωματικούς κύκλους στις Βρυξέλλες, οποιαδήποτε τελεσίδικη απόφαση απέχει ακόμη αρκετές εβδομάδες, λόγω ακριβώς του διχασμού που επικρατεί μεταξύ των κρατών -μελών.
Ο λόγος για τις παλινδρομικές κινήσεις της Ευρώπης είναι σαφής. Από τότε που ξεκίνησε η ρωσική εισβολή, στο τέλος Φεβρουαρίου, η Ε.Ε. διστάζει να απαγορεύσει τις εισαγωγές ενέργειας από την Μόσχα επειδή φοβάται μήπως προκαλέσει καταστροφική ύφεση για τις οικονομίες της ζώνης και εκτόξευση των ήδη πολύ υψηλών τιμών στην ενέργειας, για τους καταναλωτές. Όσο και αν αυτό είναι κατανοητό, δεν παύει να αποτελεί αποκλειστική ευθύνη της Ευρώπης, υπό την έννοια ότι εξαρτάται επί μακρόν από το ρωσικό πετρέλαιο και αέριο.
Η απόφαση για απαγόρευση εισαγωγών ρωσικού άνθρακα ήταν η πιο εύκολη υπόθεση καθώς ο άνθρακας και ο λιγνίτης τελούν υπό διωγμό στην ευρωπαϊκή επικράτεια –ή τουλάχιστον έτσι μοιάζει, αφού πλην της Ελλάδας που έχει αποφασίσει να απολιγνιτοποιήσει πρώτη και καλύτερη, οι υπόλοιπες χώρες αναφοράς για το ορυκτό καύσιμο (Γερμανία, Πολωνία και Δημοκρατία της Τσεχίας) παραμένουν προσκολλημένες στη χρήση του και δεν πρόκειται να αποστούν από αυτή πριν από το 2038 –η πρώτη – και το 2050 –οι υπόλοιπες.
Παρά ταύτα η Πολωνία και οι χώρες της Βαλτικής ζητούν να επιβληθεί εμπάργκο πετρελαίου στην Μόσχα, αλλά η Γερμανία εξακολουθεί να προβάλει αντιρρήσεις, υποστηρίζοντας ότι είναι αδύνατο να αντικατασταθούν άμεσα οι προμήθειες από την Ρωσία και ότι η διακοπή των εισαγωγών θα έπληττε καίρια την οικονομία της. Θυμίζουμε ότι η Ε.Ε. βασίζεται στην Ρωσία για το 26% των εισαγωγών αργού πετρελαίου, που κάλυψε το 37% των ενεργειακών αναγκών της το 2020, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, ενώ η εξάρτηση από το αέριο είναι ακόμη μεγαλύτερη (46% το 2020).
Στο σημείο αυτό προκύπτει σήμερα ένα τεράστιο ερώτημα με ηθική διάσταση. Πώς είναι δυνατό οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να υποστηρίζουν την Ουκρανία και τον λαό της και απέναντι στη βάρβαρη εισβολή και από την άλλη να χρηματοδοτούν τις στρατιωτικές επιδιώξεις της Ρωσίας, με την αγορά των ακριβών ενεργειακών αγαθών της. Είναι χαρακτηριστικό του κλίματος που επικρατεί στις Βρυξέλλες ότι ο Ζοζέπ Μπορέλ, Ύπατος Εκπρόσωπος της Ε.Ε. δήλωσε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την περασμένη εβδομάδα, ότι η Ένωση έχει δαπανήσει πολύ περισσότερα χρήματα για την αγορά ενέργειας από τη Ρωσία, παρά για να βοηθήσει την Ουκρανία να αντισταθεί στην εισβολή!
"Έχουμε δώσει στην Ουκρανία σχεδόν 1 δισεκατομμύριο ευρώ. Αυτό μπορεί να φαίνεται πολύ, αλλά 1 δισεκατομμύριο ευρώ είναι αυτό που πληρώνουμε στον Πούτιν κάθε μέρα για την ενέργεια που μας παρέχει. Από την έναρξη του πολέμου, του έχουμε δώσει 35 δισεκατομμύρια ευρώ, σε σύγκριση με το 1 δισεκατομμύριο ευρώ που δώσαμε στην Ουκρανία για να εξοπλιστεί", είπε χαρακτηριστικά.
Όσο για την Γερμανία που σήμερα κόπτεται για τις επιπτώσεις μιας πιθανής διακοπής των εισαγών από την Ρωσία, να θυμίσουμε πως έχει επιδείξει χρόνια ανευθυνότητα καθώς δεν φρόντισε να διαθέτει ούτε μία υποδομή επανεριοποίησης υγροποιημένου αερίου, χώρια το γεγονός ότι έκλεισε τον διακόπτη των πυρηνικών εργοστασίων της για να προωθήσει τα συμφέροντα της βιομηχανίας τεχνολογιών ανανεώσιμης ενέργειας .
Σε μια παράλληλη εξέλιξη, ο γενικός γραματέας του OPEC, Μοχάμαντ Μπαρκίντο, υποστήριξε ότι θα ήταν αδύνατο να αντικατασταθεί το ρωσικό πετρέλαιο που θα χαθεί, αν η Ε.Ε. προχωρήσει σε απαγόρευση των εισαγωγών του. «Θα μπορούσαμε πιθανώς να δούμε απώλειες περισσότερων των 7 εκατ. βαρελιών ρωσικού πετρελαίου και αποσταγμάτων, ημερησίως εξαιτίας των υφισταμένων και των μελλοντικών κυρώσεων. Λαμβάνοντας υπόψη τις τρέχουσες προοπτικές της ζήτησης, θα ήταν σχεδόν αδύνατο να αντικατασταθεί μια απώλεια σε ποσότητες αυτού του μεγέθους», ήταν τα λόγια του σε συνάντηση αντιπροσωπείας του διεθνούς καρτέλ με αξιωματούχους της Ε.Ε.
Οι αποστολές αργού πετρελαίου της Ρωσίας ανέκαμψαν την πρώτη εβδομάδα του Απριλίου και ανήλθαν στο υψηλότερο επίπεδό τους για το τρέχον έτος, με το εμπορικό πλεόνασμα της Ρωσίας το α' τρίμηνο να αγγίζει επίπεδα- ρεκόρ, καθώς οι τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου συνεχίζουν να παραμένουν στο κόκκινο. Την ίδια ώρα που εκφωνούνται θερμοί λόγοι υποστήριξης της δοκιμαζόμενης Ουκρανίας, μεγάλοι Ασιάτες αγοραστές, όπως η Ινδία και η Κίνα, μαζί με την Ε.Ε. συνεχίζουν να εισάγουν πετρέλαιο και φυσικό αέριο από την Ρωσία. Όπως υπολογίζεται, η Ρωσία προσδοκά να αντλήσει 9,6 δισ. δολάρια περισσότερα τον Απρίλιο, από τις πωλήσεις πετρελαίου και φυσικού αερίου, σε σύγκριση με εκείνα που αποκόμισε τον Μάρτιο!