Hταν το πρώτο πείραμα «ειδικής οικονομικής ζώνης» που δοκιμάστηκε στην Κίνα το 1980 όταν ο τότε ηγέτης της, Ντενγκ Σιαοπίνγκ, επιχειρούσε το αρχικό άνοιγμά της στην οικονομία της αγοράς για να προσελκύσει επενδύσεις

Στις τέσσερις και πλέον δεκαετίες που μεσολάβησαν συσσώρευσε τόσο πλούτο ώστε σήμερα είναι η τρίτη πόλη της Κίνας, μετά το Πεκίνο και τη Σαγκάη, που αριθμεί περισσότερους βαθύπλουτους μεγιστάνες κατοίκους από όσους η πρώτη μητρόπολη του κόσμου, η Νέα Υόρκη, και το Λονδίνο.

Ο λόγος για τη Σεντζέν, την πόλη των 17,5 εκατ. κατοίκων που βρίσκεται στα νότια σύνορα της Κίνας με το Χονγκ Κονγκ και σήμερα αποτελεί την έδρα 113 δισεκατομμυριούχων, όταν στη Νέα Υόρκη ζουν 110 δισεκατομμυριούχοι και στο Λονδίνο 101. Προηγούνται οι δύο μεγαλύτερες μητροπόλεις της Κίνας, το Πεκίνο που αριθμεί 144 δισεκατομμυριούχους, περισσότερους από οποιαδήποτε άλλη πόλη στον κόσμο, αλλά και η Σαγκάη με 121 δισεκατομμυριούχους. Στη Σεντζέν έχει, όμως, συσσωρευθεί μεγάλος πλούτος και τα τελευταία χρόνια είναι πλέον γνωστή ως Silicon Valley της Κίνας. Ο λόγος είναι ότι αποτελεί έδρα 17.000 εταιρειών υψηλής τεχνολογίας μετά και την ίδρυση περίπου 2.500 καινούργιων εταιρειών του είδους στη διάρκεια του περασμένου έτους. Ανάμεσα στις εταιρείες που έχουν έδρα στη Σεντζέν συγκαταλέγονται και ο κολοσσός των τηλεπικοινωνιών Huawei και ο όμιλος εταιρειών Ιντερνετ, Tencent.

Η εικόνα της Σεντζέν αναδύεται από την έκθεση για τους βαθύπλουτους του κόσμου που εκπονεί κάθε χρόνο η εταιρεία Hurun της Σαγκάης, και σύμφωνα με τον Ρούμπερτ Χούγκβερφ, πρόεδρο και ερευνητή της εν λόγω εταιρείας, η φετινή έκθεση «αποτελεί κάτι σαν το κουδούνι της αφύπνισης για τον υπόλοιπο κόσμο». Μιλώντας στο αμερικανικό δίκτυο CNBC, ο κ. Χούγκβερφ επισήμανε πως ο διαρκώς αυξανόμενος αριθμός μεγιστάνων στη Σεντζέν αντανακλά μια τάση που θα φέρει πιθανότατα και άλλους νέους επιχειρηματίες στην κινεζική πόλη μέσα στα επόμενα χρόνια. Οπως επισημαίνει η σχετική έκθεση, το καθεστώς της πρώτης ειδικής οικονομικής ζώνης επέτρεψε στη Σεντζέν να πειραματιστεί με το καπιταλιστικό σύστημα. Αποτέλεσμα ήταν να αυξηθεί το ΑΕΠ της πόλης από περίπου 28 εκατ. δολάρια στα οποία ανερχόταν το 1979 και να εκτοξευθεί σε σχεδόν 475 δισ. δολάρια μέχρι το 2021.
 
Η Σεντζέν αποτελεί παράλληλα μέλος του φιλόδοξου σχεδίου που η Κίνα αποκαλεί «Μεγάλη ζώνη των όρμων», ενός πλέγματος από επιχειρηματικά κέντρα που θα ενώνει τη Σεντζέν με οκτώ άλλες πόλεις της επαρχίας Γκουαντόνγκ καθώς και με τις κινεζικές κτήσεις του Χονγκ Κονγκ και του Μακάο. Σύμφωνα με τον Χενγκ Τσεν, καθηγητή Οικονομικών στο πανεπιστήμιο του Χονγκ Κονγκ, αυτό που έδωσε στη Σεντζέν την ώθηση προς την επιτυχία ήταν ο φιλόξενος τρόπος με τον οποίο υποδέχθηκε και εξακολουθεί να υποδέχεται τους επιχειρηματίες. Οπως επισημαίνει ο ίδιος, «η σύνθεση του πληθυσμού ευνοεί την ανάπτυξή της σε επιχειρηματικό κέντρο καθώς αποτελείται σε μεγάλο ποσοστό από νέους, πολύ περισσότερους σε σύγκριση με άλλες μεγαλουπόλεις της Κίνας, γι’ αυτό και είναι τόσο πολύ ελκυστικό μέρος». Εξάλλου, τονίζει ο ίδιος, οι τοπικοί αξιωματούχοι δεσμεύουν «πολλούς φυσικούς πόρους της περιοχής για να προσελκύσουν ταλέντα από τον υπόλοιπο κόσμο».

Η πόλη έχει, πάντως, βρεθεί επανειλημμένως αντιμέτωπη με δυσεπίλυτα προβλήματα από την αρχή της πανδημίας και ιδιαιτέρως τις τελευταίες εβδομάδες, καθώς η Κίνα αγωνίζεται με το χειρότερο κύμα των τελευταίων δύο ετών. Δεδομένου ότι το Πεκίνο επιμένει στην πολιτική της μηδενικής ανοχής απέναντι στην πανδημία και εξακολουθεί να επιστρατεύει δραστικά μέτρα, όπως αποκλεισμό των συνόρων, μαζικές εξετάσεις και αυστηρά lockdowns, η Σεντζέν έχει υποστεί καίριο πλήγμα. Εχει ανασταλεί η λειτουργία ορισμένων βιομηχανικών μονάδων της, ενώ σημειώνονται μεγάλες καθυστερήσεις στο λιμάνι της, που είναι ένα από τα μεγαλύτερα στον κόσμο.

(από την εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ")