Μόλις μερικούς μήνες πριν από την τρομακτική χρηματοοικονομική κρίση του 2008, το κινεζικό Ινστιτούτο Ερευνών Ενέργειας ανακοινώνει πως από το σύνολο του αργού πετρελαίου που προορίζεται για περαιτέρω επεξεργασία και κατανάλωση στην χώρα, εισάγεται το 35%, με προοπτική το ποσοστό αυτό να αυξηθεί δραματικά στο 60% έως το 2020, απειλώντας τότε άμεσα την κινεζική οικονομία

Επιπλέον με τις τιμές του αργού να εκτινάσσονται στα $150 ανά βαρέλι κατά την διάρκεια της κρίσης, ο ίδιος φορέας συνεκτιμά πως πέραν του ορίου των $80 ανά βαρέλι, η χώρα οφείλει να αντιμετωπίσει μία πρόσθετη επιβάρυνση της τάξης των $8 δισ. για κάθε αύξηση ανά $10 του μαύρου χρυσού. Από την άλλη πλευρά πάντως, η Κίνα έχει πραγματοποιήσει άλματα στην έρευνα και εφαρμογή νέων τεχνολογικών καινοτομιών, που έχουν την δυνατότητα να προσφέρουν αξιόπιστα υποκατάστατα σε σχέση με το συμβατικό αργό πετρέλαιο.

Η μέθοδος της υγροποίησης του άνθρακα (coal liquefaction) μεταφέρεται στην Κίνα πριν από τρεις και περισσότερες δεκαετίες, αλλά το κόστος που απαιτεί η δημιουργία βιομηχανικής κλίμακας εγκαταστάσεων αυτού του τύπου περιορίζουν σε χαμηλά επίπεδα τις χρηματοδοτήσεις και τις επενδύσεις στον κλάδο της παραγωγής συνθετικών καυσίμων, με συνέπεια οι κλίμακες να παραμένουν για μεγάλο χρονικό διάστημα σε χαμηλά επίπεδα.

Όμως, η αυξανόμενη εξάρτηση από τις εισαγωγές αργού πετρελαίου, σε συνδυασμό με τις υψηλές τιμές του, αναζωπυρώνουν το ενδιαφέρον για την υγροποίηση του άνθρακα και τις συναφείς έρευνες, με στόχο την παραγωγή συνθετικών καυσίμων. Στις 25 Αυγούστου 2004, το γιγαντιαίο κρατικό συγκρότημα πετροχημικών “SHENHUA GROUP” εγκαινιάζει την κατασκευή των πρώτων στον κόσμο εγκαταστάσεων υγροποίησης άνθρακα, με προϋπολογισμό $3,3 δισ. στην Έσω Μογγολία και με τεχνολογία εκχωρημένη από τη SHELL. Οι εγκαταστάσεις ολοκληρώνονται το 2007 με δυνατότητα μετατροπής πέντε εκατ. τόνων άνθρακα σε ένα εκατομμύριο τόνους υγρών καυσίμων σε ετήσια βάση.

(η συνέχεια στο slpress.gr)