Τι κι αν η διαχρονική κυβερνητική πολιτική επιμένει στην διείσδυση των ΑΠΕ. Τι και να αυτό αποτελεί δέσμευση της Χώρας για την απεξάρτησή της από τα ορυκτά καύσιμα. Τι κι αν η εγκατάσταση των ΑΠΕ συνεισφέρει σημαντικά στην ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού, αφού η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από τις τεχνολογίες αυτές δεν υπόκειται σε γεωπολιτικές επιδράσεις, ενώ είναι πάμφθηνη, επειδή δεν επηρεάζεται από τις διακυμάνσεις των τιμών των ορυκτών καυσίμων

Τι κι αν η ΕΕ με τις κατευθυντήριες οδηγίες RePowerEU ζητεί από το κράτη μέλη την επίσπευση της διείσδυσης των ΑΠΕ για την ταχύτερη δυνατή απεξάρτηση (οικονομική, ενεργειακή, γεωπολιτική) από τα εισαγόμενα ορυκτά καύσιμα, δεδομένου ότι οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες είναι κράτη-καταναλωτές και όχι παραγωγοί φυσικού αερίου και πετρελαίου. Τι κι αν το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα «θέλει» μέχρι το 2030 το 35% της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας να καλύπτεται από ΑΠΕ. Τι κι αν η ενεργειακή κρίση που διανύουμε ανέδειξε την αναγκαιότητα των ΑΠΕ. Εντούτοις, μια σειρά από επενδυτικά σχέδια, ιδίως αιολικών πάρκων, σε περιοχές με υψηλό αιολικό δυναμικό «μπλοκάρονται» από αντιδράσεις Περιφερειαρχών, Δημάρχων και Συλλόγων, ακόμα και Βουλευτών. Αντιδράσεις, ιδίως σε κάποια νησιά, που εκφράζονται με προσβολή των περιβαλλοντικών όρων ενώπιον του ΣτΕ, με αποτέλεσμα να καθυστερεί η υλοποίηση. Αντιδράσεις, τα κίνητρα των οποίων ποικίλουν από ιδεολογικές εμμονές, πολιτικές σκοπιμότητες, τοπικά συμφέροντα ή ελλιπή ενημέρωση των τοπικών κοινωνιών που συνήθως παραπληροφορούνται. Είναι προφανές το επίπεδο σχετικισμού των παραπάνω κινήτρων. 

Η εγκατάσταση, ιδίως των αιολικών πάρκων δεν μπορεί να γίνει οπουδήποτε, αλλά μόνο σε περιοχές που διαθέτουν υψηλό αιολικό δυναμικό. Και η Χώρα δεν διαθέτει το ίδιο ανεμολογικό δυναμικό σε όλες τις περιοχές της. Θα μπορούσαν να λειτουργήσουν λιγνιτικοί σταθμοί, αν οι χώροι εγκατάστασης δεν ήταν κοντά σε λιγνιτικά πεδία; Θα μπορούσαν να λειτουργήσουν υδροηλεκτρικοί σταθμοί, αν δεν ήταν σε περιοχές με υψηλό επίπεδο βροχοπτώσεων; Η εγκατάσταση και λειτουργία των αιολικών μονάδων συμβάλλει πολλαπλώς τόσο στον ενεργειακό εφοδιασμό όσο και την εθνική οικονομία. Όλα αυτά είναι χιλιοειπωμένα και αυτονόητα. Αυτονόητο είναι ότι η προτεραιότητα κατανομής των σταθμών ΑΠΕ σχηματίζει χαμηλή τιμή στην χονδρεμπορική αγορά. Αυτονόητο είναι ότι συμβάλλει στην προστασία του περιβάλλοντος. Αυτονόητο είναι ότι οι Δήμοι, όπου εγκαθίστανται και οι δημότες τους ειδικότερα, ωφελούνται οικονομικά, αφού λαμβάνουν ποσοστό επί των ακαθάριστων εσόδων της μονάδος παραγωγής. Αυτονόητο είναι ότι ωφελούνται εκ των πραγμάτων τα τοπικά δίκτυα. Αυτονόητο είναι ότι ωφελείται, π.χ. η ενεργειακή ασφάλεια του νησιού.

Η εγκατάσταση των αιολικών πάρκων, διότι κυρίως αυτά διώκονται, υπόκειται σε μια μακρόχρονη αδειοδοτική διαδικασία, το μεγαλύτερο τμήμα της οποίας ανήκει στην δέουσα αξιολόγηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Η Πολιτεία έχει θεσπίσει από το 2008 ένα χωροταξικό σχέδιο που περιέχει τις αρχές και τους κανόνες της χωροθέτησης των αιολικών σταθμών. Οι περιβαλλοντικές υπηρεσίες ακολουθούν κατά γράμμα τα απαιτούμενα και μετά από πολύ χρόνο εγκρίνουν τους περιβαλλοντικούς όρους. Ε! λοιπόν αυτές οι αποφάσεις που έχουν ληφθεί με διεξοδική αξιολόγηση και με βάση τους κανόνες της επιστήμης προσβάλλονται συνήθως για κάθε λόγο που μπορεί κάποιος να φανταστεί, αφού συνήθως προσωπικές απόψεις μετουσιώνονται σε λόγους ακύρωσης. Άλλος ενοχλείται από την παρουσία και μόνον των ανεμογεννητριών. Άλλος επειδή ισχυρίζεται ότι βλάπτεται το τοπίο. Άλλος επειδή θεωρεί ότι θα βλαβεί ο τουρισμός, λες και σε άλλες χώρες με τουριστικούς προορισμούς δεν υπάρχουν ανεμογεννήτριες. Άλλος επειδή έτσι θέλει!  Και η ανάπτυξη των ΑΠΕ σταματά εδώ. Ο επενδυτής αποθαρρύνεται να προχωρήσει και οι στόχοι της Ελληνικής Πολιτείας και της ΕΕ παραμένουν στα χαρτιά. Το χειρότερο είναι ότι στην ιστορία αυτή συμμετέχουν, αν όχι πρωταγωνιστούν, δημόσιοι φορείς, αυτοί που κατά κανόνα όφειλαν να ενημερώσουν τους δημότες τους για τα πλεονεκτήματα των ΑΠΕ. Κάποιοι από αυτούς τους φορείς, Περιφέρειες ή Δήμοι, εναντιώνονται σε μια εθνική ενεργειακή πολιτική που εξυπηρετεί δημόσιο συμφέρον, ενώ διαμαρτύρονται για τις υψηλές τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος. 

Είναι προφανές ότι η παροχή της έννομης προστασίας για κάθε πολίτη είναι αναφαίρετο συνταγματικό του δικαίωμα. Ωστόσο, στο πλείστον των περιπτώσεων που αναφέρονται εδώ η άσκηση αυτή είναι κατάφωρα καταχρηστική και σκοπό έχει έναν· να μην εγκατασταθούν π.χ. αιολικά πάρκα πουθενά! Βεβαίως, θα ήταν άδικο να γενικεύσουμε τον αφορισμό, αφού σε πολλά νησιά μας οι ΑΠΕ και ιδίως η αιολική τεχνολογία είναι ευπρόσδεκτα. 

Υπό τις συνθήκες αυτές η Χώρα δεν μπορεί να επιτύχει τους στόχους της και η οργανωμένη Πολιτεία πρέπει κάτι να κάνει άμεσα. Πρώτα απ΄όλα, θα πρέπει να αρχίσει μια έντονη επικοινωνιακή πολιτική, ώστε να γίνει αντιληπτή η αναγκαιότητα της εγκατάστασης των ΑΠΕ. Δεν αρκεί η υπερπροσπάθεια των επιστημονικών φορέων για τον σκοπό αυτό, αλλά απαιτείται η δύναμη της κρατικής παρέμβασης. Δεν είναι δυνατόν φορείς δημόσιας εξουσίας να αντιστρατεύονται την κρατική πολιτική και μάλιστα αυτή που εξυπηρετεί δημόσιο συμφέρον! Αν δεν αναληφθεί σύντομα μια τέτοια πρωτοβουλία από την Πολιτεία, το 2030 το ενεργειακό σύστημα θα εξακολουθεί να είναι «έρμαιο» των ορυκτών καυσίμων και της μεταβλητότητας των τιμών τους. Αν όλα αυτά δεν διορθωθούν, τότε δεν σωζόμαστε με τίποτε!

 

Ο Θόδωρος Πανάγος είναι δικηγόρος, αναπληρωτής καθηγητής στο Διεθνές Πανεπιστήμιο Ελλάδος και πρώην αντιπρόεδρος στην ΡΑΕ.

(το άρθρο δημοσιεύθηκε αρχικά στην εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 14/05/2022)