σε εκτενείς κυρώσεις με ορισμένες από αυτές να πλήττουν την ίδια οικονομικά. Με την Ελλάδα να εξαρτάται κατά ένα μεγάλο μέρος, σχεδόν το 40%, για την προμήθεια του αερίου της από την Ρωσία και παρά το γεγονός ότι έχουν διευθετηθεί πλέον τα θέματα καταβολής των πληρωμών προς την Ρωσική Gazprom (με τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες να έχουν αποδεχθεί την ολοκλήρωση της διαδικασίας πληρωμής με καταβολή σε ρούβλια) ο κίνδυνος παραμένει, στο πλαίσιο του παράλληλου οικονομικού πολέμου, η Ρωσία να προσπαθήσει να εκβιάσει καταστάσεις μέσω της διακοπής τροφοδοσίας με αέριο.
Η διακοπή πριν 2 εβδομάδες της ροής αερίου προς τις Πολωνία, Βουλγαρία και τελευταία προς την Φινλανδία αποτελεί κακό προηγούμενο. Ποιός μας εγγυάται ότι αύριο η Ρωσία δεν θα βρει αφορμή για να διακόψει την τροφοδοσία αερίου προς την Ελλάδα; Αυτά σκέπτονται στην κυβέρνηση όπου έχουν καταστρώσει έκτακτο σχέδιο για την εξοικονόμηση ενέργειας σε περίπτωση πλήρους και παρατεταμένης διακοπής του ρωσικού αερίου. Σύμφωνα με πληροφορίες του Energia.gr (εδώ) στο ακραίο σενάριο της πλήρους διακοπής παροχής ρωσικού αερίου εν μέσω θέρους τότε με βάση τον σχεδιασμό του ΥΠΕΝ και των αρμοδίων διαχειριστών θα ενεργοποιηθεί πλάνο εκ περιτροπής ηλεκτροδότησης εντός των εργάσιμων ημερών, επηρεάζοντας σε πρώτη φάση την βιομηχανία και άλλες ενεργοβόρες δραστηριότητες ώστε να μη μείνουν χωρίς ρεύμα οικιακοί καταναλωτές και επιχειρήσεις που ηλεκτροδοτούνται από την χαμηλή τάση όπως και νοσοκομεία, ξενοδοχεία κλπ. Χωρίς βέβαια να αποκλείεται το μέτρο της εκ περιτροπής διακοπής ηλεκτροδότησης να επεκταθεί σε επιλεγμένες αστικές περιοχές προκειμένου να μην καταρρεύσει το σύστημα.
Η δε περικοπή της ηλεκτροδότησης κρίνεται απαραίτητη, στην περίπτωση πλήρους διακοπής της προμήθειας από την Ρωσική Gazprom, γιατί απλούστατα δεν θα υπάρχει αρκετό αέριο για να λειτουργήσουν όλες οι μονάδες φυσικού αερίου ενώ παράλληλα θα υπάρχει μεγάλη πίεση στις λιγνιτικές μονάδες που όμως λόγω κακής συντήρησης και μειωμένης παραγωγής λιγνίτη δεν είναι βέβαιο ότι θα μπορέσουν όλες να ανταποκριθούν. Με τις εισαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας από τις γειτονικές χώρες, λόγω συγκυρίας, να μπορούν να καλύψουν μόνο ένα μέρος του ελλείμματος στην παραγωγή που θα προκύψει. Και τις μεταβλητές στην παραγωγή ΑΠΕ, παρά το υψηλό ποσοστό συνεισφοράς τους στο ηλεκτροπαραγωγικό μίγμα, να χρειάζονται σταθερά φορτία βάσης για να λειτουργήσουν. Αυτό είναι το δύσκολο σκηνικό που προδιαγράφεται για τους επόμενους μήνες καθώς θα εντείνεται η ενεργειακή κρίση διεθνώς αλλά και στην Ελλάδα.
Η σημερινή κρίση βρίσκει την χώρα σε μεγάλο βαθμό απροετοίμαστη αφού τα τελευταία χρόνια αντί να μειώσει την ενεργειακή της εξάρτηση την έχει αυξήσει με αυτή να ξεπερνά το 82% ενώ πριν 5 χρόνια ήταν στο 75%. Σε κάθε περίπτωση υψηλή, ακόμα και σε ευρωπαϊκό επίπεδο όπου ο μέσος όρος είναι πλησίον του 58%. Ας όψεται η παγκοσμιοποίηση και ο εφησυχασμός που αυτή έχει εμπνεύσει το πολιτικό μας σύστημα που αδυνατεί να διακρίνει την τρωτότητα του ελληνικού οικονομικού παραγωγικού οικοδομήματος.
Αντί εδώ και καιρό να έχει τεθεί ως πρωταρχικός στόχος οικονομικού και ενεργειακού σχεδιασμού η μείωση με κάθε τρόπο των εισαγωγών ενέργειας εμείς πράξαμε ακριβώς το αντίθετο. Τώρα πληρώνουμε το τίμημα της αφροσύνης μας αφού οι υψηλές εισαγωγές ενέργειας έχουν άμεσο αντίκτυπο στις τιμές καταναλωτή για τον ηλεκτρισμό και το φυσικό αέριο. Κάποτε, στο όχι και τόσο μακρινό παρελθόν η Ελλάδα είχε από τις φθηνότερες τιμές ηλεκτρικού στην Ευρώπη και αυτό σε μεγάλο βαθμό υποστήριξε την υψηλή οικονομική ανάπτυξη της χώρας. Σήμερα έχουμε από τις πλέον υψηλές. Ο δε συνδυασμός υψηλών τιμών φυσικού αερίου, ηλεκτρισμού και πετρελαίου οδηγεί νομοτελειακά σε υψηλό πληθωρισμό και τελικά στην οικονομική ύφεση. Το σχέδιο για οικειοθελή διακοπή στην ηλεκτροδότηση, την οποία και απευχόμεθα, είναι ενδεικτικό της πλήρους αποτυχίας διαδοχικών κυβερνήσεων την τελευταία δεκαπενταετία να μελετήσουν και να σχεδιάσουν ένα ανθεκτικό ενεργειακό σύστημα με χαμηλό κόστος και σχετική ανεξαρτησία. Σήμερα το σύστημα αυτό έχει φθάσει τα όρια του για αυτό και η κατάρρευση του είναι πλέον ορατή και δια γυμνού οφθαλμού.