Δασική Πολιτική: Σκέψεις Εποχικές Αλλά και πιο Μόνιμες…

Ξεκίνησε το καλοκαίρι και μαζί και οι πρώτες πυρκαγιές, δυστυχώς, με την Αττική να έχει ήδη πάρει για εφέτος μία πρόγευση από τον πύρινο εφιάλτη σε Βούλα, Βάρη και Αρτέμιδα… Άραγε, οι περυσινές υποσχέσεις, μετά τις άνευ προηγουμένου καταστροφές σε Βαρυπόμπη και Βόρεια Εύβοια, έμειναν στα χαρτιά; Η σύσταση του Υπουργείου Πολιτικής Προστασίας και Κλιματικής Κρίσης δεν σημαδεύτηκε μόνο από τον βαρύγδουπο τίτλο του και από την άστοχη, τελικά, κυβερνητική προσπάθεια αιφνιδιασμού της αξιωματικής αντιπολίτευσης με την αρχική τοποθέτηση ενός αποστράτου διατελέσαντος Υπουργού της. Δυστυχώς οι διαχειριστικές επιδόσεις του τελικώς επιλεγέντος ως επικεφαλής του νέου Υπουργείου, του πολυδιαφημισμένου ευρω-γραφειοκράτη κ. Χρήστου Στυλιανίδη, κατά την βαριά κακοκαιρία που έπληξε την Αττική στις αρχές Φεβρουαρίου, δεν γεννούν και πολλή αισιοδοξία για το καλοκαίρι που τώρα αρχίζει

energia.gr
Τετ, 22 Ιουνίου 2022 - 15:09

Η μόνη ελπίδα μας να έχει η κυβέρνηση μάθει από τα δικά της περυσινά λάθη και από αυτά των προκατόχων της στο μέτωπο της δασοπυρόσβεσης είναι – δυστυχώς όχι παραδόξως για τα ελληνικά ειωθότα... – να είναι βάσιμα τα σενάρια περί πρόωρων εκλογών το φθινόπωρο και, άρα, να έχει λάβει αποτελεσματικά μέτρα για ένα ήρεμο καλοκαίρι ώστε να αποφύγει το πολιτικό κόστος από τις πύρινες φλόγες…

Την επαύριον των περυσινών πυρκαγιών υπήρξαν αρκετοί που θυμήθηκαν ποια ήταν η «ρίζα του κακού» στη δασική πολιτική: ήταν ο νόμος 2612/1998 που υπήγαγε την δασοπυρόσβεση στην πυροσβεστική και κατήργησε την αυτοτέλεια της δασικής υπηρεσίας, μεταβάλλοντας τα δασαρχεία σε παραρτήματα των κατά τόπους περιφερειών. Έτσι, είχαμε το παράδοξο φαινόμενο η δασική υπηρεσία να είναι, πλέον, όχι προϊσταμένη αλλά …συμβουλευτική αρχή για τα δασαρχεία, τα οποία αποψιλώθηκαν και από όλες τις αρμοδιότητες σχετικά με τη διαχείριση του δασικού προϊόντος και την πρόληψη των δασικών πυρκαγιών.

Έκτοτε, τα δάση μας δεν καθαρίζονται πριν ή έστω κατά την έναρξη της αντιπυρικής περιόδου με συνέπεια να έχει συσσωρευθεί σε αυτά καύσιμη ύλη που κάθε καλοκαίρι μετατρέπεται σε «βόμβα διασποράς». Αντίθετα, τις παλαιότερες δεκαετίες η συλλογή της αποτελούσε πηγή οικονομικής ανάπτυξης για τα χωριά μας. Αρκετοί από εμάς έχουν δει στα παλιά συρτάρια των πατεράδων και των παππούδων τους τεφτέρια με σημειώσεις από τα μεροκάματα που εκείνοι και οι συγχωριανοί τους έκαναν στα κατά τόπους δασαρχεία.

Πιστεύουμε ότι η επαναφορά των πρακτικών εκείνων, που κράτησαν τόσο κόσμο στην ελληνική ύπαιθρο, είναι ρεαλιστική πολιτική με ιδιαίτερα αναπτυξιακό αλλά και οικολογικό περιεχόμενο. Η αντίρρηση ότι δήθεν κάτι τέτοιο θα ήταν υπερβολική «κρατική παρέμβαση», αναχρονιστικός «κεϋνσιανισμός» ή ίσως ακόμη και … «κομμουνιστική πρακτική», είναι μάλλον υποκριτική: δεν αναφερόμαστε μόνο στην αγορά των ΑΠΕ, που στηρίζεται σε καθεστώς ρυθμιζόμενων τιμών. Δεν αποτελεί «κρατικό παρεμβατισμό» και, μάλιστα, σε πανευρωπαϊκή κλίμακα, η τρέχουσα επιδοματική πολιτική που προσπαθεί να «μπαλώσει» όπως – όπως την καλπάζουσα ενεργειακή κρίση, ενισχύοντας τον πληθωρισμό χωρίς να λύνει τα προβλήματα του ενεργειακού κόστους μόνιμα και στη ρίζα τους;

Μάλιστα, ειδικά τώρα είναι αναγκαίες τέτοιου είδους παρεμβάσεις γιατί και αποτελούν μία πρακτική πραγματικά βιώσιμης περιβαλλοντικής διαχείρισης, χάρη στην παραγωγή βιομάζας κλπ. αλλά και διότι η επελαύνουσα ενεργειακή φτώχεια απειλεί να αναβιώσει την ανεξέλεγκτη λαθροϋλοτομία που ρήμαξε αρκετά δάση της χώρας κατά την περίοδο της Κατοχής!

Δυστυχώς, όπως λένε οι κακές (αλλά μάλλον όχι και τόσο …λανθάνουσες) γλώσσες, η κατάργηση της προηγούμενης δομής της δασικής υπηρεσίας και των υπηρεσιών δασοπυρόσβεσης, που είχε αποδειχθεί αποτελεσματική για δεκαετίες, δεν οφείλονται σε κάποια τεχνοκρατική αντίληψη αλλά σε κλαδικά μικροσυμφέροντα και σε προσωπικές εμμονές των τότε κυβερνώντων. Έτσι, η Ελλάδα, που εισήγαγε, τουλάχιστον από το 1937-38 - αν όχι νωρίτερα -ίσως πρώτη σε όλη την Ευρώπη, πρακτικές διαχείρισης δασικού προϊόντος, εδώ και σχεδόν ένα τέταρτο του αιώνος βλέπει τα δάση της γεμάτα ξεραμένες πευκοβελόνες και χαμόκλαδα που επιταχύνουν και μεγεθύνουν δραματικά το καταστρεπτικό έργο των πυρκαγιών. Βέβαια, είναι μια καλή αλλά μικρή αρχή η πραγματοποίηση προληπτικού καθαρισμού σε περισσότερες από 60 δασικές περιοχές σε όλη τη χώρα, που ανακοίνωσε το ΥΠΕΝ στις αρχές του μήνα. Ας ελπίσουμε, έστω, να είναι μία πιλοτική δράση, που από του χρόνου θα αφορά όλα τα ελληνικά δάση και, βέβαια, σε ετήσια βάση.

Πολύ κατατοπιστικό για το ζήτημα είναι το περυσινό άρθρο του καθηγητή Γ. Μέργου στην «Καθημερινή», με τίτλο «Δασικές πυρκαγιές: Η θεσμική ρίζα του κακού» (βλ. εδώ).

Είναι γεγονός ότι έγινε πράξη η δέσμευση του πρωθυπουργού από του βήματος της Βουλής, στα τέλη Αυγούστου 2021, για μεταφορά της εποπτείας των Δασαρχείων στη Γενική Διεύθυνση Δασών, με Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου, με στόχο ακριβώς, «να υπάρχει ένα ενιαίο εποπτικό κέντρο που θα καθορίζει τη δασική πολιτική και θα εποπτεύει τα Δασαρχεία, έτσι ώστε αυτά να μην υπάγονται ανεξέλεγκτα στις Αποκεντρωμένες Διοικήσεις». Όμως, με ποιες αρμοδιότητες και, κυρίως, με ποιο προσωπικό και με ποιους πόρους θα εφοδιαστεί η δασική υπηρεσία στη νέα της μορφή; Και, επίσης, αρκεί η ρύθμιση αυτή για να αποκατασταθεί η δασοπυρόσβεση στις προ του 1998 συνθήκες; Ας ευχηθούμε πως δεν θα το μάθουμε με άσχημο τρόπο το καλοκαίρι που διανύουμε…