Καθώς γιγαντώνεται η ενεργειακή κρίση που παραπέμπει στο πετρελαϊκό κραχ της δεκαετίας του 1970 και με τον πόλεμο στην Ουκρανία να στέκεται αφορμή για τον εξοβελισμό του φυσικού αερίου και πετρελαίου από την Ρωσία,  η διεθνής κοινότητα αναζητεί εναγωνίως πηγές προμήθειας ενεργειακών πόρων.

Η προφανής επιλογή είναι το υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG), που αναδεικνύεται ως η βέλτιστη εναλλακτική λύση για την πλειονότητα των χωρών, την ίδια ώρα που η παγκόσμια οικονομία βρίσκεται αντιμέτωπη με την ανεπάρκεια του καυσίμου. Αποτέλεσμα, να έχουν αποδυθεί οι χώρες της Ασίας και της Ευρώπης σε αγώνα δρόμου για να διασφαλίσουν το καύσιμο που απαιτεί υγροποίηση, μεταφορά με πλοία και επαναεξαέρωση και ως εκ τούτου συνεπάγεται υψηλό κόστος. Βρίσκεται έτσι σε εξέλιξη ένας πυρετός έργων υποδομής για τις εξαγωγές και τις εισαγωγές LNG, με το G7 να υπόσχεται στήριξη στις αναγκαίες επενδύσεις.

Την ίδια στιγμή η Ευρώπη επιχειρεί την ανέγερση τερματικών σταθμών με τη διαδικασία του κατεπείγοντος και προς το παρόν αυξάνει θεαματικά τις εισαγωγές που μεταφέρονται με πλοία.

Παράλληλα, μοιάζουν πλέον με περιττή πολυτέλεια τα φιλόδοξα σχέδια για στροφή στην πράσινη ενέργεια και την οικονομία με μηδενικό αποτύπωμα άνθρακα, καθώς η οικονομική καταστροφή από την έλλειψη ενέργειας φαίνεται πιο άμεση από την κλιματική αλλαγή.

Ευρώπη και Αμερική ξεχνούν τις εξαγγελίες τους και επιστρέφουν στα ρυπογόνα καύσιμα, με την Ευρώπη να εισάγει δυσθεώρητες ποσότητες άνθρακα από όλα τα μέρη του κόσμου, από τις ΗΠΑ μέχρι και την Ινδονησία, και τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών να μιλάει για «μια πικρή αλλά αναγκαία στροφή». Και βέβαια την Κίνα και την Ινδία να αυξάνουν τις αγορές και την κατανάλωση άνθρακα, που ουσιαστικά δεν περιόρισαν ποτέ.

Όλα παραπέμπυν επομένως στο ότι το φυσικό αέριο αποτελεί σήμερα το πολυτιμότερο εμπόρευμα στον κόσμο. Αποτελεί όμως παράλληλα και επιταχυντή του παγκόσμιου πληθωρισμού, οδηγεί τις τιμές σε πρωτοφανή ύψη και την Ευρώπη στα πρόθυρα ύφεσης. Είναι τόση η σημασία του ώστε οι κυβερνήσεις των δυτικών χωρών αφήνουν σε δεύτερη μοίρα τη μάχη κατά της κλιματικής αλλαγής. Και υπ΄αυτή την έννοια επισκιάζει το πετρέλαιο ως παράγοντας διαμόρφωσης της γεωπολιτικής. 

Ο πόλεμος στην Ουκρανία λειτούργησε ως καταλύτης που αναβάθμισε την κρίση του αερίου σε νέα επίπεδα, καθώς απέσπασε από την παγκόσμια αγορά ένα κρίσιμο τμήμα της προσφοράς. Η Ρωσία μειώνει τις ροές στους αγωγούς προς την Ευρώπη, η οποία δηλώνει έτσι κι αλλιώς ότι θέλει να διακόψει τις αγορές από τη Μόσχα. Είναι έτσι σε εξέλιξη ένας αγώνας δρόμου και ένας παγκόσμιος ανταγωνισμός ανάμεσα στις χώρες που προσπαθούν να διασφαλίσουν τα περιορισμένα φορτία υγροποιημένου αερίου προτού φτάσει ο χειμώνας στο βόρειο ημισφαίριο.

Για να καλυφθεί η μεγάλη ζήτηση θα απαιτηθεί ένα κύμα νέων επενδύσεων που έχει ήδη δρομολογηθεί. Πήρε, άλλωστε, νέα ώθηση την περασμένη εβδομάδα, όταν οι ηγέτες του G7 δεσμεύθηκαν να προωθήσουν δημόσιες επενδύσεις σε υποδομές για το αέριο. Επιταχύνονται, έτσι, υποδομές για LNG στη Βόρεια Αμερική. Τον Ιούνιο η Cheniere Energy ενέκρινε τερματικό σταθμό στο Τέξας, τον Απρίλιο ο Ινδονήσιος μεγιστάνας Σουκάντο Τανότο υποσχέθηκε τη στήριξή του σε σχέδιο LNG στον Καναδά και στο Κατάρ βρίσκεται σε εξέλιξη σχέδιο αξίας 29 δισ. δολ. για τις εξαγωγές LNG με σημαντικούς μετόχους τους κολοσσούς της Exxon Mobil και της Shell.

Στην Ευρώπη από τη στιγμή που άρχισε ο πόλεμος στην Ουκρανία ανακοινώθηκαν ή επισπεύσθηκαν σχέδια για περίπου 20 τερματικούς σταθμούς LNG. Η Γερμανία, που δεν διαθέτει κανέναν τερματικό σταθμό, έχει ήδη διαθέσει 3 δισ. δολ. για να νοικιάσει τέσσερις πλωτούς και να τους συνδέσει με το δίκτυο της χώρας. Ο πρώτος πρέπει να είναι λειτουργικός περίπου στα τέλη του έτους. Και η Κίνα, η πρώτη στον κόσμο σε εισαγωγές LNG, βρίσκεται σε έναν πρωτοφανή κατασκευαστικό πυρετό, καθώς σχεδιάζει το πώς 10 τερματικοί σταθμοί θα είναι λειτουργικοί το επόμενο έτος.