Ο Ολιγαρχικός Προσανατολισμός της Πράσινης Ατζέντας

Ο Ολιγαρχικός Προσανατολισμός της Πράσινης Ατζέντας
του Χάρη Τοπαλίδη*
Σαβ, 9 Ιουλίου 2022 - 11:22

Όπως προκύπτει από την αρχιτεκτονική και τον προσανατολισμό του, το νέο παραγωγικό μοντέλο της πράσινης οικονομίας δεν είναι καρπός μιας αιφνίδιας ευαισθητοποίησης για τις περιβαλλοντικές συνέπειες της βιομηχανικής οικονομίας. Είναι καρπός της αναγκαιότητας ανασυγκρότησης της παραγωγικής διαδικασίας στο πλαίσιο της 4ης Βιομηχανικής Επανάστασης

Ο σχεδιασμός της δομής του θα πρέπει να αναζητηθεί επομένως στις αναγκαιότητες παραγωγικής και γεωπολιτικής αναδιάρθρωσης της ηγεμονίας της Δύσης, στις συνθήκες κυριαρχίας της νεοσυντηρητικής πολιτικής ατζέντας μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και όχι στις οικολογικές ευαισθησίες. Η ατζέντα αυτή αποβλέπει στη νεοφιλελεύθερη ηγεμονία της Δύσης σε ένα μονοπολικό κόσμο.

Ειδικότερα η πράσινη μετάβαση υπηρετεί αυτή την ατζέντα, αντιμετωπίζοντας την κρίση της βιομηχανικής ανάπτυξης λόγω της περιβαλλοντικής απειλής, ως εξής:

  • Πρώτον, ενισχύει τον κεφαλαιοκρατικό χαρακτήρα της ανάπτυξης και κατά συνέπεια τον πολιτικό ρόλο του κεφαλαίου – αναδιάρθρωση των πολιτικών ισορροπιών στο εσωτερικό της, όπως αναλύθηκε στο προηγούμενο άρθρο.
  • Δεύτερον, διευκολύνει την οικονομική επικράτηση της Δύσης επί των αναδυόμενων ανταγωνιστών της που πλεονεκτούν σε εργασία και φυσικούς πόρους, μέσω της αλλαγής του διεθνούς καταμερισμού της εργασίας την οποία επιβάλλει η γεωπολιτική αναδιάρθρωση.

Ενώ στη βιομηχανική οικονομία οι διεθνείς οικονομικές σχέσεις και η ισορροπία Βορρά-Νότου διαρθρώνονταν με βάση τον παραδοσιακό κανόνα του συγκριτικού πλεονεκτήματος, η πράσινη ατζέντα αλλάζει αυτό τον κανόνα, όπως υποδεικνύουν τα νέα παγκόσμια υποδείγματα παραγωγής και εμπορίου: εξειδίκευση των αναπτυγμένων οικονομιών σε προϊόντα έντασης κεφαλαίου και τεχνολογίας και των αναπτυσσόμενων σε προϊόντα έντασης εργασίας και φυσικών πόρων. Αναβαθμίζοντας οικονομικά τη σημασία του κεφαλαίου και της τεχνολογίας έναντι της εργασίας και των φυσικών πόρων, η πράσινη ατζέντα θέτει τις αναπτυσσόμενες οικονομίες σε ακόμη υποδεέστερη θέση έναντι των αναπτυγμένων, γεγονός που προκαλεί ήδη την αντίδραση των πρώτων.

Η αντιπαράθεση με την Ρωσία

Η εξελισσόμενη σύγκρουση με την Ρωσία (πλούσια σε φυσικούς πόρους και εργασία) και η διαφαινόμενη αδιαφορία για συμβιβαστική επίλυσή της αλλά και η αύξηση των δαπανών στην ΕΕ για άμυνα και στρατιωτική καινοτομία υποδηλώνουν εύγλωττα τη γεωπολιτική πτυχή του πολιτικού σχεδιασμού, στον οποίο εντάσσεται η πράσινη οικονομία: Σύσταση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Άμυνας της ΕΕ συνολικού προϋπολογισμού 8 δισ €, ανάπτυξη νέου προγράμματος για να καταστεί η ΕΕ κόμβος αμυντικής καινοτομίας ύψους 2 δισ €, διάθεση για τους τομείς Ασφάλειας και Άμυνας από το δημοσιονομικό πλαίσιο 2021-2027, δηλαδή σχεδιασμού που έχει γίνει πριν από τον πόλεμο, κονδυλίων ύψους 44 δισ € (αύξηση 123%).

Ο συνδυασμός αυτών των πολιτικών με το χρηματοδοτικό πλαίσιο για την εσωτερική ασφάλεια και την επιτήρηση των συνόρων της ΕΕ, αλλά και την αλματώδη αύξηση των αμυντικών δαπανών των χωρών του ΝΑΤΟ, καθιστά σαφές ότι η έρευνα και η ανάπτυξη οπλικών συστημάτων υψηλής τεχνολογίας μετατοπίζεται στο κέντρο της οικονομίας. Άλλωστε η τεχνολογική έρευνα για τις πολεμικές ανάγκες ήταν ανέκαθεν –όπως αποδείχθηκε στους δυο παγκόσμιους πολέμους– ο καταλύτης για μεγάλη τεχνολογική πρόοδο και καινοτομία. Μια τέτοια στροφή της οικονομίας στην στρατιωτική καινοτομία στην ΕΕ, σε συνδυασμό με τις επιπτώσεις που έχουν στην κοινωνική ευημερία οι πολεμικές κυρώσεις, προοιωνίζονται μια διαρκώς στενότερη σύνδεση της πολεμικής οικονομίας με την κυρίαρχη ατζέντα της πράσινης μετάβασης.

(η συνέχεια στο slpress.gr)

*Λίγα λόγια για τον Χάρη Τοπαλίδη

Ο Χάρης Τοπαλίδης είναι διδάκτωρ Οικονομικών επιστημών. Σπούδασε Μαθηματικά στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Στατιστική (ΜΑ) και Οικονομικά (ΜΑ) στο City University of New York (ΗΠΑ). Δραστηριοποιήθηκε επαγγελματικά στις χρηματοπιστωτικές αγορές της Ελλάδας και άλλων χωρών της Νοτιοανατολικής Ευρώπης από υψηλόβαθμες τραπεζικές θέσεις. Διετέλεσε Σύμβουλος σε Ελληνική Τράπεζα, στο Υπουργείο Ανάπτυξης και σε επιχειρήσεις. Υπηρέτησε ως μέλος σε Δ.Σ. εταιρειών, εισηγμένων και μη εισηγμένων στο Χρηματιστήριο Αθηνών, καθώς και στο Δ.Σ. Ερευνητικού Πανεπιστημιακού Ιδρύματος (ΕΠΙ). Δίδαξε σε ελληνικά ΑΕΙ και έχει δημοσιεύσει άρθρα σε διεθνή και ελληνικά επιστημονικά περιοδικά. Είναι συγγραφέας του βιβλίου «Η παγκόσμια κρίση της Ευημερίας: Η βιώσιμη ανάπτυξη στη μετάβαση από τη βιομηχανική στην παγκόσμια οικονομία της γνώσης» (Εκδόσεις ΑΠΘ, Θεσσαλονίκη 2012).