Στην πρώτη μεγάλη δοκιμασία βάζουν τη νέα πολιτική των επιτοκιακών αυξήσεων της ΕΚΤ τα στοιχεία για την επιχειρηματική δραστηριότητα στην Ευρωζώνη, που προοιωνίζονται ύφεση πολύ σύντομα, ακόμη και στο τρίτο τρίμηνο

Την ώρα που η επιτοκιακή αύξηση των 50 μονάδων βάσης φέρνει στο προσκήνιο αρκετά ερωτήματα ως προς τον χρόνο δράσης της ΕΚΤ και το νέο εργαλείο της ΤΡΙ απογοητεύει τις αγορές, η επιχειρηματική δραστηριότητα στην Ευρωζώνη στέλνει «σήμα κινδύνου» και υποδηλώνει ότι τα χειρότερα έπονται. Ο δείκτης S&P Global για τη μεταποίηση και τις υπηρεσίες διολίσθησε σε χαμηλό 17 μηνών τον Ιούλιο, περνώντας κάτω από το ορόσημο του 50, που διαχωρίζει την ανάπτυξη από τη συρρίκνωση, στο 49,4 από το 52 του Ιουνίου, πολύ χαμηλότερα από τις προσδοκίες των αναλυτών, σε μια ισχυρή ένδειξη ότι η αύξηση του κόστους ενέργειας και πρώτων υλών έχει κάνει τους καταναλωτές να σταματήσουν τις δαπάνες τους. Ο οικονομολόγος της S&P Global, Κρις Γουίλιαμσον, προειδοποιεί ότι η Ευρωζώνη κινείται ολοταχώς προς ύφεση στο τρίτο τρίμηνο, καθώς η επιχειρηματική δραστηριότητα όχι μόνο επιβραδύνεται, αλλά και οι επιμέρους δείκτες υποδηλώνουν ότι οι επόμενοι μήνες θα είναι χειρότεροι. Εάν εξαιρέσουμε τους μήνες των lockdowns στη διάρκεια της πανδημίας, η συρρίκνωση του Ιουλίου είναι η πρώτη που συμβαίνει για τον συγκεκριμένο δείκτη από τον Ιούνιο του 2013, γεγονός που προοιωνίζεται συρρίκνωση 0,1% της οικονομίας της Ευρωζώνης στο τρίτο τρίμηνο. Είναι, δε, η πρώτη φορά που η μεταποιητική δραστηριότητα υποχωρεί σε διάρκεια δύο ετών.

Ο δείκτης που παρακολουθεί τις υπηρεσίες υποχώρησε σε χαμηλό 15 μηνών, στο 50,6, δείχνοντας σχεδόν στασιμότητα, όμως αυτή που χτυπήθηκε ιδιαίτερα ήταν η μεταποίηση, με τον σχετικό δείκτη να περνά σε ύφεση στο 49,6 από το 52,1 του Ιουνίου, με τον επιμέρους δείκτη που μετρά την παραγωγή να βυθίζεται στο 46,1, στο χαμηλότερο επίπεδο από τον Μάιο του 2020. «Η απότομη κάμψη των νέων παραγγελιών, η έλλειψη εργατικού δυναμικού και οι πιο δυσοίωνες επιχειρηματικές προοπτικές δείχνουν ότι ο ρυθμός πτώσης επιταχύνεται. Το πιο ανησυχητικό είναι ότι οι χαμηλότερες του αναμενομένου πωλήσεις έχουν οδηγήσει σε άνευ προηγουμένου αύξηση των αποθεμάτων», εξηγεί ο Γουίλιαμσον.

Τα στοιχεία υποδηλώνουν πόσο ευάλωτη είναι η οικονομία της Ευρωζώνης, τη στιγμή που η μεγάλη επιτοκιακή αύξηση έρχεται να επιδεινώσει τις ανησυχίες για τον αντίκτυπο μιας πιο αυστηρής νομισματικής πολιτικής στην οικονομία. Η τελευταία έρευνα της ΕΚΤ δείχνει ότι ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη αναμένεται να είναι ακόμη πιο υψηλός απ’ ό,τι αναμενόταν μόλις πριν από λίγους μήνες, ενώ και οι μακροπρόθεσμες προσδοκίες κινούνται τώρα πάνω από τον στόχο 2% της ΕΚΤ.

«Προς την ύφεση»

Το Bloomberg εκτιμά ότι οι κεντρικές τράπεζες κινδυνεύουν να οδηγήσουν τις οικονομίες τους με δύναμη προς την ύφεση με την υπερβολική σύσφιγξη της νομισματικής πολιτικής τους για να τιθασεύσουν τον πληθωρισμό. «Η ανησυχία είναι ότι, έχοντας ντροπιαστεί από τον πληθωρισμό, οι κεντρικοί τραπεζίτες, θέλοντας τώρα να επανορθώσουν, μπορεί να φθάσουν στο άλλο άκρο, προκαλώντας περιττή ζημιά στην παγκόσμια οικονομία», αναφέρει ο Ντάριο Πέρκινς της TS Lombard. Το ίδιο έκαναν οι διαμορφωτές πολιτικής και στη διάρκεια της πανδημίας, δηλ. έφθασαν στην υπερβολή με τα μέτρα στήριξης, σημειώνει το Bloomberg.

Ούτε όμως και το νέο εργαλείο της ΕΚΤ, το ΤΡΙ, προσφέρει «ανάσα ανακούφισης», αφού περιλαμβάνει αρκετή δημιουργική ασάφεια ή σκόπιμη αοριστία. Σύμφωνα με το Bloomberg, θέτει μια σειρά από όρους, χωρίς ωστόσο να δίδει συγκεκριμένα νούμερα. Η όποια παρέμβαση έγκειται αποκλειστικά στη διακριτική ευχέρεια της Λαγκάρντ και των συναδέλφων της. Όμως, πώς μπορεί να οριστούν με σαφήνεια οι «δικαιολογημένες» ή οι «αδικαιολόγητες» δυνάμεις στις αγορές που επηρεάζουν τα spreads; Ο αναλυτής Πιτ Κρίστιανσεν της Dansken Bank χαρακτηρίζει το εργαλείο δυσκίνητο και όχι τόσο εύκολο να χρησιμοποιηθεί, ενώ αναλυτές της UBS αναγνωρίζουν την έλλειψη λεπτομερειών, σημειώνοντας ότι βοήθησε την ΕΚΤ να «αγοράσει αρκετή αξιοπιστία στα μάτια των επενδυτών».

(από την εφημερίδα "ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ")