Ο δεύτερος πόλεμος που διεξάγει η Ρωσία εναντίον της Δύσης και της Ευρώπης ειδικότερα, είναι πολύ ευρύτερος γεωγραφικά και στοχεύει στην πολιτική και οικονομική αποσταθεροποίηση της Δύσης και πρωτίστως της Ευρώπης. Σε αυτόν τον μάλλον αόρατο πόλεμο η Μόσχα έχει εργαλιοποιήσει την ενέργεια σε όλες τις μορφές της επιδιώκει να ασκήσει τη μέγιστη δυνατή πίεση στις αγορές και να οδηγήσει τις τιμές του φυσικού αερίου, του άνθρακα και της ηλεκτρικής ενέργειας σε πρωτοφανή επίπεδα. Όπως πάνε τα πράγματα, φαίνεται πολύ πιθανό ότι η Ευρώπη θα αντιμετωπίσει μια πολύ χειρότερη ενεργειακή κρίση από αυτή που βίωσε το 1973.
Δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία ότι η ευρωπαϊκή ηγεσία, κάτω από σοβαρή πίεση και μάλλον ψευδείς διαβεβαιώσεις από την κυβέρνηση των ΗΠΑ - υποσχόμενη προμήθειες LNG που δεν μπορούσε τελικά να παραδώσει - υπολόγισε εντελώς λάθος την κατάσταση όταν πήρε την απερίσκεπτη απόφαση να επιβάλει μια σειρά ανεφάρμοστων κυρώσεων κατά της Ρωσίας, υποτιμώντας πλήρως τη ισχυρή αντίδραση του Κρεμλίνου. Καθώς η Ευρώπη εξαρτάται περισσότερο από το 60% από τις εισαγωγές ενέργειας, είναι ξεκάθαρο ότι η ΕΕ είναι σε αδύναμη θέση να επιβάλει κυρώσεις στον κύριο προμηθευτή της ενέργειας χωρίς να υποστεί η ίδια τρομερές συνέπειες. Επιπλέον, οι Ευρωπαίοι δεν υπολόγισαν σωστά τη μεγάλη ανθεκτικότητα της Ρωσίας να αντιμετωπίσει τις κυρώσεις και να κρατήσει την οικονομία της όρθια Μακράν από αυτό, το ρούβλι έχει πλέον ενισχυθεί πέρα από τις πιο τρελές προσδοκίες των οικονομολόγων, με τις ρωσικές εταιρείες να κερδίζουν πολλά περισσότερα δολάρια και ευρώ από τις πωλήσεις πετρελαίου και φυσικού αερίου, το πρώτο εξάμηνο του 2021, σε σύγκριση με πέρυσι.
Τώρα ο κύβος έχει ριφθεί σε αυτόν τον πόλεμο φθοράς με τη Μόσχα να κρατά περισσότερα χαρτιά στα μανίκια της από όσα μπορούμε να φανταστούμε. Η κατάσταση στις ευρωπαϊκές αγορές φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας αναμένεται να επιδεινωθεί με επιπλέον αυξήσεις, ενώ οι τιμές του πετρελαίου είναι πολύ πιθανό να ανακάμψουν περαιτέρω πριν από το τέλος του έτους σε πολύ υψηλότερα επίπεδα, δεδομένου ότι οι ελλείψεις στην παραγωγή γίνονται πλέον ορατές μετά από μια δεκαετία υποεπενδύσεων του κλάδου.(Ας όψονται οι πράσινες πολιτικές και το έντεχνα καλλιεργούμενο αφήγημα της «κλιματικής καταστροφής») Με τη Ρωσία να προμηθεύει περί το 30% της παγκόσμιας ενέργειας, φαίνεται ότι η Μόσχα βγαίνει κερδισμένη στον πρώτο γύρο του παιχνιδιού.