Το Πετρέλαιο Kαλπάζει, οι Σοφοί Διαφωνούν

Θέατρο του παραλόγου παίχτηκε αυτήν την εβδομάδα στη Ρώμη στο 11ο Διεθνές Φόρουμ Ενέργειας. Ενώ οι τιμές του μαύρου χρυσού έτρεχαν προς τα 120 δολάρια το βαρέλι, οι 60 υπουργοί Ενέργειας παραγωγών και καταναλωτριών χωρών και τα ακόμη περισσότερα στελέχη των μεγαλύτερων πετρελαϊκών εταιρειών του κόσμου αδυνατούσαν να καταλήξουν στο αν οι σημερινές τιμές είναι υψηλές!
Του Μπάμπη Μιχάλη
Τρι, 29 Απριλίου 2008 - 02:09

Θέατρο του παραλόγου παίχτηκε αυτήν την εβδομάδα στη Ρώμη στο 11ο Διεθνές Φόρουμ Ενέργειας. Ενώ οι τιμές του μαύρου χρυσού έτρεχαν προς τα 120 δολάρια το βαρέλι, οι 60 υπουργοί Ενέργειας παραγωγών και καταναλωτριών χωρών και τα ακόμη περισσότερα στελέχη των μεγαλύτερων πετρελαϊκών εταιρειών του κόσμου αδυνατούσαν να καταλήξουν στο αν οι σημερινές τιμές είναι υψηλές!

Οι επί τριήμερον συνεδριάζοντες παραγωγοί και καταναλωτές πετρελαίου συμφώνησαν πάντως ότι υπάρχει κίνδυνος οι τιμές να αυξηθούν ακόμη περισσότερο στο μέλλον, ότι υπάρχει άφθονο πετρέλαιο σήμερα στον πλανήτη, ότι το κόστος εξόρυξης έχει αυξηθεί σημαντικά και ότι η αδυναμία του δολαρίου διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο για τη συνεχή άνοδο των τιμών.

Από τα μέσα του περασμένου Νοεμβρίου, στη σύνοδο κορυφής που πραγματοποιήθηκε στη Σαουδική Αραβία, ο ΟΠΕΚ είχε προειδοποιήσει ότι οι τιμές θα μπορούσαν να φθάσουν τα 150 δολάρια το βαρέλι, αν δεν υπάρξει ένα νέο σύστημα τιμολόγησης του μαύρου χρυσού που θα αφαιρούσε τη δύναμη από τα χέρια των κερδοσκόπων. Στα παρασκήνια, αρκετοί από τους μεγάλους παίκτες της αγοράς συμβολαίων αργού μιλούσαν και αυτοί για τιμές πάνω από τα 125 δολάρια ή ακόμη και τα 150 δολάρια. Κάποιοι από αυτούς μάλιστα δεν δίσταζαν να βάλουν τον πήχη στα 200 δολάρια! Μεταξύ αυτών, και ο πρόεδρος της πετρελαιοπαραγωγού Βενεζουέλας, Ούγκο Τσάβες.

Οι εκτιμήσεις

Ο Τζον Λίπσκι, νούμερο 2 στην ιεραρχία του ΔΝΤ, υποστήριξε πάντως στο φόρουμ της Ρώμης ότι οι υψηλές τιμές πιέζουν την ανάπτυξη και φυσικά γεμίζουν με κέρδη τους εξαγωγείς. Η Διεθνής Επιτροπή Ενέργειας (ΙΕΑ), ότι οι υψηλές πετρελαϊκές τιμές θα οδηγήσουν τον κόσμο σε ύφεση και ο οικοδεσπότης και απερχόμενος ιταλός πρωθυπουργός, Ρομάνο Πρόντι, ότι μια αύξηση των τιμών κατά 10 δολάρια το βαρέλι στοιχίζει 500 δισ. δολάρια στην παγκόσμια οικονομία. Ο Πρόντι προειδοποίησε μάλιστα ότι οι υψηλές τιμές ενέργειας αποτελούν κίνδυνο για την παγκόσμια ειρήνη.

Από την πλευρά τους, οι ΗΠΑ συνέχισαν το... βιολί τους, κατηγορώντας τον ΟΠΕΚ και τις υπόλοιπες πετρελαιοπαραγωγούς χώρες -που δεν αυξάνουν δραστικά την προσφορά τους- ως υπεύθυνους για τις υψηλές τιμές. Παρ' ότι έχουν τεράστια στρατηγικά πετρελαϊκά αποθέματα και θα μπορούσαν να διοχετεύσουν ένα μέρος τους στην αγορά, ώστε να αποκλιμακωθούν οι τιμές, υποστήριξαν ότι οι επιπτώσεις μιας τέτοιας κίνησης θα είναι προσωρινές. Όσο για το αίτημα κάποιων να μπει φραγμός στην κερδοσκοπία που οργιάζει σήμερα στις αγορές πετρελαίου και εμπορευμάτων, ο αμερικανός υπουργός Ενέργειας, Σαμ Μπόντμαν, υποστήριξε ότι περισσότερο έλεγχος στην αγορά δεν θα φέρουν σημαντικά αποτελέσματα.

Αλλά και οι υπόλοιπες καταναλώτριες χώρες, οι ιδιωτικές πετρελαϊκές εταιρείες και οι traders διαμήνυσαν την πίστη τους στην ικανότητα των αγορών εμπορευμάτων να διαμορφώνουν τις τιμές, παρά την καραμπινάτη απουσία διαφάνειας σε αυτές. Τι κι αν νωρίτερα αυτόν τον μήνα, ο αμερικανός γερουσιαστής των Δημοκρατικών Μπάιρον Ντόργκαν είχε παρομοιάσει την αγορά πετρελαίου με 24ωρο καζίνο. Την κερδοσκοπία ξέχασε και ο ΟΠΕΚ, που, όταν ακόμη το πετρέλαιο ήταν κάτω από τα 50 δολάρια το βαρέλι, καλούσε τις καταναλώτριες χώρες να ενισχύσουν ελέγχους και κανονισμούς στην αγορά, έτσι ώστε να σταματήσει η άνοδος των τιμών.

Το καρτέλ υποστήριξε ότι, ακόμη κι αν αυξήσει την παραγωγή του, δεν θα καταφέρει να βρει αγοραστή. Ο πρόεδρός του, Χακίμπ Κελίλ, επανέλαβε ότι η αδυναμία του δολαρίου είναι ο βασικός παράγοντας της ανόδου των τιμών, υπογραμμίζοντας ότι όταν το δολάριο υποχωρεί κατά 1% οι πετρελαϊκές τιμές αυξάνονται κατά περίπου 4 δολάρια.

Αξιοσημείωτες οι υποσχέσεις του ΟΠΕΚ για επενδύσεις 160 δισ. δολαρίων σε 120 ενεργειακά προγράμματα την επόμενη τετραετία, με στόχο τη μεγέθυνση της παραγωγικής δυναμικότητας των χωρών-μελών του κατά 5 εκατ. βαρέλια ημερησίως αλλά και οι αντίστοιχες επενδύσεις 50 δισ. δολαρίων για τη βελτίωση της διυλιστικής του ικανότητας κατά 3 εκατ. βαρέλια ημερησίως.

(Από την εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 26-27/04/2008)