Ο θάνατός του, που τον βρήκε στα 82 του χρόνια, προκάλεσε συγκίνηση στο πανελλήνιο και όχι μόνο στην επιστημονική κοινότητα, καθώς ο Δημήτρης Παντερμαλής είχε ταυτιστεί με δύο, κυρίως, επιτεύγματα: την ανέλκυση και την ανάδειξη του αρχαιολογικού χώρου του Δίου στη Μακεδονία και το νέο Μουσείο Ακρόπολης, το οποίο στήριξε με όλες του τις δυνάμεις. Ο γενικός διευθυντής του μουσείου, καθ. Νικόλαος Χρ. Σταμπολίδης, αναφέροντας πως είχε την τύχη να γνωρίζει τον Δημήτρη Παντερμαλή από τις αρχές της δεκαετίας του ’70 ως φοιτητής, τόνισε σε δήλωσή του «την αγάπη, τη φροντίδα και την αφοσίωση με την οποία περιέβαλε το Μουσείο Ακρόπολης χρόνια πριν τη δημιουργία του και σε όλη τη διάρκεια των 13 ετών λειτουργίας του». Σε ψήφισμά του το Δ.Σ. του Μουσείου Ακρόπολης αποφάσισε να δοθεί το όνομα του Δημήτρη Παντερμαλή στο Αμφιθέατρο του μουσείου και να θεσπίσει μία υποτροφία Κλασικής Αρχαιολογίας με το όνομά του.
Ο Δημήτρης Παντερμαλής ήταν ένας βαθιά φιλοσοφημένος άνθρωπος, εγκρατής στις δηλώσεις του, με σοφή απόσταση από τον βόμβο και τον θόρυβο. Προσηλωμένος στους στόχους του και με γνώση της διεθνούς εμπειρίας, αξιοποιούσε τη μακρά θητεία του στις ανασκαφές, στη διδασκαλία και στην έρευνα προς όφελος του δημοσίου συμφέροντος. Το τεράστιο σε σύλληψη και έκταση έργο του στο Δίον (και το εξαιρετικό εύρημα της αρχαίας υδραύλεως) όχι μόνο έβαλε στον χάρτη έναν σημαντικό αρχαιολογικό χώρο (και ένα αρχαιολογικό πάρκο 500 στρεμμάτων), αλλά ενίσχυσε την κοινή συνείδηση και την παγκόσμια γνώση για την αρχαία ιστορία της Μακεδονίας. Υπήρξε ένα έργο ζωής από το οποίο βγήκε απόλυτα δικαιωμένος με πλήρη αναγνώριση. Αυτή άλλωστε ήταν μία έντιμη συγκομιδή της διαδρομής του: η πίστη στις ικανότητές του, το κύρος που τύλιγε τις επιλογές του.
Η κοσμοθεωρία του
Ενδεικτικό της κοσμοθεωρίας του και του τρόπου με τον οποίο δούλευε είναι αυτό το απόσπασμα του λόγου από μια συνέντευξη που είχε δώσει το 2009 στη συνάδελφο Γιώτα Μυρτσιώτη για την «Κ»: «Μ’ έχουν ρωτήσει πολλές φορές τι ήταν αυτό που με κράτησε τόσα χρόνια στο Δίον», είχε πει. «Η απάντηση είναι σταθερά ίδια: ο τόπος και οι άνθρωποί του. Στην πρώτη μου επίσκεψη, θυμάμαι πόσο με είχε συναρπάσει η εικόνα του ελληνιστικού τείχους της πόλης μέσα στα νερά του ποταμού. Από τότε δεν σταμάτησε αυτός ο τόπος να με γοητεύει, κυρίως από τότε που άρχισε ν’ αποκαλύπτει τα καλά κρυμμένα αρχαιολογικά μυστικά του. Οι άνθρωποί του πάλι, μια μικρή κοινωνία, χαρούμενη, σκανδαλιάρα, πολυμήχανη, γνήσιο κομμάτι της φύσης, μου έδινε ώρες ώρες την αίσθηση ανθρώπων μιας αρχαίας εποχής. Με τα χρόνια είχα πεισθεί ότι μόνο αυτοί θα μπορούσαν να ανασύρουν, μέσα από τα χώματα και τα νερά, τα αρχαία του Δίου».
Οι δεκαετίες δουλειάς στο Δίον παράλληλα με την ακαδημαϊκή πορεία του (διετέλεσε πρόεδρος του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας και κοσμήτορας της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου) τον είχαν προικίσει ακόμη περισσότερο με επιμονή και πίστη, ιδιότητες και χαρίσματα αναγκαία για να αντιμετωπίσει τις οδύνες τοκετού του νέου Μουσείου Ακρόπολης, στο οποίο διετέλεσε πρόεδρος. Η επιτυχής πορεία του μουσείου, παρά τις πολλές δυσκολίες, εγγενείς αλλά και αχρείαστες, δικαίωσαν την προσήλωσή του στον στόχο και χάρισαν στην Αθήνα και στη χώρα μας ένα από τα δημοφιλέστερα μουσεία της Ευρώπης. Η λαμπρή, διεθνής παρουσία του μουσείου υπηρέτησε εξαρχής και το πάγιο εθνικό αίτημα για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα, θέμα σύνθετο, που ο Δημήτρης Παντερμαλής χειριζόταν πάντα με δεξιοτεχνία και νηφαλιότητα.
Η λειτουργία του νέου Μουσείου Ακρόπολης, υπό την καθοδήγησή του, τα πρώτα χρόνια της σταδιακής ενηλικίωσης, έθεσε, στερέωσε και έκανε ευρέως αποδεκτό και ένα νέο υπόδειγμα λειτουργίας δημοσίου μουσείου. Το ίδιο το μουσείο διαπαιδαγώγησε και νέες γενιές επισκεπτών καλλιεργώντας συνείδηση για το παλίμψηστο της αττικής γης, τη γλυπτική μέσα από τις συνδηλώσεις της και τη διάδραση με την ανοικτή κοινωνία.
Ο Δημήτρης Παντερμαλής υπήρξε ένας υπηρέτης της πατρίδας του με την ευγενή και πρωτογενή σημασία του όρου. Εθεσε το παράδειγμα της εθνικής προσφοράς, της αφοσίωσης στην επιστήμη του και της υπεράσπισης της μεγάλης αρετής να μπορείς να βλέπεις μακριά, τον τελικό στόχο και το μεγάλο κάδρο.
(από την εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ")