Με την τιμή του πετρελαίου να κατευθύνεται στα ύψη και τον πρόεδρο Μπους να κατευθύνεται προς τη Σαουδική Αραβία, στο πλαίσιο της περιοδείας του στη Μέση Ανατολή, είναι ώρα να αποδεχθούμε την πραγματικότητα. Η αναζήτηση πετρελαίου έχει θεμελιώδη σημασία για την αμερικανική εξωτερική πολιτική.

Με την τιμή του πετρελαίου να κατευθύνεται στα ύψη και τον πρόεδρο Μπους να κατευθύνεται προς τη Σαουδική Αραβία, στο πλαίσιο της περιοδείας του στη Μέση Ανατολή, είναι ώρα να αποδεχθούμε την πραγματικότητα. Η αναζήτηση πετρελαίου έχει θεμελιώδη σημασία για την αμερικανική εξωτερική πολιτική.

Η σημασία του πετρελαίου για την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ είναι τόσο προφανής όσο και δύσκολο, κατά ανεξήγητο τρόπο, να αναγνωριστεί δημοσίως. Όταν προετοιμαζόταν ο πόλεμος στο Ιράκ, η Αριστερά φώναζε ότι αυτός ο πόλεμος θα γινόταν για το πετρέλαιο. Οι άνθρωποι του κατεστημένου χαρακτήριζαν τότε αυτό το επιχείρημα «θεωρία συνωμοσίας».

Ωστόσο, τόσο ο Άλαν Γκρίνσπαν, πρώην πρόεδρος της Φέντεραλ Ριζέρβ, όσο και ο Γερουσιαστής Τζον Μακέιν υπαινίχθηκαν πρόσφατα ότι ο πόλεμος έγινε πράγματι για το πετρέλαιο. Στα απομνημονεύματά του, ο Άλαν Γκρίνσπαν ανέφερε ότι είναι λυπηρό να θεωρείται «πολιτικά ανάρμοστος» ο ισχυρισμός ότι «ο βασικός λόγος για τον πόλεμο στο Ιράκ ήταν το πετρέλαιο».

Νωρίτερα αυτόν τον μήνα, ο Μακέιν, ο οποίος θα ηγηθεί των Ρεπουμπλικάνων στις φετινές προεδρικές εκλογές, υποσχέθηκε μια ενεργειακή πολιτική που θα θέσει τέλος στην εξάρτηση της Αμερικής από το πετρέλαιο και θα αποτρέψει άλλον ένα πόλεμο στη Μέση Ανατολή.

Τόσο ο Γκρίνσπαν όσο και ο Μακέιν προέβησαν στη συνέχεια σε «διευκρινίσεις». Ο Μακέιν υποστηρίζει τώρα ότι εννοούσε τον πρώτο πόλεμο στο Ιράκ το 1991. Όσο για τον πόλεμο στο Ιράκ το 2003, αυτός έγινε... για τους λόγους που υποστήριζε και τότε: για τα όπλα μαζικής καταστροφής, πιθανότατα.

Ας μην γελιόμαστε όμως. Οι λόγοι που οδήγησαν στον πόλεμο του Ιράκ ήταν πολλοί: τα όπλα μαζικής καταστροφής, η αναμόρφωση της Μέσης Ανατολής, ο εκδημοκρατισμός, τα ανθρώπινα δικαιώματα, το Ισραήλ, η τρομοκρατία, η επίδειξη της αμερικανικής δύναμης. Όμως, μεταξύ των λόγων αυτών ήταν σίγουρα και το πετρέλαιο. Ακούγεται συχνά ότι ο Κόλπος είναι μια «ζωτικά στρατηγική περιοχή». Με το «στρατηγική» εννοείται ότι εκεί κείτονται τα δύο τρίτα των παγκόσμιων αποδεδειγμένων αποθεμάτων πετρελαίου.

Αν πάντως η εισβολή στο Ιράκ έγινε εν μέρει για το πετρέλαιο, αποτέλεσε και εδώ αποτυχία – όπως και από πολλές άλλες πλευρές. Το 2003, λίγο πριν από την εισβολή, η τιμή του βαρελιού ήταν στα 26 δολάρια. Σήμερα είναι στα 126 δολάρια, με μεγάλη μερίδα αναλυτών να θεωρεί πιθανή μια άνοδό του στα 200 δολάρια μέχρι το τέλος του 2008.

Η υπόσχεση του Μακέιν να εξαλείψει την εξάρτηση της Αμερικής από τα πετρέλαια της Μέσης Ανατολής δεν είναι πρωτότυπη. Σε ανάλογες δεσμεύσεις έχουν προβεί ο Μπαράκ Ομπάμα και η Χίλαρι Κλίντον. Λίγα χρόνια νωρίτερα και ο πρόεδρος Μπους είχε δεσμευθεί να τερματίσει «την εξάρτηση της Αμερικής από το πετρέλαιο». Ανάλογες υποσχέσεις είχε δώσει και ο πρόεδρος Ρίτσαρντ Νίξον μετά την πρώτη πετρελαϊκή κρίση της δεκαετίας του '70. Στην πραγματικότητα, τα πράγματα οδηγούνται στην αντίθετη κατεύθυνση. Το 1973, οι ΗΠΑ εισήγαγαν το 33% του πετρελαίου τους. Σήμερα, το ποσοστό αυτό φτάνει το 60% και μέχρι το 2020 μπορεί να αυξηθεί στο 70%. Το αμερικανικό σύστημα μεταφορών εξαρτάται πλήρως από το πετρέλαιο.

Οι Αμερικανοί πολιτικοί έχουν ανταποκριθεί, μέχρι στιγμής, στο πρόβλημα αυτό με ένα μείγμα ευσεβών πόθων και θυμού. Οι εκκλήσεις για «ενεργειακή ανεξαρτησία» είναι σχεδόν καθολικές. Πολλά κεφάλαια έχουν δαπανηθεί για την παραγωγή βιοκαυσίμων, κάτι το οποίο έχει συμβάλει στην άνοδο των τιμών των τροφίμων. Κανένας, ωστόσο, πολιτικός δεν φαίνεται διατεθειμένος να πει ότι οι Αμερικανοί πιθανόν να χρειαστεί να προσαρμόσουν τον τρόπο ζωής τους σε έναν κόσμο, όπου οι τιμές των καυσίμων θα είναι σταθερά υψηλές.

Την περασμένη εβδομάδα, ο Γερουσιαστής των Ρεπουμπλικάνων Πιτ Ντομένιτσι ζήτησε «περισσότερο πετρέλαιο και χαμηλότερες τιμές». Οι Δημοκρατικοί πιέζουν τον αμερικανό υπουργό Δικαιοσύνης να προσφύγει στα διεθνή δικαστήρια εναντίον μελών του ΟΠΕΚ με την κατηγορία ότι καθορίζουν αυθαίρετα την τιμή του πετρελαίου. Μια τέτοια ενέργεια, όμως, θα υπερτιμούσε τη δύναμη της Αμερικής έναντι των πετρελαιοπαραγωγών χωρών. Τα μέλη του ΟΠΕΚ θα μπορούσαν θαυμάσια να απαντήσουν, πουλώντας ένα μέρος των τεραστίων αποθεμάτων τους σε δολάρια, κάτι που θα έπληττε σκληρά το δολάριο και τους αμερικανούς καταναλωτές. Άλλωστε, οι πετρελαιοπαραγωγές χώρες έχουν άφθονους πελάτες. Πάνω από το 50% του σαουδαραβικού πετρελαίου εξάγεται αυτή τη στιγμή στην Ασία.

Ο ανταγωνισμός για τα παγκόσμια αποθέματα πετρελαίου εντείνεται. Η κατανάλωση πετρελαίου στην Κίνα διπλασιάστηκε από το 1994 ως το 2003 και θα διπλασιαστεί ξανά μέχρι το 2010. Το ενδιαφέρον της Κίνας για την Αφρική υποκινείται κυρίως από την ανάγκη της για «ενεργειακή ασφάλεια». Ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας εκτιμά ότι το 2010 η Κίνα θα καταστεί ο μεγαλύτερος καταναλωτής ενέργειας στον κόσμο. Ο ΙΕΑ εκτιμά ακόμη ότι οι ενεργειακές ανάγκες του πλανήτη θα είναι το 2030 50% μεγαλύτερες από ό,τι είναι σήμερα. Οσο περνούν τα χρόνια θα εξαρτιόμαστε από τα ορυκτά καύσιμα περισσότερο, όχι λιγότερο.

(Financial Times 13/05/08)