Η ενεργειακή μετάβαση δεν είναι μια διαδικασία «από τη μια μέρα στην άλλη». Θα πάρει χρόνο. Και ενώ συμβαίνει, οι παγκόσμιες ενεργειακές ανάγκες συνεχίζουν να αυξάνονται, μαζί με την ανάγκη για ασφαλή και αξιόπιστο ενεργειακό εφοδιασμό. Οι ανανεώσιμες πηγές χαμηλής ενέργειας (ΑΠΕ) συνεχίζουν να είναι διαλείπουσες, και δεν είναι ακόμη σε θέση να το προσφέρουν αυτό.Η Ευρώπη αντιμετωπίζει τώρα 

σημαντικά υψηλότερες τιμές εισαγωγής καυσίμων ελλείψει ρωσικού φυσικού αερίου. Οι χώρες του OECD, συμπεριλαμβανομένης της Ευρώπης, θα δαπανήσουν το 17,7% του ΑΕΠ τους στην ενέργεια το 2023, περίπου 60% υψηλότερα από τον μέσο όρο των τελευταίων 20 ετών (Σχήμα 1).

Σαφώς, υπάρχει ανάγκη εξεύρεσης νέων πηγών φθηνότερης ενέργειας ή υπάρχει κίνδυνος αποβιομηχάνισης. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο μεταξύ πολλών ευρωπαϊκών χωρών υπάρχει αυξανόμενη επιφυλακτικότητα ότι, με την αναγκαία τεχνολογία να μην είναι έτοιμη να ανταποκριθεί στον απαιτούμενο ρυθμό, οι ραγδαία-αυξανόμενες φιλοδοξίες για το κλίμα μπορεί να είναι αντιπαραγωγικές, δεδομένων των κινδύνων για την ευρωπαϊκή βιομηχανία, αλλά και του αυξημένου ενεργειακού κόστους για τους καταναλωτές.

Σχήμα 1: Εκτιμώμενες δαπάνες ενέργειας για τελική χρήση σε χώρες του OECD ως % του ΑΕΠ

Source: OECD
https://www.washingtonpost.com/business/energy/energy-security-is-the-global-priorityfor-2023/2022/11/24/5ef944b4-6bbd-11ed-8619-0b92f0565592_story.html


Η ανακατεύθυνση της βιομηχανίας, ιδίως της βαριάς βιομηχανίας και χημικών, σε τεχνολογία χαμηλών εκπομπών θα πάρει πολύ χρόνο και είναι απίθανο να είναι πανάκεια. Η Ευρώπη αντιμετωπίζει ισχυρές ανταγωνιστικές προκλήσεις, με την Κίνα, τις ΗΠΑ, την Ιαπωνία και άλλους να έχουν πρόσβαση σε φθηνότερη ενέργεια.

Η εισαγωγή του CBAM δεν θα σώσει την Ευρώπη. Μπορεί να συμβάλει στην προστασία των επιχειρήσεων της ΕΕ από φθηνότερες εισαγωγές, αλλά ο ανταγωνισμός στις παγκόσμιες αγορές θα είναι πρόκληση.

Η Ρωσία ανακατευθύνει ήδη τις ενεργειακές της εξαγωγές στην Ασία, και ειδικότερα στην Κίνα, σε χαμηλές τιμές. Αυτές οι εξελίξεις ασκούν πίεση στην Ευρώπη να εξασφαλίσει νέες πηγές φθηνότερης ενέργειας, και ειδικότερα φθηνότερο φυσικό αέριο. Μια αντιστροφή της πολιτικής της ΕΕ, αναγνωρίζοντας ότι θα χρειαστεί φυσικό αέριο μακροπρόθεσμα μπορεί να ξεκλειδώσει την ανάπτυξη και την εξαγωγή ασφαλούς και ανταγωνιστικού φυσικού αερίου στο κατώφλι της: στην Ανατολική Μεσόγειο, τη Μέση Ανατολή, γύρω από την Κασπία και την Αφρική.

Ενεργειακή ασφάλεια

Η ενεργειακή κρίση αναγκάζει τις κυβερνήσεις να επανεξετάσουν τις προτεραιότητές τους, με την ενεργειακή ασφάλεια και την οικονομική προσιτότητα να έρχονται στην κορυφή και τη κλιματική αλλαγή να πέφτει στη λίστα. Θα χρειαστεί πολύς χρόνος για να πάψει η ενεργειακή ασφάλεια να αποτελεί κορυφαία προτεραιότητα. Και όχι πριν επιλυθούν ικανοποιητικά τα προβλήματα αξιοπιστίας και διαλειπότητας των ΑΠΕ.Η ανάγκη ενεργειακής ασφάλειας θα είναι μαζί μας για πολύ καιρό ακόμη, παράλληλα με την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.

Ως αποτέλεσμα αυτού, η πλειονότητα των χωρών στο COP27 δεν υποστήριξε τη σταδιακή κατάργηση του πετρελαίου και του φυσικού αερίου και συμφώνησαν να ενισχύσουν πηγές «ενέργειας χαμηλών εκπομπών», που ερμηνεύεται να περιλαμβάνει φυσικό αέριο. Στην πραγματικότητα, το COP27 σηματοδότησε μια στροφή από μέτρα μείωσης στην προσαρμογή.Η ενεργειακή ασφάλεια ανέβηκε στην κορυφή της λίστας.

Ο κόσμος πληρώνει τώρα για λανθασμένες πολιτικές που βασίζονται στη δέσμευση για μια ταχεία ενεργειακή μετάβαση, υποθέτοντας λανθασμένα ότι επαρκείς εναλλακτικές λύσεις για το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο θα υπήρχαν ήδη και σε κλίμακα. Αυτό αποδείχθηκε πρόωρο και δεν υλοποιήθηκε. Ωστόσο, εισήγαγε αβεβαιότητες σχετικά με τη μελλοντική ζήτηση ορυκτών καυσίμων που οδήγησαν σε υποεπενδύσεις στον τομέα και σε περιορισμένες προμήθειες πετρελαίου και φυσικού αερίου και, αναπόφευκτα, σε υψηλές τιμές.

Ενώ ο κόσμος επενδύει στην αυξανόμενη χρήση ΑΠΕ, συμπεριλαμβανομένου του πράσινου υδρογόνου, στην ενεργειακή απόδοση και στην ανάπτυξη των τεχνολογιών που απαιτούνται για τη μετάβαση σε καθαρότερη ενέργεια, μια ρεαλιστική ενεργειακή μετάβαση θα χρειαστεί φυσικό αέριο για πολύ καιρό ακόμη. Αν αυτό δεν αναγνωριστεί, αυτή μπορεί να μην είναι η μόνη ενεργειακή κρίση που θα αντιμετωπίσει ο κόσμος.

Οι ΑΠΕ έχουν πολύ δρόμο μπροστά τους

Μέχρι στιγμής, οι περισσότερες προσπάθειες έχουν επικεντρωθεί στην αύξηση της χρήσης ΑΠΕ και στη μείωση ή ακόμη και στην εξάλειψη της χρήσης άνθρακα στον τομέα της ενέργειας. Η χρήση ΑΠΕ σε άλλους τομείς δεν έχει προχωρήσει τόσο πολύ, ιδιαίτερα στη βιομηχανία – τον μεγαλύτερο χρήστη ενέργειας – που καταναλώνει περισσότερο από το ένα-τρίτο της παγκόσμιας τελικής ζήτησης ενέργειας.

Η προσθήκη ΑΠΕ στο ηλεκτρικό δίκτυο δεν θα λύσει από μόνη της την κλιματική κρίση. Συνολικά, οι μεταφορές, η βιομηχανία και η θέρμανση και ψύξη αποτελούν τη μερίδα του λέοντος στη χρήση ενέργειας και τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου.

Η ενεργειακή μετάβαση συμβαίνει αλλά όχι με τον ρυθμό που απαιτείται για να ανταποκριθεί στην ανάπτυξη της συνολικής παγκόσμιας ενεργειακής ζήτησης και για να επιτευχθεί μετασχηματισμός εντός του στοχευμένου χρονικού πλαισίου, δηλαδή να επιτευχθούν μηδενικές-εκπομπές έως το 2050.

Η παγκόσμια ζήτηση ενέργειας θα συνεχίσει να αυξάνεται. Υπάρχει σαφής σχέση μεταξύ της πληθυσμιακής αύξησης, της οικονομικής ανάπτυξης και των ενεργειακών αναγκών. Με τον παγκόσμιο πληθυσμό να αναμένεται να φτάσει τα 9,7 δισεκατομμύρια μέχρι το 2050, από 8 δισεκατομμύρια τώρα, οι παγκόσμιες ενεργειακές ανάγκες θα συνεχίσουν να αυξάνονται. Και με τους Κινέζους, τους Ινδούς και άλλες αναπτυσσόμενες χώρες να φιλοδοξούν να βελτιώσουν το βιοτικό τους επίπεδο, η ζήτηση πρωτογενούς ενέργειας αναμένεται να αυξηθεί κατά 20% έως το 2050.

Η παγκόσμια ενεργειακή κρίση, που ξεκίνησε στα τέλη του καλοκαιριού του 2021, και ο πόλεμος στην Ουκρανία πρόσθεσαν ώθηση για αύξηση των ΑΠΕ. Αλλά ταυτόχρονα οι προκλήσεις για την ενεργειακή μετάβαση γίνονται πιο ξεκάθαρες. Επιπρόσθετα από τον αβέβαιο ρυθμό της τεχνολογικής ανάπτυξης, η ενεργειακή ασφάλεια έχει πλέον γίνει προτεραιότητα, παράλληλα με τις ανησυχίες για τις οικονομικές επιπτώσεις και, όπως έδειξε το COP27, την έλλειψη συναίνεσης σχετικά με τις μελλοντικές προτεραιότητες.

Το «New Energy Outlook 2022» του BloombergNEF επισημαίνει ότι καθώς οι μεταβλητές τεχνολογίες, η αιολική και η ηλιακή, καθίστανται ιδιαίτερα διαδεδομένες στο παγκόσμιο μείγμα ενέργειας, δημιουργούν επίσης την ανάγκη για «βασικό φορτίο», κατά προτίμηση φυσικό αέριο σε συνδυασμό με CCS, «που να είναι πάντα διαθέσιμο και αξιόπιστο σε περιόδους που η αιολική και η ηλιακή ενέργεια είναι λιγότερες ή δεν είναι διαθέσιμες».

Μια πραγματιστική ενεργειακή μετάβαση

Ο κόσμος αρχίζει να αντιλαμβάνεται την τεράστια δυσκολία να αντικαταστήσουμε όλη τη χρήση υδρογονανθράκων από την κοινωνία με τεχνολογίες ηλιακής ενέργειας, αιολικής ενέργειας και μπαταριών. Οι ρωσικοί υδρογονάνθρακες δεν αντικαθίστανται, εκτοπίζονται και χρησιμοποιούνται από άλλους. Η παγκόσμια ζήτηση για πετρέλαιο και φυσικό αέριο συνεχίζει να αυξάνεται καθώς η παγκόσμια οικονομία συνεχίζει να αναπτύσσεται μετά την πανδημία. Η θέση ότι η ενεργειακή μετάβαση θα εξαλείψει τη χρήση ορυκτών καυσίμων σε σύντομο χρονικό διάστημα αποτελεί αυταπάτη.

Το μερίδιο των ορυκτών καυσίμων στο παγκόσμιο ενεργειακό μείγμα ήταν και είναι πεισματικά υψηλό, γύρω στο 80%, εδώ και δεκαετίες, και έτσι θα είναι και φέτος. Οι προβλέψεις που βασίζονται στην επίτευξη του στόχου μηδενικών-εκπομπών έως το 2050 είναι φιλόδοξες καιστοχοθετημένες, παρά πραγματικές. Αυτό θέλουμε να δούμε όλοι και ο κόσμος πρέπει να προσπαθήσει να το επιτύχει, ενώ ταυτόχρονα διασφαλίζει ασφαλείς και προσιτές προμήθειες για τις αυξανόμενες ενεργειακές ανάγκες του μέχρι το 2050. Η μετάβαση στην καθαρή ενέργεια είναι ζωτικής σημασίας για το μέλλον του κόσμου, αλλά πολλά ερωτήματα παραμένουν άλυτα.

Προς το παρόν και στο ορατό μέλλον η πραγματικότητα είναι διαφορετική. Η αδιαμφισβήτητη πίστη και η αισιοδοξία από μόνες τους δεν θα κάνουν την μετάβαση πραγματικότητα. Το να υποθέσουμε ότι η απαιτούμενη τεχνολογία και υποδομές θα υπάρχουν όταν χρειαστούνδεν αρκεί. Το να πιέζεις τον κόσμο να στοιχηματίσει το μέλλον του σε μια τέτοια πίστη είναι κάτι παραπάνω από επικίνδυνο.Είναι ανόητο η υπεράσπιση να υπερισχύει της ανάλυσης και της πραγματικότητας.

Ακόμη και ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (ΙΕΑ) κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η τεχνολογία «καθαρής ενέργειας κερδίζει έδαφος, αλλά χρειάζονται μεγαλύτερες προσπάθειες τώρα για να μπει σε τροχιά μηδενικών-εκπομπών έως το 2050». Από 55 αναγκαίες τεχνολογίες, μόνο «δύο βρίσκονται σε πλήρη τροχιά με τον στόχο μηδενικών-εκπομπώνέως το 2050». Επιπλέον, η προμήθεια πρώτων υλών και κρίσιμων ορυκτών που απαιτούνται για συστήματα πράσινης ενέργειας αντιμετωπίζει επίσης μεγάλες προκλήσεις, οι οποίες δεν έχουν ακόμη αντιμετωπιστεί.

Τώρα αναγνωρίζεται ότι η ενεργειακή μετάβαση πρέπει να βασίζεται στην ενεργειακή ασφάλεια, δηλαδή σε επαρκή ενεργειακές προμήθειες σε λογικές τιμές, ώστε να διασφαλίζεται η δημόσια και πολιτική υποστήριξη. Τα δύο πρέπει να πάνε χέρι-χέρι.

Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο κόσμος, και ιδιαίτερα η Ευρώπη, χρειάζεται μια ρεαλιστική ενεργειακή μετάβαση, η οποία αναγνωρίζει ότι μέχρι να είναι διαθέσιμη και επαρκής η απαιτούμενη πράσινη τεχνολογία, θα υπάρχει ανάγκη για πολλαπλές πηγές ενέργειας. Το φυσικό αέριο θα παραμείνει βασικό μέρος του παγκόσμιου ενεργειακού μείγματος – μέχρι το 2050.

*Senior Fellow

Global Energy Center

Atlantic Council  &

Visiting Research Fellow, IENE