Ὄντως, ὑπάρχουν ἐπιστολές τοῦ πατέρα τῆς «θεωρίας τῆς σχετικότητας» πρός τόν Κων. Καραθεοδωρῆ, ἀπευθυνόμενες, μέ τίς ὁποῖες ὁ μέγας Γερμανοεβραῖος φυσικός παρακαλοῦσε τόν μεγάλο Ἕλληνα μαθηματικό νά τόν βοηθήσει νά βρεῖ λύσεις γιά ὁρισμένα ἐπιστημονικά ζητήματα πού τόν ἀπασχολοῦσαν.
Σέ μιά ἀπό τίς ἐπιστολές αὐτές, πού παραθέτει στό βιβλίο της γιά τήν ζωή καί τό ἔργο τοῦ Καραθεοδωρῆ, ἡ θυγατέρα του Δέσποινα Καραθεοδωρῆ-Ροδοπούλου (χήρα τοῦ προέδρου τῆς Βουλῆς Κων. Ροδοπούλου –ἡ ἴδια ἀπεβίωσε πρό μερικῶν ἐτῶν), ὁ δάσκαλος Ἀϊνστάιν γράφει στόν ἐπίσης διάσημο Καραθεοδωρῆ: «Ἄν ὅμως λύσετε καί τό πρόβλημα τῶν κλειστῶν γραμμῶν τοῦ χρόνου, θά γονατίσω μπροστά σας μέ σταυρωμένα τά χέρια». Ἐνῷ σέ ἄλλη ἐπιστολή του ὁ Ἀϊνστάιν τόν παρακαλεῖ νά σκεφτεῖ κάτι καί «γιά τό πρόβλημα τῶν γραμμῶν τοῦ χρόνου», ἐπισημαίνοντάς του ὅτι «ἐδῶ βρίσκεται ὁ πυρῆνας αὐτοῦ ἀκόμη τοῦ ἄλυτου τμήματος τοῦ προβλήματος τοῦ χωροχρόνου». (Τό βιβλίο γιά τόν πατέρα της, ἡ Δέσποινα Καραθεοδωρῆ συνέγραψε καί ἐξέδωσε μέ τήν ἀνάδεκτή της, εἰδική ἐπιστήμονα προφανῶς, Δέσποινα Βλαχοστεργίου-Βασβατέκη, τό 2000.)
Δεδομένου ὅτι τό 2022 συμπληρώθηκαν 100 χρόνια ἀπό τό ἔτος ἔναρξης λειτουργίας τοῦ Ἑλληνικοῦ Πανεπιστημίου Σμύρνης (τά μαθήματα θά ἄρχιζαν τόν Ὀκτώβριο τοῦ 1922, ἀλλά ἡ ἐπελθοῦσα Μικρασιατική καταστροφή παρέσυρε καί τό εὐγενές ἐπιστημονικό-πνευματικό ὅραμα τῶν Βενιζέλου-Καραθεοδωρῆ), ἡ Ἀκαδημία Ἀθηνῶν ὀργάνωσε εἰδική ἐκδήλωση, στήν ὁποία μίλησε ὁ πρώην πρόεδρος τοῦ ἀνωτάτου αὐτοῦ ἐκπαιδευτικοῦ ἱδρύματος τῆς χώρας, ὁμότιμος καθηγητής τοῦ Ἐθνικοῦ Μετσοβίου Πολυτεχνείου Ἀντώνης Κουνάδης, τήν 8η Δεκεμβρίου 2022.
Ὁ διαπρεπής ἀκαδημαϊκός ἀναφέρθηκε ἐν ἐκτάσει στήν ἐργασία τῆς ὁμοτίμου καθηγήτριας τοῦ ΕΜΠ καί μέλους τῆς Διεθνοῦς Ἀκαδημίας τῆς Ἱστορίας τῶν Ἐπιστημῶν Χριστίνας Φίλη, σχετικῆς μέ τό ἱστορικό ὑπόβαθρο τῆς ἵδρυσης καί ὀργάνωσης τοῦ Πανεπιστημίου Σμύρνης ἀπό τόν Κων. Καραθεοδωρῆ.
Ὁ ἀείμνηστος, διάσημος παγκοσμίως μαθηματικός προερχόταν ἀπό τήν ἐπιφανῆ οἰκογένεια τῶν Καραθεοδωρῆ ἐξ Ἀδριανουπόλεως Ἀνατολικῆς Θράκης. Μέλη τῆς οἰκογενείας αὐτῆς ὑπηρέτησαν στό διπλωματικό σῶμα καί τόν διοικητικό μηχανισμό τῆς ὀθωμανικῆς αὐτοκρατορίας κατά τόν 19ο αἰῶνα καί τίς ἀρχές τοῦ 20οῦ αἰῶνα. Μερικοί μάλιστα ἐξ αὐτῶν κατέλαβαν ἀνώτατα ἀξιώματα.
Ἕνας Ἀλέξανδρος Καραθεοδωρῆ, θεῖος τοῦ Κωνσταντίνου, διετέλεσε ὑπουργός Ἐξωτερικῶν τῆς Ὀθωμανικῆς κυβέρνησης καί ἦταν ἐπί κεφαλῆς τῆς ἀποστολῆς τῆς Ὑψηλῆς Πύλης στό περιβόητο Συνέδριο τοῦ Βερολίνου (1878) –ἕνα εἶδος Γιάλτας τῆς ἐποχῆς ἐκείνης.
Ὁ ἐν λόγῳ Καραθεοδωρῆ, πού εἶχε σπουδάσει νομικά καί μαθηματικά στό Παρίσι, πρέπει νά θεωρηθεῖ τό ἴδιο σημαντικός Ἕλληνας γιά τήν Ὀθωμανική αὐτοκρατορία, μέ τόν Ἀλέξανδρο Μαυροκορδᾶτο, τόν «ἐξ ἀπορρήτων», τοῦ σουλτάνου, πού ἡγήθηκε τῆς ὀθωμανικῆς αὐτοκρατορίας στήν Σύσκεψη τοῦ Κάρλοβιτς, ἡ Συνθήκη τῆς ὁποίας φέρει τήν ὑπογραφή του (1699) καί ἀφοροῦσε τό τέλος τοῦ Τουρκοαυστριακοῦ πολέμου.
Στήν ὀθωμανική ἀντιπροσωπεία στό Βερολῖνο, τό 1878, μετεῖχε καί ὁ πατέρας τοῦ Κωνσταντίνου, Στέφανος, διπλωμάτης καρριέρας καί αὐτός, μέ μακρά θητεία ὡς πρεσβευτής τῆς Ὑψηλῆς Πύλης σέ διάφορες εὐρωπαϊκές πρωτεύουσες.
Ἕνας ἄλλος Καραθεοδωρῆ, Κωνσταντῖνος κι αὐτός, εἶχε ὑπηρετήσει στήν Σάμο ὡς διοικητής της –ἀπεσταλμένος τῆς Πύλης.
Γενάρχης τῆς οἰκογένειας ἦταν ἕνας ἄλλος Στέφανος Καραθεοδωρῆ, προσωπικός ἰατρός τῶν σουλτάνων Μαχμούτ Β΄ (ἐπί τῶν ἡμερῶν του ἐκδηλώθηκε ἡ Ἐπανάσταση τοῦ ’21 λόγῳ τῆς ὁποίας ὁ ἀδίστακτος αὐτός μονάρχης ἐπιχείρησε νά πνίξει σέ λουτρό αἵματος τόν Ἑλληνισμό τῆς Κωνσταντινούπολης) καί Ἀβδούλ Μετζίτ Α΄.
Αἷμα, πάντως, τῆς οἰκογένειας χύθηκε στόν βωμό τῆς ἑλληνικῆς πατρίδας. Ὁ παπποῦς τοῦ μαθηματικοῦ Κωνσταντίνου Καραθεοδωρῆ ἦταν ἀνηψιός τοῦ ἀνατραπέντος ἀπό τήν Πύλη Πατριάρχη Κυρίλλου Στ΄, πού κρέμασαν, τό 1821, οἱ Τοῦρκοι στήν Ἀδριανούπολη.
Κατά τήν ἄποψή μας ὁ Κων. Καραθεοδωρῆ ὑπῆρξε ὁ πρῶτος τῆς οἰκογένειας πού ἔκοψε τούς δεσμούς της μέ τήν Ὀθωμανική Τουρκία, διότι μετά τήν ἀποφοίτησή του ἀπό τήν περίφημη Στρατιωτική Σχολή Ἀξιωματικῶν τῶν Βρυξελλῶν (Τμῆμα Μηχανικῶν καί Πυροβολικοῦ) –στήν ἴδια Σχολή φοίτησε, λίγα χρόνια μετά, ὁ μοναδικός Ἕλληνας ἀξιωματικός στόν ὁποῖο ἀπενεμήθη ὁ τίτλος τοῦ στρατάρχη, Ἀλέξανδρος Παπάγος– δέν μετέβη στήν Κωνσταντινούπολη, ὅπου ἦταν ἐξασφαλισμένη ἡ ἐπαγγελματική ἐπιτυχία του, ἀλλά ἀναζήτησε ἐργασία στήν Ἑλλάδα.
Ἀπευθύνθηκε στό Πανεπιστήμιο Ἀθηνῶν καί τίς Στρατιωτικές Σχολές Εὐελπίδων καί Δοκίμων, ἀλλά, δυστυχῶς, βρῆκε τίς πόρτες κλειστές, γεγονός πού τόν ἔκανε νά ἐπιστρέψει στήν γενέθλια πόλη του, τό Βερολῖνο καί νά συνεχίσει ἐκεῖ τήν πανεπιστημιακή σταδιοδρομία του, καί ὄχι στήν Τουρκία.
Κατά τήν παραμονή του στήν Ἑλλάδα, τό 1896-1897, μετέβη στήν Κρήτη, ὅπου διοικητής εἶχε διορισθεῖ ἀπό τήν Πύλη ὁ θεῖος του, Ἀλέξανδρος Καραθεοδωρῆ. Στά Χανιά γνώρισε τόν Ἐλευθέριο Βενιζέλο, μέ τόν ὁποῖο ἐπρόκειτο νά συνεργασθεῖ στενά στό μέλλον.
Τήν ἐποχή ἐκείνη ξέσπασε ὁ Ἑλληνοτουρκικός πόλεμος τοῦ 1897. Ἡ ἧττα τῶν ἑλληνικῶν ὅπλων σ’ αὐτόν ἔδωσε τήν εὐκαιρία στόν Κων. Καραθεοδωρῆ νά κρίνει τά λάθη τοῦ ἑλληνικοῦ ἐπιτελείου, ἐπισημαίνοντας ὅτι τό τελευταῖο ἀπετελεῖτο «ἀπό παιδάρια» καί ἀξιωματικούς «καμαρίλας» πού δέν εἶχαν γνώση τῆς περιοχῆς τοῦ μετώπου, ὅτι ἡ ἐπιστασία ἦταν κάκιστα ὠργανωμένη, ὥστε νά πεθαίνουν στρατιῶτες ἀπό τήν πεῖνα, ὅτι οἱ στρατιῶτες ἦταν ἀγύμναστοι καί ἀνεκπαίδευτοι, σέ σημεῖο νά μήν γνωρίζουν ὅτι ἡ ὑποχώρηση γίνεται μέ τάξη κ.λπ.
Ἀπό τήν κριτική τοῦ Καραθεοδωρῆ ξεπηδοῦσε ὁ πόνος τῆς ἑλληνικῆς ψυχῆς γιά τήν ἧττα.
Τό 1900 ὁ Καραθεοδωρῆ μετέβη στήν Αἴγυπτο ὅπου ἐργάστηκε στό κατασκευαζόμενο φράγμα τοῦ Ἀσουάν, ἐνῶ παράλληλα μελέτησε (στήν ἴδια περιοχή πού ὁ Ἐρατοσθένης 200 περίπου χρόνια π.Χ. εἶχε μετρήσει μέ δική του μέθοδο τήν γῆ) ζητήματα πού ἀπαιτοῦσαν γνώσεις γεωμετρίας καί μαθηματικῶν.
Συνεπαρμένος ἀπό τήν «μαγεία» τῶν μαθηματικῶν καί μέ τό πάθος τοῦ νεοφώτιστου, ἐγκατέλειψε τά πάντα καί ἐπέστρεψε στό Βερολῖνο (1902) γιά νά σπουδάσει μαθηματικά, σέ ἡλικία 27 ἐτῶν.
Οἱ καθηγητές του ἀνεκάλυψαν ὅτι εἶχαν ἐνώπιόν τους μιά ἰδιοφυΐα, καί ἕνας ἐξ αὐτῶν τόν κάλεσε στήν Γοτίγγη, ἕνα εἶδος Μέκκας τῆς μαθηματικῆς ἐπιστήμης τότε, γιά τήν συνέχιση τῶν σπουδῶν του καί τήν ἀπόκτηση τοῦ δευτέρου διδακτορικοῦ του. (Τό πρῶτο ἦταν στήν Μηχανική.)
Σύντομα ἔγινε ὑφηγητής καί καθηγητής σέ γερμανικό καί ἄλλα εὐρωπαϊκά πανεπιστήμια.
Πληροφορηθείς τήν ἐκπληκτική ἄνοδό του, ὁ Ἐλευθέριος Βενιζέλος τόν προσκάλεσε, τό 1911, νά κρίνει τό μαθηματικό πανεπιστημιακό δυναμικό τῆς χώρας.
Στήν Ἀθήνα ζοῦσε ἐκείνη τήν ἐποχή, ἡ ἀδελφή του, Ἰουλία, σύζυγος τοῦ καθηγητῆ τοῦ Πανεπιστημίου, στήν Νομική Σχολή, Γεωργίου Στρέιτ, πού λίγο ἀργότερα θά γίνει ἀπό τόν Βενιζέλο ὑπουργός του ἐπί τῶν Ἐξωτερικῶν καί στήν συνέχεια, στόν Διχασμό, θά τεθεῖ στό πλευρό τοῦ Βασιλέως Κωνσταντίνου, ἐνῷ ὁ Καραθεοδωρῆ θά συνεχίσει τίς καλές σχέσεις του μέ τόν Βενιζέλο, μέ τόν ὁποῖο τούς συνδέει ἀμοιβαία ἐκτίμηση καί ἀλληλοσεβασμός.
Τό 1919, ὁ Βενιζέλος, στό Παρίσι εὑρισκόμενος γιά τήν ὑπεράσπιση τῶν ἐθνικῶν δικαίων καί παρακολουθντας πάντοτε, μέ θαυμασμό, τό μεσουράνημα τοῦ Ἕλληνα μαθηματικοῦ καί πέραν τῆς Γερμανίας καί τῆς Εὐρώπης, τόν κάλεσε, μετά τήν ἀπελευθέρωση τῆς Σμύρνης, καί τοῦ ἀνέθεσε τήν ἵδρυση καί ὀργάνωση τοῦ δευτέρου ἑλληνικοῦ πανεπιστημίου πού τοῦ εἶχε εἰσηγηθεῖ ὁ ἴδιος πρό καιροῦ, τώρα πού ὁ Ἑλληνισμός ἄνοιγε τά «φτερά» του, ὄχι μόνο στά Βαλκάνια ἀλλά καί τήν Ἐγγύς Ἀνατολή (τό Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης δέν ὑπῆρχε ἀκόμη), καί καταλληλότερη πόλη ἦταν ἡ Σμύρνη.
Στήν Ἰωνία εἶχε ἀνθίσει, κατά τήν ἀρχαιότητα, μεγάλος Ἑλληνικός πολιτισμός, στήν Φιλοσοφία, τά Γράμματα γενικά, τίς Τέχνες, τά μαθηματικά, τήν φυσική, τήν ἰατρική κ.λπ. Ἐπρόκειτο γιά τήν γενέθλια γῆ τοῦ Θαλῆ τοῦ Μιλήσιου, τῶν προσωκρατικῶν φιλοσόφων, τοῦ Ἱππόδαμου, τοῦ Γαληνοῦ κ.ἄ.
Ἡ Σμύρνη εἶχε ἐκτεταμένη ἀγροτική ἐνδοχώρα, τίς μεγαλύτερες βιομηχανίες τῆς Τουρκίας, τούς σημαντικότερους ἐμπορικούς οἴκους τῆς Ἐγγύς καί Μέσης Ἀνατολῆς, τό μεγαλύτερο καί μέ τήν ζωηρότερη κίνηση λιμάνι τῆς Μικρᾶας Ἀσίας. Τά λαμπρότερα ἑλληνικά ἀλλά καί λεβαντίνικα ἐκπαιδευτήρια.
Στό πανεπιστήμιό της θά μποροῦσαν νά φοιτήσουν νέοι ὄχι μόνο τῆς Μικρᾶς Ἀσίας ἀλλά καί τῶν Βαλκανίων, γιά νά σπουδάσουν γεωπονία, ἐμπόριο, μηχανική καί ἐθνολογία τῶν Λαῶν τῆς εὐρύτερης περιοχῆς, Ἕλληνες, Τοῦρκοι, Ἄραβες, Ἑβραῖοι, Βαλκάνιοι.
Ὁ Καραθεοδωρῆ ἦταν ὁ καταλληλότερος ἄνθρωπος γιά νά ἀναλάβει τήν ἀποστολή τῆς καλλιέργειας πνεύματος φιλίας καί συνεργασίας μεταξύ τῶν νέων ὄχι μόνο ὡς εἰδικός ἐπιστήμων διανοούμενος καί κάτοχος 4 εὐρωπαϊκῶν γλωσσῶν καί 2 ἀνατολικῶν (τουρκικῆς καί ἀραβικῆς), ἀλλά καί ὡς ἄνθρωπος πού πίστευε στήν εἰρηνική συνύπαρξη τῶν λαῶν. Καί ὡς χαρακτῆρας ἀκόμη, δεδομένου ὅτι ἐπρόκειτο γιά ἄτομο ἤρεμο, μετριοπαθές, μειλίχιο, μέ εὐρεῖς πνευματικούς ὁρίζοντες, προοδευτικό καί δημοκρατικό.
Αὐτός θά μποροῦσε μέ τό Πανεπιστήμιό του στό ὁποῖο ἡ κύρια γλῶσσα θά ἦταν μέν ἡ ἑλληνική, θά διδάσκονταν ὅμως καί ὅλες οἱ ἄλλες τῆς εὐρύτερης περιοχῆς, ὅπως καί οἱ τοπικοί πολιτισμοί, νά βοηθήσει τούς πληθυσμούς νά ξεπεράσουν πάθη καί μίση τοῦ παρελθόντος, ἀντιπαλότητες καί ἐχθρότητες ἐθνικισμῶν καί θρησκειῶν, ὥστε νά προκύψει ἕνα εἰρηνικό μέλλον γιά ὅλους.
Αὐτή ἦταν ἡ φιλοσοφία γιά τήν ἵδρυση τοῦ Πανεπιστημίου Σμύρνης. Ὅραμα τῶν ἐμπνευστῶν του ἦταν, ἐπίσης, νά ἀποκτήσει οἰκουμενική ἀκτινοβολία ὅπως προέκυπτε καί ἀπό τόν ὑπότιτλό του («Φῶς ἐξ Ἀνατολῶν), ἐνῷ στό κέντρο τῆς σφραγίδας τοῦ Πανεπιστημίου ὑπῆρχε ἡ μορφή τοῦ Ἀπόλλωνα, θεοῦ τοῦ φωτός καί τῆς ἁρμονίας.
Στήν ἐργασία της ἡ καθηγήτρια Χριστῖνα Φίλη ἀναφέρει 4 Σχολές (Τεχνική, Ἐμπορική, Μηχανική καί Ἐθνολογίας τῶν Λαῶν τῆς Ἀνατολῆς) καί καταγράφει τά διδασκόμενα μαθήματα.
Μαθήματα στήν Σχολή Ἐθνολογίας τῶν Λαῶν τῆς Ἀνατολῆς ἦταν: Συγκριτική γλωσσολογία, σλαβική λογοτεχνία καί σλαβικές γλῶσσες (ρωσσική, σερβική, βουλγαρική), σημιτικές γλῶσσες (ἑβραϊκή, ἀραμαϊκή, ἀραβική), ἄλλες ἀνατολικές γλῶσσες (τουρκική, ἀρμενική, ρουμανική, ἀλβανική), κλασσικές γλῶσσες (ἑλληνική, λατινική), ἀρχαιολογία, ἱστορία, ἱστορία τῆς Τέχνης, μουσουλμανικό δίκαιο.
Τό κτιριακό συγκρότημα τοῦ Πανεπιστημίου ἦταν στίς παρυφές τῆς Σμύρνης, γι’ αὐτό καί δέν κάηκε κατά τήν πυρκαγιά. Ἀπετελεῖτο ἀπό 70 αἴθουσες, ἀμφιθέατρο διδασκαλίας 320 ἀτόμων, ἐργαστήρια φυσικῆς καί χημείας μέ 8.000 ὄργανα, βιβλιοθήκη μέ 20.000 τόμους.
Τό διδακτικό προσωπικό ἀποτελοῦσαν κορυφαῖοι ἐπιστήμονες, οἱ περισσότεροι Ἕλληνες ἐκ Μικρᾶς Ἀσίας, καθηγητές εὐρωπαϊκῶν πανεπιστημίων.
Λίγο πρίν ἀπό τήν καταστροφή τοῦ 1922, ὁ Καραθεοδωρῆ πρόλαβε καί μετέφερε στήν Ἑλλάδα τά ὄργανα καί βιβλία, ἐνῷ οἱ Ἕλληνες καθηγητές του ἀνέλαβαν διδασκαλία στό Πανεπιστήμιο Ἀθηνῶν καί τό ἱδρυθέν ἀργότερα στήν Θεσσαλονίκη.
Ὁ Καραθεοδωρῆ διορίστηκε καί ἄρχισε νά διδάσκει στό Πανεπιστήμιο Ἀθηνῶν καί τό ΕΜΠ. Τό 1924 ὅμως ἀναγκάστηκε νά ἐγκαταλείψει τήν Ἑλλάδα λόγῳ τῆς ζηλοφθονίας συναδέλφων του καί τῆς ὑποβολιμιαίας, ἐκ μέρους των, κακῆς συμπεριφορᾶς, πρός τόν ἴδιο, ἐλαχίστων φοιτητῶν.
Τό 1926 τόσον ὁ ἴδιος ὅσον καί ὁ γαμβρός του Γ. Στρέιτ ἐξελέγησαν μέλη τῆς Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν. Ἐνῷ τό 1930 ὁ Βενιζέλος τόν κάλεσε στήν Ἀθήνα, τόν ὅρισε κυβερνητικό ἐπίτροπο τῶν δύο Ἑλληνικῶν Πανεπιστημίων καί ὁ Γ. Παπανδρέου (ὑπ. Παιδείας) τοῦ ἀνέθεσε τήν σύνταξη τοῦ Νόμου Πλαισίου τοῦ 1932, πού ἴσχυσε μέχρι τό 1982. Ἐπί πενῆντα χρόνια, δηλαδή!
Ἀγνώμων ὁ Ἀλεξ. Παπαναστασίου, πού διεδέχθη γιά λίγο τόν Βενιζέλο, κατήργησε τήν θέση του, καί ὁ Καραθεοδωρῆ ἀναγκάστηκε νά ἐπιστρέψει στήν Γερμανία, ὅπου ἔζησε καί τά χρόνια τοῦ πολέμου. Πέθανε τό 1950. Τό 1999 τό Πανεπιστήμιο τοῦ Μονάχου, τοῦ ὁποίου ὑπῆρξε ἐπί πολλά ἔτη καθηγητής, τόν ἀνεκήρυξε «κορυφαία πνευματική προσωπικότητα τοῦ 20οῦ αἰῶνα.»
(ἀπό τήν ἐφημερίδα "ΕΣΤΙΑ")