«Εάν οι ΗΠΑ δεν πατήσουν φρένο αλλά συνεχίσουν να επιταχύνουν σε λάθος μονοπάτι, κανένας αριθμός προστατευτικών κιγκλιδωμάτων δεν μπορεί να αποτρέψει τον εκτροχιασμό και σίγουρα θα υπάρξει σύγκρουση». Τάδε έφη ο νέος υπουργός Εξωτερικών της Κίνας, Τσιν Γκανγκ (φωτό), ανεβάζοντας έπειτα από καιρό επικίνδυνα τους τόνους στην αντιπαράθεση με τις ΗΠΑ. Η αμερικανική κυβέρνηση εφαρμόζει πολιτική καταστολής και περιορισμού της Κίνας αντί να υιοθετήσει προσέγγιση δίκαιου, βασισμένου σε κανόνες ανταγωνισμού, κατήγγειλε ο κ. Τσιν κατά τη διάρκεια ομιλίας του στο περιθώριο των ετήσιων εργασιών του

κινεζικού κοινοβουλίου. «Αν οι ΗΠΑ τρέφουν τη φιλοδοξία να γίνουν σπουδαίες ξανά», πρόσθεσε ο Κινέζος υπουργός Εξωτερικών, επαναφέροντας στην μνήμη το σύνθημα του πρώην προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, «πρέπει να αντιμετωπίζουν με πιο ανοιχτόμυαλο τρόπο την ανάπτυξη άλλων χωρών». Δεν παρέλειψε δε να παρουσιάσει τις σχέσεις του Πεκίνου με τη Μόσχα ως παράδειγμα για τις σχέσεις με άλλες χώρες. Ο Τσιν είπε ότι οι σχέσεις Κίνας-Ρωσίας δεν αποτελούν απειλή για καμία χώρα, ούτε υπόκεινται σε οποιαδήποτε παρέμβαση από οποιαδήποτε τρίτη χώρα.«Όσο πιο ασταθής γίνεται ο κόσμος τόσο πιο επιτακτική είναι ανάγκη Κίνα και Ρωσία να προωθούν σταθερά τις σχέσεις τους», είπε ο Τσιν σύμφωνα με το CNBC.

Είναι γεγονός ότι η ρητορική Κίνας και Ρωσίας στο διεθνή χώρο συμπίπτει όλο και περισσότερο. Ο ανώτατος Κινέζος διπλωμάτης Γουάνγκ Γι έκανε λόγο για νέα εποχή στις σχέσεις με τη Ρωσία, κατά τη διάρκεια επίσκεψης του στη Μόσχα, ενώ το Πεκίνο δεν έχει σταματήσει ούτε στιγμή να εφοδιάζει τη Ρωσία με άκρως απαραίτητα τεχνολογικά και οπλικά συστήματα. Την ίδια ώρα το Ίδρυμα Carnegie προειδοποιεί ότι η πανδημία σε συνδυασμό με τη διστακτικότητα της Δύσης να παράσχει οικονομική και στρατιωτική βοήθεια, αποσταθεροποιούν τον κόσμο και προσφέρουν νέες ευκαιρίες σε Μόσχα και Πεκίνο να διεισδύσουν σε νέες χώρες και γεωγραφικές περιοχές. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Πρόεδρος Πούτιν κατηγορεί τη Δύση ότι εγκατέλειψε άλλες χώρες, που βουλιάζουν στην αστάθεια και τη φτώχεια. Την ώρα δηλαδή που η Δύση προσφέρει στην Ουκρανία 150 δις δολάρια σε στρατιωτική βοήθεια, η βοήθεια προς πολλές αναπτυσσόμενες χώρες, που βουλιάζουν στην ανέχεια, φτάνει μόλις τα 60 δις δολάρια.

Επιπλέον, η Κίνα αγοράζει από τη Ρωσία περισσότερο αέριο και πετρέλαιο από ποτέ, ενώ πουλά στη Ρωσία όπλα, βαρέα μηχανήματα αλλά και μικροτσίπ. Ωστόσο αυτό που ενώνει περισσότερο από οτιδήποτε άλλο την Κίνα και τη Ρωσία είναι η έμφαση που δίδουν οι δύο χώρες στην πεποίθηση ότι η Δύση είναι άκρως παρεμβατική, απρόβλεπτη και ασταθής. «Είναι ανάγκη να συνεργαστούμε για να ενισχύσουμε την ασφάλεια και τη σταθερότητα σε ολόκληρο τον κόσμο», είπε ο Πρόεδρος της Κίνας Σι Τζιπινγκ στο Boao Forum. Αυτό που απαιτείται είναι διεθνής αλληλεγγύη και όχι μονομερείς κυρώσεις, τόνισε ο Πρόεδρος της Κίνας, το μήνυμα του οποίου ακούγεται όλο και περισσότερο στην Ασία, την Αφρική και τη Λατινική Αμερική.

Ο ρόλος της Ινδίας

Σε περίπτωση δε που η Κίνα αποφασίσει να βοηθήσει στρατιωτικά την Ρωσία, δεν αποκλείεται η ανάληψη πρωτοβουλίας από τις ΗΠΑ για τη διάρρηξη των σχέσεων μεταξύ Ευρώπης και Κίνας, στα πρότυπα της πρωτοβουλίας των ΗΠΑ, που οδήγησε και στη ρήξη των σχέσεων Ευρώπης – Ρωσίας. Την περασμένη εβδομάδα, αποκλειστικό ρεπορτάζ του Reuters επικαλούμενο τέσσερις ανώνυμους αξιωματούχους των ΗΠΑ και άλλες πηγές, έδειξε πόσο πιθανό είναι αυτό το σενάριο αποκαλύπτοντας ότι οι χώρες της Δύσης συζητούν πράγματι πολυμερείς κυρώσεις κατά της Κίνας.

Εφόσον αυτά επαληθευθούν, θα δημιουργηθεί μια νέα τάξη πραγμάτων που θα βασίζεται σε τρεις πόλους. Ο πρώτος θα είναι η Δύση υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, ο δεύτερος θα είναι η συμμαχία Ρωσίας - Κίνας και ο τρίτος η Ινδία ως ηγέτιδα του Παγκόσμιου Νότου που θα αποτελέσει κατά πάσα πιθανότητα ένα νέο Κίνημα Αδεσμεύτων. Στον τρίτο αυτό πόλο αναμένεται να συμμετάσχουν πολλές ανερχόμενες δυνάμεις όπως η Βραζιλία, το Ιράν, η Νότια Αφρική και η Τουρκία, αλλά και περιφερειακές ομάδες όπως η Αφρικανική Ένωση (AU), η ASEAN και η Κοινότητα των Κρατών της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής (CELAC).

Οι ειδικοί αναμένουν ότι η Ινδία δεν αποκλείεται να αναλάβει τον ρόλο του διαμεσολαβητή μεταξύ της Δύσης και του δίπολου Μόσχας-Πεκίνου. Και αυτό διότι διατηρεί σχετικά καλές σχέσεις και με όλες τις αντίπαλες ομάδες. Διόλου τυχαίο ότι ο εκπρόσωπος του κινεζικού υπουργείου Εξωτερικών Μάο Νινγκ είχε επισημάνει προσφάτως στο περιθώριο της Συνόδου της G20 ότι «η Κίνα αποδίδει μεγάλη σημασία στην Ινδία». Τόνισε δε ότι η διατήρηση καλών δεσμών μεταξύ των δύο χωρών είναι θεμελιώδης για τα συμφέροντά τους. Ο Πρωθυπουργός Ναρέντρα Μόντι και ο υπουργός Εξωτερικών της Ινδίας Σουμπραχμανιάμ Τζαϊσανκάρ «έκαναν καλή δουλειά για να κατευθύνουν αυτή τη μέση οδό σε πολύ ταραγμένες στιγμές», επεσήμανε ο ειδικός αναλυτής της Rand Corporation Derek Grossman. «Έχετε τώρα Αμερικανούς, Ρώσους, ακόμη και Κινέζους διπλωμάτες που υποστηρίζουν την Ινδία. Η χώρα βρίσκεται πραγματικά στο γεωπολιτικό σταυροδρόμι που τώρα περιλαμβάνει και τον Παγκόσμιο Νότο», πρόσθεσε.

Μέχρι στιγμής, η Ινδία απέφυγε να ασκήσει ευθεία κριτική στη Ρωσία. Οι δυο τους ήταν σύμμαχοι από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου και το Νέο Δελχί εξαρτάται από τη Μόσχα για περίπου το 60% του αμυντικού εξοπλισμού της. Η Ινδία προμηθεύεται όλο και περισσότερο ρωσικό πετρέλαιο από την εισβολή πριν από ένα χρόνο. Αρχικά δέχθηκε τον έλεγχο αλλά και τις επικρίσεις από τις ΗΠΑ και τους άλλους δυτικούς συμμάχους. Ωστόσο η πίεση έκτοτε μειώθηκε και η Ινδία συνέχισε να απέχει από την ψηφοφορία σε ψηφίσματα του ΟΗΕ που καταδικάζουν τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Τώρα, διατηρώντας τις ισορροπίες με Μόσχα και Πεκίνο και αποφεύγοντας οποιαδήποτε διάρρηξη των σχέσεών της με την Δύση, επιδιώκει να αναλάβει τον ρόλο του διαμεσολαβητή στην νέα πραγματικότητα που διαμορφώνεται.