Συγκεκριμένα, αναφορικά με την αντλησιοταμίευση, το βέλτιστο μέγεθος της τεχνολογίας, όπως ανέφερε ο καθηγητής, προσδιορίστηκε σε 2.000 MW - 2500 MW / 8-h και αντίστοιχα για τις μπαταρίες έως 1000 MW/2-3h.
Το ενδιαφέρον είναι ότι τα αποτελέσματα της μελέτης του ΕΜΠ διαφέρουν από τα δεδομένα του υπό αναθεώρηση ΕΣΕΚ, στο οποίο ο πήχης για την αποθήκευση ενέργειας αυξήθηκε εντυπωσιακά (σε σύγκριση με το προηγούμενο ΕΣΕΚ του 2019) στα 9,3 GW από τα 2,7 GW που προβλέπει για το τέλος της δεκαετίας το ισχύον ΕΣΕΚ, το οποίο είχε δημοσιευθεί το 2019. Από αυτά τα 9,3 GW, τα 5,6 GW προτείνεται να αφορούν σε μονάδες αποθήκευσης με συσσωρευτές, τα 2,5 GW σε μονάδες αντλησιοταμίευσης και το 1,2 GW στην παραγωγή υδρογόνου με ηλεκτρόλυση.
Επιπρόσθετα, στις βασικές διαπιστώσεις της μελέτης περιλαμβάνονται τα εξής:
-Κρίνεται αναγκαία η ανάπτυξη σταθμών υψηλής χωρητικότητας για βέλτιστο αποτέλεσμα. Η επαρκής χωρητικότητα αποτελεί προϋπόθεση για τη χρονική μετάθεση της παραγωγής ΑΠΕ (διαχείριση συμφόρησης και μείωση περικοπών).
-Βέλτιστο μείγμα αποθήκευσης οδηγεί σε χαμηλές περικοπές ΑΠΕ (μικρότερες από 5% ανά τεχνολογία). Η επιδίωξη μηδενικών ή εξαιρετικά χαμηλών περικοπών (μικρότερες από 2%) δεν συνιστά βέλτιστη επιλογή.
-Βέλτιστο μέγεθος όχι ιδιαίτερα «έκτυπο». Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης, τυχόν αποκλίσεις στον όγκο αποθήκευσης του συστήματος δεν συνεπάγονται μεγάλη διαφοροποίηση του οφέλους.
Σύμφωνα με τη μελέτη, η επιδίωξη μεγάλου όγκου αποθήκευσης μειώνει το συνολικό όφελος. Με τις θεωρήσεις της μελέτης, θετικό όφελος υφίσταται για αποθήκευση έως 6 GW/34 GWh
Καθοριστικός όρος για την επίτευξη του βέλτιστου μείγματος είναι η στήριξη των επενδύσεων, ωστόσο, όπως σημειώθηκε, όχι σε υπερβολικό βαθμό. Μάλιστα, ο καθηγητής κ. Παπαθανασίου επισήμανε ότι ο όγκος αποθήκευσης ενέργειας πολύ πάνω από το βέλτιστο αυξάνει σημαντικά την αναγκαία ενίσχυση, ιδίως υπό τις τρέχουσες συνθήκες υψηλού επενδυτικού κόστους.