Για μια ακόμη ημέρα, οι τιμές της Αγοράς Επόμενης Ημέρας στην ελληνική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας είναι από τις χαμηλότερες στην Ευρώπη, καθώς διαμορφώνονται στα 81,05 ευρώ/MWh, έχοντας σημειώσει σημαντική πτώση 9,7% από το κλείσιμο της Δευτέρας, 27 Μαρτίου 2023. Αυτή η εικόνα στο Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας, αντικατοπτρίζει σαφώς την αποκλιμάκωση των τιμών του φυσικού αερίου, σε συνδυασμό με τις συνεχιζόμενες ήπιες καιρικές συνθήκες που ευνοούν την αυξημένη συμμετοχή των ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα, (ανέρχεται σε 54,5%). Είναι χαρακτηριστικό ότι τα μερίδια των υπολοίπων καυσίμων στο μείγμα είναι για μεν το φυσικό αέριο

στο 11,4%, του λιγνίτη στο 10,6% και των υδροηλεκτρικών στο 2,3%. Επίσης, οι εισαγωγές που κυριαρχούσαν όλο το προηγούμενο χρονικό διάστημα από το τέλος του προηγούμενο έτους, κινούνται πλέον σε σαφώς χαμηλότερα επίπεδα, με το μερίδιό τους σήμερα να μην ξεπερνά το 16,7% Αντιθέτως, οι εξαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας στις γειτονικές χώρες ανέρχονται σε 8,9%.

Σημειώνουμε ότι η μέση τιμή χονδρεμπορικής αγοράς Αγοράς Επόμενης Ημέρας για τον μήνα που διανύουμε διαμορφώνεται σε 123,05 ευρώ/MWh από 156,24 ευρώ/MWh τον Φεβρουάριο και 191,79 ευρώ/MWh τον Ιανουάριο.

(Ευρωπαϊκός χάρτης τιμών ηλεκτρισμού της Αγοράς Επόμενης Ημέρας. Πηγή: ΡΑΕ)

Όσον αφορά στην εικόνα της Αγοράς Επόμενης Ημέρας στην υπόοιπη Ευρώπη, χαμηλότερες τιμές από την ελληνική παρατηρούνται στην Φινλανδία , με 43, 08 ευρώ/MWh και στην Σουηδία με 70,92 ευρώ/MWh, ενώ στην γειτονιά μας, Βουλγαρία και Ρουμανία καταγράφουν τιμές 80,91 ευρώ/MWh. Στην Γαλλία η μέση τιμή Αγοράς Επόμενης Ημέρας διαμορφώνεται στα 124,34 ευρώ/MWh, αυξημένη κατά 4,8%, στην Γερμανία στα 113,15 ευρώ/MWh, με σημαντική άνοδο +22%, ενώ στην Ιταλία βρίσκεται στα 120,34 ευρώ/MWh, με πτώση -12,9% και τέλος, στην αγορά της Ιβηρικής διαμορφώνεται στα 111,91 ευρώ/MWh, έχοντας διορθώσει ανοδικά κατά 9%.

Κι ενώ τούτα συμβαίνουν στις αγορές ηλεκτρικής ενέργειας, στο μέτωπο του φυσικού αερίου, οι τιμές στο TTF παραμένουν καθηλωμένες σε ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα futures αερίου για παραδόσεις Απριλίου διαμορφώνονται αυτή την ώρα 10:43 ώρα Ελλάδας) στα 41,055 ευρώ/MWh με ποσοστιαία πτώση 3,46%.

Η Κομισιόν αποδίδει την υποχώρηση των τιμών του καυσίμου στην πολιτική που εφαρμόζει τους τελευταίους μήνες και είχε ως αποτέλεσμα την πλήρωση των αποθηκών των χωρών της Γηραιάς ηπείρου σε ποσοστό πάνω από 4% τον περασμένο Νοέμβριο, έναντι αρχικού στόχου 80%.

Χάρις σε αυτή την εξέλιξη, και σε συνδυασμό με την επιτυχία της πολιτικής για περιορισμό της ζήτησης και τον ήπιο χειμώνα ενισχύθηκε σε μεγάλο βαθμό η ασφάλεια εφοδιασμού με αέριο για την τρέχουσα χειμερινή περίοδο και αποσοβήθηκε ο κίνδυνος για καταστροφικές ελλείψεις φυσικού αερίου, παράλυση της βιομηχανίας, εκτεταμένες διακοπές στην ηλεκτροδότησηεύματος, εκτεταμένα φαινόμενα ενεργειακής φτώχειας και άλλα δεινάς.

Φέτος, ωστόσο, ανοίγεται μια νέα πρόκληση μπροστά μας, καθώς αφήνουμε πίσω την «πρώτη μάχη αυτού του ενεργειακού πολέμου με τη Ρωσία» όπως δήλωσε στο Euronews η Κάντρι Σίμσον, Ευρωπαία Επίτροπος για την Ενέργεια.

«Ωστόσο, δεν πρέπει να τρέφουμε ψευδαισθήσεις. Το τρέχον έτος θα εξακολουθεί να είναι μια πρόκληση, όπως και το επόμενο έτος. Πολλές αβεβαιότητες παραμένουν. Παρά τη συνολικά καλή ενεργειακή κατάσταση, πρέπει να παραμείνουμε σε εγρήγορση και να εργαστούμε σκληρά για να προετοιμαστούμε για τον επερχόμενο χειμώνα" πρόσθεσε.

Σύμφωνα με όα τα δεδομένα,  αυτή η επιτυχία δεν κόστισε φθηνά. Ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας εκτιμά ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δαπάνησε, πέρυσι, σχεδόν 400 δισεκατομμύρια ευρώ για αγορές φυσικού αερίου, ήτοι, ποσό σχεδόν τρεις φορές περισσότερο από όσα το 2021!

Σύμφωνα με τη δεξαμενή σκέψης, Bruegel, η δημοσιονομική στήριξη για να αμβλυνθούν οι συνέπειες της κρίσης για νοικοκυριά και επιχειρήσεις ξεπερνά τα 657 δισ. ευρώ. Μόνο η Γερμανία, μια χώρα που εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το φυσικό αέριο, διέθεσε 265 δισ. ευρώ!

Στην χώρα μας τέθηκαν σε ισχύ μια σειρά μέτρα και μηχανισμοί, όπως ο μηχανισμός παρακράτησης των υπερεσόδων των παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας στη χονδρική αγορά που λειτουργεί από τον Ιούλιο 2022 και έχει συγκεντρώσει ήδη κοντά στα 3,2 δισ. ευρώ, από τα οποία, πάνω από 60% προέρχεται από σταθμούς ΑΠΕ.

Επίσης, έχουν διοχετευθεί στους λογαριασμούς των καταναλωτών, μέσω του Ταμείου Ενεργειακής Μετάβασης (ΤΕΜ), πάνω από 8,5 δισ. ευρώ, με την κυβέρνηση να σκοπεύει να φορολογήσει, στο επόμενο διάστημα, και τα υπερέσοδα από τον κλάδο της προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας, προκειμένου να ενισχύσει περαιτέρω το ΤΕΜ, αφού το μέτρο των επιδοτήσεων των λογαριασμών ρεύματος και φυσικού αερίου θα χρειαστεί, ενδεχομένως, έστω σε περιορισμένη έκταση, και κατά τους επόμενους μήνες.

Τέλος, περισσότερα από 800 εκατ ευρώ έχουν διατεθεί έως τώρα υπό μορφή επιδοτήσεων λογαριασμών στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, εκτός των οριζόντιων επιδοτήσεων για τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις, με αποτέλεσμα να έχει απορροφηθεί, σύμφωνα με στοιχεία του ΥΠΕΝ, το 80-90% του αυξημένου κόστους για τους καταναλωτές.