Χρειάζεται να αλλάξει δραματικά η κατεύθυνση και η δομή της ελληνικής οικονομίας, να αναπτυχθούν τομείς υψηλής προστιθέμενης αξίας και να αυξηθούν οι επενδύσεις σε έρευνα προκειμένου να μετατραπεί η Ελλάδα σε μια εύπορη και δυναμική ευρωπαϊκή χώρα, τονίζει ο Κώστας Μεγήρ, καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Yale, στη συνέντευξή του στα «ΝΕΑ».
Ο επιφανής οικονομολόγος, ο οποίος ήταν μέλος της Επιτροπής Πισσαρίδη, εκτιμά ότι η χώρα προχώρησε σε ορισμένες μεταρρυθμίσεις, αλλά πρέπει να γίνουν πολύ περισσότερες. Θέτει, μάλιστα, ως προϋπόθεση για τον μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας την ύπαρξη συναίνεσης μεταξύ των πολιτικών κομμάτων για να συμφωνηθεί ποιο θα είναι το μοντέλο ανάπτυξης.
«Ενα από τα σημαντικά θέματα είναι η κατεύθυνση και δομή της ελληνικής οικονομίας. Από τη μια έχουμε τη φιλοδοξία να είμαστε μια εύπορη, δυναμική και πολιτικά φιλελεύθερη ευρωπαϊκή χώρα, από την άλλη έχουμε χτίσει μια οικονομία που εξαρτάται υπερβολικά από τον τουρισμό και την αυτοαπασχόληση σε τομείς χαμηλής προστιθέμενης αξίας, χωρίς σημαντικές δυνατότητες για ανταγωνιστικές εξαγωγές. Οι τομείς αυτοί είναι σημαντικοί, αλλά η μακροχρόνια ανάπτυξη πρέπει να περιλαμβάνει επενδύσεις σε τομείς με υψηλή προστιθέμενη αξία, όπως είναι η τεχνολογία. Η Ελλάδα μπορεί να αναπτύξει τέτοιους τομείς, αλλά θα πρέπει να υπάρχει το κατάλληλο επενδυτικό περιβάλλον και να προσελκυσθεί ανθρώπινο κεφάλαιο. Πρέπει επίσης να προωθηθεί η βασική και η εφαρμοσμένη έρευνα. Η Ελλάδα έχει τις χαμηλότερες δαπάνες σε έρευνα. Αντιστοιχούν σε 1,3% του ΑΕΠ όταν ο μέσος όρος των χωρών του ΟΟΣΑ είναι 2,7% και στη Γερμανία 3,2%. Μία διαδικασία όπου επενδύουμε στην ευρηματικότητα και την έρευνα αποκτά δική της δυναμική, διότι προσελκύει ανθρώπινο κεφάλαιο, προσελκύει εταιρείες που εξαρτώνται από το ανθρώπινο κεφάλαιο και αρχίζει, έτσι, μια επενδυτική διαδικασία σε έναν χώρο που είναι σήμερα περιορισμένος. Ρώτησα έναν φίλο μου venture capitalist σε τι έργα έχουν επενδύσει που έχουν ξεκινήσει σαν ιδέες από την Ελλάδα. Η απάντηση ήταν "σε κανένα". Υπάρχει μια παγίδα στις χώρες μέσου εισοδήματος όπου επιτυγχάνεται ένα ανεκτό μέσο βιοτικό επίπεδο. Δημιουργούνται περιορισμοί που εμποδίζουν το επόμενο βήμα που χρειάζεται η χώρα για να γίνει δυναμική και προηγμένη οικονομία. Υπάρχει μια συνεχής τριβή μεταξύ διαφόρων παραγόντων, μεταξύ ανάπτυξης και κεκτημένων δικαιωμάτων, οπότε η χώρα μένει στάσιμη εδώ και δεκαετίες. Η κατάσταση είναι καλύτερη από ό,τι ήταν πριν από πέντε έξι χρόνια, αλλά δεν πρόκειται για μακροχρόνια τάση. Βγήκαμε από μια τρομακτική κρίση, κάναμε ορισμένες μεταρρυθμίσεις που ήταν θετικές, αλλά το κλίμα δεν άλλαξε δραματικά. Πάλι περιμένουμε τους τουρίστες. Ο τουρισμός υψηλής ποιότητας πρέπει να υποστηριχτεί, αλλά δεν φτάνει. Πρέπει να κάνουμε το επόμενο βήμα», τονίζει ο κ. Μεγήρ.
Στασιμότητα
Πού οφείλεται η στασιμότητα; τον ρωτάμε. «Ορισμένες ομάδες θεωρούν ότι απειλούνται από μια πιο δυναμική ανάπτυξη. Επίσης υπάρχει συνεχής αντίδραση στην έννοια του κέρδους. Η αισχροκέρδεια είναι κακή, αλλά το κέρδος χάρη σε μια πετυχημένη επιχειρηματική ιδέα είναι αυτό που χρειάζεται η οικονομία και μπορεί να συνυπάρχει ένα ισχυρό κράτος πρόνοιας με κατάλληλη υποστήριξη για τους οικονομικά αδύναμους. Χρειάζεται, όμως, επιχειρηματικότητα. Η Ελλάδα δεν έχει κανένα λόγο να μην είναι από τις πιο προηγμένες χώρες της Ευρώπης, έχουμε Ελληνες στο εξωτερικό με υψηλό εκπαιδευτικό επίπεδο. Στη Βοστώνη δεν υπάρχει εταιρεία βιοτεχνολογίας που να μη διοικείται ή να μην έχει ένα σημαντικό τμήμα ελλήνων επιστημόνων. Γιατί δεν μπορούμε να το κάνουμε στην Ελλάδα; Σκεφτόμαστε την Καλιφόρνια της Ευρώπης, αλλά πρέπει να δημιουργήσουμε τις συνθήκες. Χρειάζονται κατάλληλες χρηματοπιστωτικές συνθήκες, κατάλληλο Φορολογικό, επιχειρηματικότητα, πολιτική σταθερότητα. Ευθύνες έχουν όλα τα κόμματα, διότι πρέπει όλοι να συμφωνήσουν σε μια συγκεκριμένη δράση, που θα θέσει τα θεμέλια μακροχρόνιων επενδύσεων, οι οποίες δεν θα θεωρείται ότι κινδυνεύουν από την εναλλαγή στην εξουσία τού ενός ή του άλλου κόμματος. Χρειάζεται συναίνεση για να συμφωνηθεί ποιο είναι το μοντέλο ανάπτυξης. Δεν είναι θέμα μόνο κονδυλίων και ταμείων, είναι θέμα υποδομών και εγγυήσεων για την προστασία της επιχειρηματικότητας και για τη χρηματοδότηση σε σταθερή βάση της έρευνας. Σε άλλες χώρες υπάρχουν ταμεία που χρηματοδοτούν την έρευνα, που δίνονται σε κρατικούς οργανισμούς και μοιράζονται σε ανταγωνιστική βάση σε ερευνητές, οι οποίοι γνωρίζουν ότι θα υπάρχει ροή χρηματοδότησης. Στην Ελλάδα η μόνη πηγή είναι τα ευρωπαϊκά κονδύλια μέσω του European Research Council. Δεν αρκεί, πρέπει να έχουμε δικές μας πηγές. Τα πανεπιστήμια δύσκολα στηρίζουν την έρευνα και τελικά η οικονομία δεν στηρίζεται στην έρευνα αλλά σε πιο χαμηλού επιπέδου διεργασίες. Πρέπει να δημιουργηθεί ανάπτυξη στους τομείς υψηλής προστιθέμενης αξίας», λέει.
Τα αγκάθια
«Τα τελευταία χρόνια είχαμε τεράστια διαρροή ανθρώπινου δυναμικού. Θα πρέπει να το κρατήσουμε στη χώρα. Ομως, το φορολογικό μας σύστημα καθιστά ακριβότερο για τον εργοδότη στην Ελλάδα το να δίνει σε έναν εργαζόμενο αντίστοιχο εισόδημα με αυτό που λαμβάνει σε άλλη χώρα. Εχουμε επίσης γήρανση του πληθυσμού, μείωση των μαθητών στα σχολεία. Σε μερικές δεκαετίες θα είμαστε επτά εκατομμύρια και οι περισσότεροι θα είναι γέροι. Πρέπει να γίνει η Ελλάδα πιο ελκυστική στους Ελληνες. Να υπάρχουν επενδύσεις σε τομείς υψηλής προστιθεμένης αξίας και παράλληλα να αποκτήσουμε ένα πρόγραμμα μετανάστευσης, να προσελκύουμε ξένους όλων των δεξιοτήτων, που θέλουν να εργαστούν στην Ελλάδα, και να έχουμε πολιτική ενσωμάτωσής τους στην ελληνική κοινωνία. Εάν δεν έχουμε μετανάστευση και συνεχίσει η εκροή ανθρώπινου κεφαλαίου, η χώρα θα φτωχοποιείται όλο και περισσότερο», διαμηνύει. Τον ρωτάμε ειδικότερα πώς θα αντιμετωπιστούν χρόνια προβλήματα, όπως η φοροδιαφυγή. «Ευνοεί τους τομείς της οικονομίας, όπου μπορεί να γίνει. Δεν είναι αναπτυξιακοί τομείς και αποτελεί τροχοπέδη στην ανάπτυξη, λειτουργεί ως ένα είδος επιδότησης κλάδων που είναι χαμηλής αναπτυξιακής δυνατότητας. Εάν αναπτύσσονταν οι άλλοι τομείς, για παράδειγμα οι υψηλής τεχνολογίας, οι τομείς που ευνοούν τη φοροδιαφυγή θα απαρτίζανε μικρότερο ποσοστό της οικονομίας», επεξηγεί.
Προχώρησαν οι προτάσεις της Επιτροπής Πισσαρίδη; τον ρωτάμε. «Εχουν προχωρήσει πράγματα βάσει των προτάσεων της Επιτροπής, αλλά πολλά ακόμη πρέπει να γίνουν. Είχαμε τεράστιες προκλήσεις λόγω πανδημίας, οι οποίες εμπόδισαν μια πλήρη εφαρμογή. Τα πράγματα θέλουν χρόνο και υπάρχει περιορισμός σε τι μπορεί να προχωρήσει λόγω των δημοσιονομικών», επισημαίνει.
(από την εφημερίδα "ΤΑ ΝΕΑ")