Ζούμε πάλι πέραν των δυνάμεων μας. Εν μέσω προεκλογικής απεραντολογίας (στους πολιτικούς… μονολόγους - τηλελληνιστί debate) διέφυγε πάλι της προσοχής ότι ως χώρα επανήλθαμε στην υπεκατανάλωση. Αυτή τη φορά όχι του δημοσίου (λέγε με: «Ολυμπιακά παίγνια» της κας Αγγελοπούλου και Σίας) αλλά του ιδιωτικού τομέως. Ενθαρυνόμενοι από την παρατατεταμένη εκλογική περίοδο, απ’ τον επανακάμψαντα πληθωρισμόν και τις 

οριζόντιες επιχορηγήσεις - επί ευημερούντων και αναξιοπαθούντων - , οι ιδιώτες καταναλωτές «τ’όριξαν πάλι έξω». Μ’ αποτέλεσμα τον τετραπλασιασμό του τρέχοντος ελλείμματος με το εξωτερικό. Σ’αυτό βοηθάει κι η μέχρι πρότινος ανατίμηση της Ενεργείας αλλά ενώ το φυσικό αέριο και πετρέλαιο υποχωρούν, οι τιμές εγχωρίως - ιδίως των ειδών διατροφής «τραβούν την ανηφόρα». Μία ένδειξη μποτιλιαρίσματος στις διατροφικές αλυσσίδες είναι…τα κεράσια και τα βερύκκοκα που ξεπέρασαν κάθε προηγουμένη ανατίμηση στις λαϊκές αγορές.

Κι ενώ γενικά κρέατα κι εποχικά φρούτα έχουν επηρεαστεί από τον καιρό (παρατεταμένη γαρ η περασμένη Άνοιξη), οι τιμές καταναλωτού δεν εννοούν να υποχωρήσουν από τα επίπεδα ρεκόρ του χειμώνος. Από πάνω έρχεται τώρα η εισβολή των ξένων επισκεπτών που παρέχει ευκαιρίες μαυραγορητισμού στις περιοχές της Τουριστικής ασυδοσίας κι έτσι η κερδοσκοπεία κι η φοροαποφυγή (ΦΠΑ) θεριεύει…όπως και του κόστους ζωής.

Η αιτία του επιμόνου εγχωρίου πληθωρισμού δεν είναι άλλη από την συνολική εγχωρία ζήτηση. Η καταναλωτική δαπάνη, ερχομένη από μία 3ετή περίοδο συγκράτησης, λόγω Πανδημίας του Κινεζοϊού και ενθαρρυνομένη από την παροχο-αδολεσχία των διεκδικητών της λαϊκής ψήφου ου μην αλλά (κυρίως) απ’ την αύξηση της Τραπεζικής χρηματοδοτήσεως, τροφοδοτεί την καταναλωτική δαπάνη σε αδιατήρητα επίπεδα. Πάλιν οι εισαγωγές πολυτελών αυτοκινήτων χτύπησαν «μπιέλα» πωλήσεων το πρώτο 5μηνο. Πάλι τα ακίνητα έγιναν απλησίαστα λόγω και της βραχείας ενοικίασης. Εστιατόρια, μπάρ και σκυλάδικά γεμάτα και οι αυτοκινητόδρομοι κεκορεσμένοι στην Αθήνα και Θεσσαλονίκη.

Εδώ, μερίδιον ευθύνης έχει κι η «αισιοδοξία» της επερχομένης νέας κυβερνήσεως: Η «ανάκτηση της διεθνούς πιστοληπτικής βαθμίδος» επίκειται (Κυρ.Μητσοτάκης), η διαφορά των επιτοκίων (το «σπρέντ» τηλελλινιστί) υπεχώρησε «κάτω και της Ιταλίας (Σταϊκούρας) και διαφορά άλλα, ηχηρά παρόμοια από τον λαλίστατο υπερυπουργό Ανάπτυξης (καλαθάκια, «πάσα» και επενδυτικός ορυμαγδός, «χρυσές βίζες» κλπ). Πάντα ταύτα διαμηνύουν στην εγχώριο αγορά ότι διανύει περίοδον «Παχηών αγελάδων».

Οι «Ισχνές» είναι εν τούτοις πιθανότερες. Καθώς η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έκλεισε την κάνουλα των εξαιρέσεων εκ της ενεργειακής κρίσεως, απ’ το 2023 αρχίζουν οι περικοπές του Ταμείου Ανάπτυξης και τα υψηλότερα τοκοχρεωλύσια του δημοσίου χρέους που ξεπέρασε εφέτος τα 440 δισ. ευρώ.

Τί θα έπρεπε να γίνη; Εάν είχαμε την ελευθερία των πιστωτικών περιορισμών και της αυξήσεως του προεξοφλητικού επιτοκίου, η Τράπεζα της Ελλάδος θα έπρεπε ήδη να έχει τραβήξει το φρένο, προτού το όχημα της ιδιωτικής οικονομίας το πάρει η κατηφόρα και το ΓΙΟΥΡΩΓΚΡΟΥΠ τραβήξει απότομα το φρένο. Αλλ’ αυτή ασχολείται με την κουλτούρα περισσότερο απ’ την οικονομία και δυστυχώς αυτονομία της νομισματικής πολιτικής δεν επιτρέπεται μέσα στην Ευρωζώνη όπου οι ανάγκες της Γερμανίας είναι εκείνες που σύρουν τον χορό της χαλαρότητας κι η οποία φαίνεται να εισέρχεται εις φάσιν υφέσεως.

Τώρα πληρώνωμε το κόστος του «ένα το μέγεθος υποδημάτων στα πόδια όλων των Ευρωπαίων» ή άλλως του ενιαίου νομίσματος αλλά όπως και η προηγουμένη κρίσις του 2009-10, έτσι και η επερχομένη προέρχεται από το ανισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών που διαφέρει από χώρα σε χώρα της ΕΕ.

Εφ’ όσον τα εισερχόμενα κεφάλαια εν οίς και τα επενδυτικά μαζί με το κ α θ α ρ ό πλεόνασμα του Τουρισμού δεν επαρκούν για να καλύψουν το εμπορικό έλλειμμα, τότε η εγχώρια οικονομία υπερθερμαίνεται. Όταν το επόμενο έτος θα πρέπει να δημιουργηθή «δημοσιονομικός χώρος», 2,5% του ΑΕΠ για την εξυπηρέτηση του δημ. χρέους, είτε το ΑΕΠ θα πρέπει να αυξηθή θεαματικά σε πραγματικές τιμές – πράγμα απίθανο – είτε θα επανέλθουν τα «μνημόνια», οι έκτακτοι φόροι κι οι περικοπές κοινωνικών δαπανών. Με δύο λόγια: η αγρία επιτήρηση. Διότι ο αυτόματος σταθεροποιητής που είναι η ισοτιμία του νομίσματος ελλείπει. Και οι νοσταλγοί της μπέλ- επόκ της δραχμής αναλογίζονται: Πού ‘σαι καημένε Ζολώτα;(*)

(*) Ο καθ. Ξενοφών Ζολώτας κυριάρχησε στην οικονομική πολίτική της Ελλάδος αμέσως μετά την Γερμανική κατοχή. Διηύθυνε επιτυχώς την νομισματική πολιτική ως διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος, αρχικά μαζί με τον αείμνηστο Κυριάκο Βαρβαρέσο. Εν συνεχεία μόνος μέχρις τον Δεκέβριο του 1967. Επανήλθε με την Μεταπολίτευση κι έγινε δύο φορές υπουργός Συντονισμού. Το 1989 διετέλεσε πρωθυπουργός στην κυβέρνηση «εθνικής ενότητας». Απεβίωσε υπεραιωνόβιος το 2004. Υπήρξε «Μπόν-βιβέρ», άριστος χορευτής και χειμερινός κολυμβητής. Εφημίζετο για την σώφρονα αντίληψη του για την Ελληνική οικονομία.