Παρά τις προβλέψεις για ολική ρήξη στις σχέσεις ΗΠΑ -Κίνας, φαίνεται ότι αυτό απετράπη τουλάχιστον προς ώρας. Η αλήθεια είναι ότι πολλοί στην Ουάσιγκτον επέμειναν για την ανάγκη προσεγγίσεως των δύο πλευρών ώστε να αποφευχθεί ένα νέο σιδηρούν παραπέτασμα μεταξύ Ανατολής και Δύσης

«Πρέπει να υπάρξει διάλογος με την Κίνα. Είναι πολύ σημαντικό, για να μην υπάρξει», είχε πει στην γραφούσα προ ενός μηνός ο πρώην πρόεδρος του IIF (Διεθνούς Χρηματοοικονομικού Ινστιτούτου), Τσαρλς Νταλλάρα. Πράγματι ο υπουργός Εξωτερικών επισκέφθηκε το Πεκίνο και συναντήθηκε με κορυφαίους αξιωματούχους αλλά και τον ίδιο Πρόεδρο της Κίνας, Σι Τζινπίνγκ. 

Μπορεί οι δύο πλευρές να μην έλυσαν τις μεγάλες διαφορές τους- θα ήταν άλλωστε αδύνατο αυτό- αλλά συμφώνησαν ότι δεν επιθυμούν επ ουδενί να πετάξουν την παγκόσμια οικονομία στα βράχια εν μέσω του συνεχιζόμενου πολέμου στην Ουκρανία και την αβεβαιότητα που αυτός προκαλεί

«Ο κόσμος χρειάζεται σταθερές σχέσεις μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας μετά από μια περίοδο εντάσεων» δήλωσε ο Κινέζος πρόεδρος Σι Τζιπίνγκ στην 35λεπτη συνομιλία που είχε με τον Αμερικανό υπουργό Εξωτερικών Αντονυ Μπλίνκεν στο Πεκίνο. Και προσέθεσε εμφατικώς ότι «το μέλλον της ανθρωπότητας ακουμπάει στο εάν οι δύο χώρες μπορούν να βρουν τον σωστό τρόπο να συνεννοηθούν».«Σε όλες τις συναντήσεις επέμεινα ότι οι απευθείας επαφές και η διαρκής επικοινωνία στο υψηλότερο επίπεδο θα ήταν ο καλύτερος τρόπος να διαχειριστούμε τις διαφορές με υπεύθυνο τρόπο και να φροντίσουμε ώστε ο ανταγωνισμός να μην εξελιχθεί σε σύγκρουση», είπε ο Μπλίνκεν στους δημοσιογράφους μετά τις συζητήσεις και συμπλήρωσε: «άκουσα το ίδιο πράγμα εκ μέρους των Κινέζων ομολόγων μου. Συμφωνούμε για την ανάγκη να σταθεροποιήσουμε τις σχέσεις μας».

Οι εκατέρωθεν δεσμεύσεις Πεκίνου και Ουάσιγκτον δεν πραγματοποιήθηκαν ως δια μαγείας. Το έδαφος είχαν καλλιεργήσει οι επιχειρηματίες των αμερικανικών κολοσσών, που φρόντισαν να δείξουν την σημασία της συνέχισης των οικονομικών δεσμών μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων, που ερίζουν για την παγκόσμια πρωτοκαθεδρία. Από το Πεκίνο «παρέλασαν» τους τελευταίους μήνες ο διευθύνων σύμβουλος της Tesla και της SpaceX Έλον Μασκ, ο διευθύνων σύμβουλος της JPMorgan Τζέιμι Ντίμον και ο διευθύνων σύμβουλος της Apple Τιμ Κουκ. Ο κινέζος Σι είχε συνομιλίες με τον συνιδρυτή της Microsoft Μπιλ Γκέιτς την περασμένη εβδομάδα, λέγοντας ότι «ελπίζει ότι η φιλία μεταξύ των λαών της Κίνας και των ΗΠΑ θα συνεχιστεί», ενώ τον απεκάλεσε «τον πρώτο Αμερικανό φίλο» που συνάντησε στο Πεκίνο φέτος. Το Ίδρυμα Bill & Melinda Gates ανακοίνωσε την Πέμπτη δωρεά 50 εκατομμυρίων δολαρίων τα επόμενα πέντε χρόνια στο Παγκόσμιο Ινστιτούτο Ανακάλυψης Φαρμάκων Υγείας (GHDDI). Η δημοτική αρχή του Πεκίνου θα καλύψει αντίστοιχο ποσό. Το GHDDI εστιάζει κυρίως στην ανάπτυξη νέων φαρμάκων για μολυσματικές ασθένειες όπως η φυματίωση και η ελονοσία.

Το Πεκίνο επισκέφθηκε τον περασμένο Μάιο και ο Έλον Μασκ όπου είχε συνομιλίες με κυβερνητικά στελέχη. Στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου, το Tesla τα τελευταία χρόνια έχει αναχθεί σε σύμβολο της μεσαίας τάξης. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι ο Μασκ έγινε δεκτός με τιμές που αρμόζουν σε ξένο ηγέτη. Ο Μασκ συναντήθηκε με τον υπουργό Εξωτερικών Τσιν Γκανγκ, τονίζοντας μάλιστα ότι τα συμφέροντα της Κίνας και των ΗΠΑ είναι αλληλένδετα, σύμφωνα με κυβερνητική δήλωση του Πεκίνου. Η ανακοίνωση ανέφερε επίσης ότι η Tesla αντιτίθεται στην αποσύνδεση από την Κίνα και είναι πρόθυμη να συνεχίσει να επεκτείνει τις δραστηριότητές της στην χώρα. Στο ίδιο μήκος κύματος ήταν και οι δηλώσεις του Κουκ της Apple κατά την επίσκεψή του στην Κίνατον περασμένο Μάρτιο, ο οποίος εξήρε την καινοτομία της Κίνας και δήλωσε χαρούμενος για τους μακροχρόνιους δεσμούς της χώρας με την εταιρεία του . Αντιστοίχως, η Μέρι Μπάρα της General Motors δήλωσε ότι η Κίνα παραμένει βασική αγορά για την εταιρεία της και ότι ανυπομονεί να συνεχίσει να αναπτύσσει καθαρά αυτοκίνητα με τοπικούς εταίρους, ενώ το αφεντικό της Mercedes Καλένιους στη γερμανική εφημερίδα Bild am Sonntag, επισημαίνοντας ότι ο διαχωρισμός από την Κίνα είναι «μια ψευδαίσθηση».

Και από κοντά το Βερολίνο

Αυτό φαίνεται ότι αντιλαμβάνεται και το Βερολίνο. Το τετ α τετ Μπλίνκεν-Σι ακολούθησε η συνάντηση του καγκελαρίου Όλαφ Σολτς με τον Κινέζο πρωθυπουργό Λι Τσιανγκ στο Βερολίνο. «Ας συνεχίσουμε τον διάλογο, για να μπορέσουμε να καταλάβουμε καλά ο ένας τον άλλον και να αντιμετωπίσουμε μαζί τις παγκόσμιες προκλήσεις», δήλωσε ο Σολτς, ενώ ο Λι τόνισε ότι, «ως ισχυρές δυνάμεις, η Κίνα και η Γερμανία θα πρέπει να συνεργαστούν πιο στενά», διαβεβαιώνοντας ότι η χώρα του «είναι έτοιμη να συνεργαστεί με τη Γερμανία για να φέρει τις γερμανοκινεζικές σχέσεις σε νέο επίπεδο, να εξυπηρετήσει καλύτερα την ανάπτυξη και των δύο χωρών και να φέρει περισσότερη θετική ενέργεια και σταθερότητα στον κόσμο». Σημειώνεται ότι παρά τις τεταμένες σχέσεις Πεκίνου και Βερολίνου τα τελευταία χρόνια, η Κίνα παραμένει ο σημαντικότερος εμπορικός εταίρος της Γερμανίας για έβδομη συνεχή χρονιά. Το 2022 η αξία του ισοζυγίου αγαθών ανήλθε στα 300 δισεκατομμύρια ευρώ με την γερμανική πλευρά να καταγράφει ένα τεράστιο έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου πάνω από 80 δισ., ευρώ.