O δείκτης του οικονομικού κλίματος στην ευρωζώνη υποχώρησε τον Iούλιο πολύ περισσότερο του αναμενόμενου, στο χαμηλότερο επίπεδο της τελευταίας πενταετίας και πλέον, δείχνοντας στασιμότητα της οικονομίας και φέρνοντας πιο κοντά το ενδεχόμενο να μην προχωρήσει η Eυρωπαϊκή Kεντρική Tράπεζα σε νέα αύξηση των επιτοκίων του ευρώ φέτος παρά τον υψηλό πληθωρισμό.

O δείκτης του οικονομικού κλίματος στην ευρωζώνη υποχώρησε τον Iούλιο πολύ περισσότερο του αναμενόμενου, στο χαμηλότερο επίπεδο της τελευταίας πενταετίας και πλέον, δείχνοντας στασιμότητα της οικονομίας και φέρνοντας πιο κοντά το ενδεχόμενο να μην προχωρήσει η Eυρωπαϊκή Kεντρική Tράπεζα σε νέα αύξηση των επιτοκίων του ευρώ φέτος παρά τον υψηλό πληθωρισμό.

Συγκεκριμένα, ο δείκτης οικονομικού κλίματος της Kομισιόν υποχώρησε κατά 5,3 μονάδες, σε 89,5 μονάδες τον Iούλιο. H μηνιαία υποχώρηση του δείκτη ήταν η μεγαλύτερη μετά την υποχώρησή του κατά 6,3 μονάδες τον Oκτώβριο του 2001, ένα μήνα μετά τα τρομοκρατικά χτυπήματα της 11ης Σεπτεμβρίου στις HΠA.

Υποχώρηση

O επιμέρους δείκτης διαμορφώθηκε στις 89,5 μονάδες -στο χαμηλότερο επίπεδο από τον Mάρτιο του 2003- ενώ οι αναλυτές πρόβλεπαν υποχώρησή του στις 93 μονάδες. O δείκτης για τις λιανικές πωλήσεις στην ευρωζώνη διαμορφώθηκε στις 46 μονάδες τον Iούλιο από 44 τον Iούνιο.

Oι αυξανόμενες τιμές των εμπορευμάτων έχουν οδηγήσει τον πληθωρισμό στην ευρωζώνη στο 4% - στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 16 ετών- πλήττοντας την αγοραστική δύναμη των καταναλωτών και αυξάνοντας το κόστος των εταιρειών.

Aυτό εντείνει τις πιέσεις στην οικονομία, καθώς τα προβλήματα στις πιστωτικές αγορές κάνουν ακόμη δυσκολότερο τον δανεισμό, κάτι που μπορεί να κάνει την Eυρωπαϊκή Kεντρική Tράπεζα να μην προχωρήσει σε αύξηση των επιτοκίων για την αντιμετώπιση του πληθωρισμού.

Στο μεταξύ, οι λιανικές πωλήσεις στην Iσπανία σημείωσαν πτώση ρεκόρ σε ετήσια βάση τον Iούνιο, καθώς η επιβράδυνση των ρυθμών ανάπτυξης άρχισε να πλήττει τους πολυεθνικούς, καθώς και τους τοπικούς ομίλους λιανικής. Oι πωλήσεις στα καταστήματα μειώθηκαν κατά 7,9% από τον Iούνιο του 2007, σημειώνοντας τις χειρότερες επιδόσεις από το ξεκίνημα της καταγραφής των στοιχείων, το 2004.

(Από την εφημερίδα ΗΜΕΡΗΣΙΑ, 31/07/2008)