Την ημέρα που ορκιζόταν στην Αθήνα η νέα κυβέρνηση και οι υπουργοί παρελάμβαναν τα χαρτοφυλάκια από τους υπηρεσιακούς συναδέλφους τους, η τιμή των futures φυσικού αερίου για παραδόσεις Ιουλίου, στον ολλανδικό κόμβο αναφοράς, TTF, ενισχυόταν κατά σχεδόν 8% και διαμορφωνόταν πάνω από τα 34 ευρώ/MWh. H εξέλιξη υπενθυμίζει στις ηγεσίες των χωρών της ΕΕ, και στην δική μας, ότι και αυτό το καλοκαίρι οι συνθήκες στις ενεργειακές αγορές δεν θα είναι ιδανικές για εφησυχασμό

Ήδη, οι χονδρεμπορικές τιμές του ρεύματος σε όλη την Ευρώπη έχουν πάρει την ανιούσα και βρίσκονται σε επίπεδα άνω των 100 ευρώ/MWh –ακόμη και στην Φινλανδία η Τιμή Εκκαθάρισης Αγοράς της Αγοράς Επόμενης Ημέρας έχει διαμορφωθεί κοντά στα 109 ευρώ/MWh.

Η εικόνα δε στην ελληνική αγορά είναι αποθαρρυντική αφού η τιμή χονδρικής ρεύματος διαμορφώνεται σήμερα, Τετάρτη, 28 Ιουνίου, στα 112, 30 ευρώ/MWh, αυξημένη κατά ολόκληρο 21% από την προηγούμενη ημέρα.         

Νωρίτερα το μήνα που διανύουμε, οι τιμές του φυσικού αερίου στην Ευρώπη αυξήθηκαν δύο φορές μέσα σε διάστημα 10 ημερών, ενώ είναι χαρακτηριστικό ότι στη διάρκεια μιας και μόνης διαπραγμάτευσης σημείωσαν άλμα 27%, πριν από δύο εβδομάδες. Στις 15 Ιουνίου, οι τιμές αυξήθηκαν κατά 30%. Ενώ μια ημέρα αργότερα, κατρακύλισαν εξίσου απότομα και απώλεσαν πάνω από 20%.

Όλα τούτα συνέβησαν πριν από τα τελευταία δραματικά γεγονότα στην Ρωσία που πανικόβαλλαν τις αγορές εμπορευμάτων και το ανησυχητικό είναι πως για αρκετούς αναλυτές μέλλουν να επαναληφθούν. Μια πειστική εξήγηση για το κλίμα στις αγορές είναι ότι οι traders αδημονούν να αποκομίσουν υπερκέρδη από το φυσικό αέριο, όπως έγινε και πέρυσι.

Με την μεταβλητότητα να έχει επιστρέψει για τα καλά, το Bloomberg ανέφερε προ ημερών ότι παρατηρείται ένα ρεύμα εισόδου traders που δεν δραστηριοποιούνται στις αγοραπωλησίες φυσικού αερίου στην Ευρώπη, όμως προσελκύονται από το δέλεαρ των κερδών-ρεκόρ που αποκόμισαν το περασμένο έτος οι συναδέλφοί τους στις αγορές αερίου.

Ήταν η περίοδος κατά την οποία οι τιμές του ορυκτού καυσίμου εκτοξεύτηκαν σε δυσθεώρητα ύψη στον απόηχο των βαρέων κυρώσεων που επέβαλε η ΕΕ στην Ρωσία, αλλά και εξαιτίας της αντίδρασης της Μόσχας σε αυτές. Η Ευρώπη έσπευσε να αγοράσει υγροποιημένο φυσικό αέριο στην αγορά spot, ωθώντας αμέσως τις τιμές σε επίπεδα που δεν είχαν σημειωθεί ποτέ άλλοτε στο παρελθόν και οι traders δεν “κουράστηκαν” να μετρούν κέρδη.

Όπως αποδείχθηκε και πέρυσι, δεν υπάρχει ζήτημα διαθεσιμότητας LNG στην Ευρώπη, και δη σε ιδιαίτερα ανταγωνιστικές τιμές. Το πρόβλημα είναι ότι οι αποθήκες αερίου έχουν γεμίσει από πέρυσι με προϊόν που αγοράστηκε σε υπερβολικά υψηλές τιμές. Πράγματι, το Reuters ανέφερε ότι οι αποθήκες φυσικού αερίου στην Ευρώπη ήταν 48% πάνω από τον δεκαετή εποχικό μέσο όρο τους, και σημείωσε ότι οι προσθήκες στους υφιστάμενους χώρους αποθήκευσης επιβραδύνθηκαν λόγω των χαμηλών τιμών που ενθάρρυναν την άμεση κατανάλωση.

Ωστόσο, οι αναλυτές είναι σαφείς: Παρά την επιβράδυνση του ρυθμού αναπλήρωσης των αποθηκών, η χωρητικότητά τους θα πρέπει να ενισχυθεί νωρίτερα από ό,τι συνέβη πέρυσι και αυτό σημαίνει ότι οι αναλήψεις αερίου θα πρέπει να αρχίσουν νωρίτερα από ό,τι το 2022. Και εδώ έγκειται ο κίνδυνος για ένα νέο άλμα τιμών.  Όταν δηλαδή, τόσο η Ευρώπη όσο και η Ασία θα ετοιμάζονται να εισέλθουν στη χειμερινή περίοδο θέρμανσης.

Και αυτός είναι τελικά και ο λόγος για τον οποίο παραμένει υψηλή η μεταβλητότητα στις τιμές του φυσικού αερίου. Επειδή δεν είναι το θέμα αν θα υπάρχει αρκετό φυσικό αέριο, αλλά επειδή υπάρχει, πιθανώς, αρκετό καύσιμο για όσους έχουν την οικονομική δυνατότητα να το αγοράσουν!

Αν προσθέσει κανείς και την πανταχού παρούσα κερδοσκοπία, τότε θα ήταν ενδεχομένως, πιο συνετό για την Ευρώπη να προωθήσει τη λύση της μακροπρόθεσμης προσφοράς αερίου, αντί της κατανάωσης φορτίων στην spot αγορά. Διότι, ας μη ξεχνάμε ότι δεν έχουν εκλείψει οι κίνδυνοι για ένα νέο, καταστρεπτικών διαστάσεων, γεωπολιτικό συμβάν που θα επιδράσει αρνητικά στη ζήτηση και προσφορά αερίου.