Ενεργειακή κρίση: τρεις μύθοι και μερικές αλήθειες

Πριν από περίπου 200 χρόνια, όταν ο Τhomas Μalthus διατύπωνε ερωτηματικά για τη δυνατότητα της απρόσκοπτης βελτίωσης του επιπέδου διαβίωσης, τα μεγέθη της ανθρωπότητας δεν ήταν «ικανά» να απειλήσουν τον πλανήτη. Σήμερα είναι.
Tου Κ. Σ. Καστρινάκη
Δευ, 4 Αυγούστου 2008 - 15:21

Πριν από περίπου 200 χρόνια, όταν ο Τhomas Μalthus διατύπωνε ερωτηματικά για τη δυνατότητα της απρόσκοπτης βελτίωσης του επιπέδου διαβίωσης, τα μεγέθη της ανθρωπότητας δεν ήταν «ικανά» να απειλήσουν τον πλανήτη. Σήμερα είναι.

Ως το 2050 ο παγκόσμιος πληθυσμός προβλέπεται να αυξηθεί κατά 40%, αλλά το κατά κεφαλήν εισόδημά του κατά 4-5 φορές, συνθήκη αναγκαία για την αντιμετώπιση της φτώχειας και την αποφυγή πολέμων. Εν τούτοις αυτοί οι επιθυμητοί ρυθμοί ανάπτυξης οδηγούν στην εξάντληση των φυσικών πόρων, εκτινάσσοντας στα ύψη τις τιμές τους και άρα το κόστος ανάπτυξης. Η κατάσταση αυτή χαρακτηρίζει έντονα τον τομέα της ενέργειας, όπου η πραγματικότητα τείνει να κρυφτεί πίσω από μύθους.

Μύθος πρώτος: «Οι σημερινές υψηλές τιμές πετρελαίου προκαλούνται από κερδοσκόπους ή χρηματιστηριακούς παράγοντες». Η παγκόσμια ζήτηση ενέργειας το 2007 ήταν, για πέμπτη συνεχή χρονιά, αισθητά άνω του μέσου όρου, απόρροια της ανάπτυξης της Κίνας, της Ινδίας και των πετρελαιοπαραγωγών χωρών. Οι κανόνες της αγοράς, όμως, δεν κατάφεραν να αντιμετωπίσουν την αυξητική ζήτηση. Οταν στη δεκαετία του 1970 είχαμε αύξηση των τιμών του πετρελαίου τα κοιτάσματα της Βόρειας Θάλασσας και των ΗΠΑ αύξησαν την παραγωγή. Σήμερα κάτι τέτοιο φαίνεται εφικτό μόνο για την παραγωγή του Καναδά, της Αρκτικής και του Κόλπου του Μεξικού, ενώ στη Ρωσία η παραγωγή εμφανίζει κάμψη. Η εκτίναξη, άρα, των τιμών του πετρελαίου δεν φαίνεται να αποτελεί «χρηματιστηριακή φούσκα» αλλά να οφείλεται σε διαρθρωτικά αίτια.

Μύθος δεύτερος: «Διανύουμε την περίοδο πλήρους εξάντλησης των υδρογονανθράκων- Είμαστε στο τέλος της εποχής του πετρελαίου». Ναι και όχι. Τα βεβαιωμένα διαθέσιμα αποθέματα αργού πετρελαίου επαρκούν για κάλυψη της παγκόσμιας ζήτησης για 40 χρόνια και του φυσικού αερίου για 60 χρόνια. Παρ΄ όλα αυτά εμφανίζεται «εθνικισμός στη διαχείριση των φυσικών πόρων» σε πολλές αναπτυσσόμενες χώρες, δηλαδή παραγωγή με βάση τις ανάγκες εισροής κεφαλαίων της κάθε χώρας ξεχωριστά, γεγονός το οποίο, σε συνδυασμό με την μη κατοχή πραγμένων τεχνολογιών εξόρυξης από αυτές, περιορίζει αναγκαστικά τις δυνατότητες αύξησης της παγκόσμιας παραγωγής.

Μύθος τρίτος: «Η παγκόσμια οικονομία μπορεί σχετικά γρήγορα να στραφεί σε χαμηλή κατανάλωση υδρογονανθράκων». Σήμερα η αιολική ενέργεια, η ηλιακή ενέργεια και τα βιοκαύσιμα αντιπροσωπεύουν μόλις το 2% της παγκοσμίως παραγόμενης ενέργειας. Η μετάβαση από το πετρέλαιο σε ανανεώσιμες πηγές θα περάσει από μια περίοδο αυξημένης χρήσεως του κάρβουνου και πιθανής επέκτασης της χρήσης της πυρηνικής ενέργειας.
Ωσότου η τεχνολογία στον τομέα της ενέργειας να δώσει νέες διεξόδους, για τα επόμενα 30 χρόνια η συγκράτηση είναι ηθικά σωστό να έλθει όχι από τον περιορισμό της ανάπτυξης των μη ανεπτυγμένων οικονομιών αλλά από τον περιορισμό της ενεργειακής κατανάλωσης στις προηγμένες δυτικές οικονομίες.

Ο κ. Κ. Σ. Καστρινάκης είναι αντιπρόεδρος ΔΣ και διευθύνων σύμβουλος της Κantor Μanagement Consultants ΑΕ.

(Από την εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ, 31/07/2008)