ΓΕΓΟΝΟΣ είναι πως η τεχνολογική, αμυντική και γενικότερα οικονομική ανάπτυξη της Κίνας αποτελεί αυξανόμενο πονοκέφαλο για τη Δύση. Για παράδειγμα, σχετικό με τα ναυτιλιακά ενδιαφέροντα της εφημερίδας αυτής, η Κίνα ξεπέρασε πρόσφατα την Ελλάδα ως η μεγαλύτερη ναυτιλιακή χώρα στον κόσμο (σε όρους μεταφορικής ικανότητας): μια πρωτιά που διατηρούσαμε με μεγάλη περηφάνια για δεκαετίες.
ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ ΤΗΣ να αναχαιτίσει την αυξανόμενη επιρροή της Κίνας, η Δύση, υπό την πίεση της Αμερικής, καλοπιάνει την Ινδία προσπαθώντας να την πείσει να ενταχθεί στο δυτικό στρατόπεδο, ως αντίβαρο της Κίνας. Τέτοιες πρωτοβουλίες περιλαμβάνουν τη μεταφορά τεχνογνωσίας, σημαντικές επενδύσεις στην Ινδία, μεταφορά παραγωγικών δραστηριοτήτων από την Κίνα στην Ινδία, άνοιγμα αγορών στα ινδικά προϊόντα κ.λπ. Χώρες της δυτικής συμμαχίας «πείθονται» και αυτές να κάνουν το ίδιο, έστω κι αν πρόκειται για βερμπαλιστικές τοποθετήσεις και δηλώσεις, ανταλλαγή εμπορικών αντιπροσωπειών και σχετική αρθρογραφία. Παράδειγμα η επίσκεψη του Ινδού πρωθυπουργού Ναρέντρα Μόντι στην Αθήνα, στην επιστροφή του από τη συνάντηση των BRICS στη Νότια Αφρική. Στις επαφές, και σε σχετική αρθρογραφία, έγινε λόγος και για τον ρόλο του λιμανιού του Πειραιά ως της ευρωπαϊκής πύλης της Ινδίας. Βέβαια το λιμάνι, λειτουργικά αν μη τι άλλο, «ανήκει» στην Κίνα, και τα πλοία της Cosco Shipping -μαζί με αυτά της στρατηγικής της συμμαχίας [Ocean Alliance: CMA CGM (+APL), Evergreen, OOCL, Cosco Shipping]- έχουν μετατρέψει το κάποτε διεθνώς ασήμαντο λιμάνι του Πειραιά στον πλέον σημαντικό λιμένα της Μεσογείου, έναν από τους σημαντικότερους στην Ευρώπη και σε μια από τις κορυφαίες θέσεις στις διεθνείς κατατάξεις λιμένων. Οι ναυτιλιακές επιδόσεις της Ινδίας, από την άλλη, παραμένουν υπό εξακρίβωση. Αναρωτιέται λοιπόν κανείς ποια είναι η έννοια της «πύλης», αν δεν είναι απλώς και μόνο ένας βερμπαλισμός εντυπωσιασμού ασχέτων προς το θέμα. Η Ινδία, από την πλευρά της, μοναδική μαθήτρια των βρετανικών «δεξιοτήτων» αποικιακής διακυβέρνησης, γνωρίζει καλά πώς παίζεται το παιχνίδι των ίσων αποστάσεων – και το παίζει με επιτυχία. Αυτό έγινε προφανές στη θέση της στον πόλεμο της Ουκρανίας: «Η λύση», δήλωσε ο Ναρέντρα Μόντι απευθυνόμενος στον ελληνικό λαό, «βρίσκεται στη διπλωματία και τις διαπραγματεύσεις». Σε απλά ελληνικά, αυτό μεταφράζεται «η Ινδία δε θα ενταχθεί ποτέ σε οικονομικές και αμυντικές συμμαχίες, υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Πολιτειών, κατά της Κίνας». Σχετικά με τις αμυντικές συμμαχίες, η Ινδία έχει καταδείξει τη θέση της άπειρες φορές (Κασμίρ, Πακιστάν, Κίνα κ.λπ.): οι οποιεσδήποτε συνοριακές διαφορές με τους γείτονες επιλύονται μόνο διμερώς και έξωθεν πρόθυμοι διαμεσολαβητές δεν είναι ευπρόσδεκτοι.
ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΑΝ, λοιπόν, οι δυτικές στρατηγικές πειθούς να πετύχουν; Ή θα απογοητευτεί η Δύση ξανά, όπως συνέβη με την Αφρική, όπου η δυτική αργοπορία, αν όχι ολιγωρία, οδήγησε σε οικονομικούς δεσμούς Αφρικής – Κίνας που δύσκολα αντιστρέφονται; Μια παρορμητική απάντηση θα ήταν «ναι», ιδιαίτερα εάν κανείς παρατηρήσει τις εξέχουσες θέσεις που κατέχουν Ινδοί ανά τον κόσμο. Μεταξύ πολλών άλλων, φυσικά, ενδεικτικά παραδείγματα περιλαμβάνουν τους Kamala Harris (αντιπρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών), Rishi Sunak (πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου), Priti Patel (υπουργός Εσωτερικών του Ηνωμένου Βασιλείου μέχρι πέρσι), Sundar Pichai (διευθύνων σύμβουλος της Alphabet, μητρικής εταιρείας της Google), Satya Nadella (διευθύνων σύμβουλος της Microsoft) και Arvind Krishna (πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της IBM).
ΠΡΙΝ ΑΠΑΝΤΗΣΟΥΜΕ στο ερώτημα, ωστόσο, ας σημειώσουμε πως Ινδία και Κίνα υπήρξαν μεγαλειώδεις αρχαίοι πολιτισμοί με μοναδικές παραδόσεις και συναρπαστική Ιστορία, την ίδια ώρα που η Ευρώπη βρισκόταν στο σκότος και οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν υπήρχαν καν. Τότε, οι δύο χώρες μοιράζονταν μεταξύ τους το 50% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Στη συνέχεια βέβαια έχασαν την πρωτοκαθεδρία τους, κύρια λόγω της βιομηχανικής επανάστασης στην Ευρώπη και της «αμυντικής διπλωματίας» (gunboat diplomacy) που ακολούθησε την ανακάλυψη του δυναμίτη από τον Alfred Nobel. Καθίσταται προφανές λοιπόν πως οι δύο χώρες δε θα ενέδιδαν ποτέ, σήμερα τουλάχιστον, σε δράσεις και πιέσεις που θα ήταν αντίθετες προς τα μακροχρόνια συμφέροντα των λαών τους, τουλάχιστον όπως οι ίδιες τα αντιλαμβάνονται. Εν τούτοις, παρά τα εντυπωσιακά τους επιτεύγματα, οι δύο χώρες διαφέρουν σημαντικά στις κοινωνικές τους αξίες, εργασιακές σχέσεις και συστήματα διακυβέρνησης: Οι Ινδοί είναι εξίσου φιλόδοξοι, αλλά λιγότερο εξειδικευμένοι, πειθαρχημένοι και παραγωγικοί.
ΕΝΑΣ ΤΟΜΕΑΣ στον οποίο η Ινδία υπολείπεται έτη φωτός της Κίνας είναι οι υποδομές. Αυτό καθιστά τις βιομηχανικές εξαγωγές της (για την ώρα μικρής προστιθέμενης αξίας) λιγότερο ανταγωνιστικές, ιδιαίτερα σε σχέση με την αχανή έκταση της χώρας, την έλλειψη οικονομιών κλίμακας στην παραγωγή και τις προκλήσεις στη διαχείριση της εφοδιαστικής αλυσίδας (logistics).
ΚΑΙ ΕΡΧΟΜΑΙ, καταλήγοντας, στο δύσκολο ζήτημα της «πολιτικής οικονομίας» και των συστημάτων διακυβέρνησης, δηλαδή στη μονοκομματική εξουσία της Κίνας έναντι της χαώδους δημοκρατίας της Ινδίας. Δεν θα προχωρήσω περισσότερο στον δρόμο αυτό, σημειώνοντας μόνο πως ο κρατικός καπιταλισμός της Κίνας τής έχει επιτρέψει να προχωρήσει πολύ πιο μπροστά από την Ινδία τις τελευταίες δύο δεκαετίες. Ας θυμηθούμε επίσης ότι ο Deng Xiaoping ανέβασε 800 εκατομμύρια Κινέζους από το όριο της φτώχειας, ενώ η Ινδία αγωνίζεται ακόμα με την παροχή ηλεκτρισμού και ψύξης σε πολλά μέρη της χώρας.
Η ΙΝΔΙΑ θα προχωρήσει, αλλά με άγνωστο ακόμα βηματισμό. Οι δύο γίγαντες θα ανταγωνίζονται όλο και πιο πολύ στο μέλλον. Είμαι όμως πεπεισμένος ότι η Ινδία θα αργήσει πολύ (αν ποτέ τα καταφέρει) να αποτελέσει σοβαρή απειλή για την Κίνα. Έτσι, οι δυτικές προσπάθειες καλοπιάσματος της Ινδίας, αν και κατανοητές, θα πέσουν στο κενό, ως κυνήγι ανεμόμυλων. Και βέβαια, μια πιθανή αποδολαριοποίηση της παγκόσμιας οικονομίας και η δυναμική των νέων μελών των BRICS (Αργεντινή, Ιράν, Σαουδική Αραβία) θα παίξουν και αυτά τον ρόλο τους. Αλλά αυτό ας το αφήσουμε για ένα άλλο άρθρο.
* Καθηγητής Οικονομικών, Erasmus University Rotterdam
(από την εφημερίδα "ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ")