Την Τετάρτη 20 Σεπτεμβρίου ο Αγγλος πρωθυπουργός Rishi Sunak σε έκτακτη συνέντευξη τύπου ανακοίνωσε ότι η κυβέρνησή του εγκαταλείπει τους στόχους που είχε η ίδια θέσει προκειμένου να επιτύχει την νομοθετημένη μείωση των ρύπων CO2 μέχρι το 2050. Τα βασικά σημεία των αποφάσεών του είναι τα παρακάτω:

- Αναβολή για 5 έτη της απαγόρευσης πώλησης νέων βενζινοκίνητων και πετρελαιοκίνητων αυτοκινήτων που είχε ορισθεί για το 2030

- Αναβολή της απαγόρευσης εγκατάστασης νέων καυστήρων φυσικού αερίου (που θερμαίνουν την πλειοψηφία των βρεταννικών κατοικιών) και αύξηση των κτιρίων που θα εξαιρεθούν από την υποχρέωση εγκατάστασης αντλιών θερμότητας (όταν τελικά ισχύσει)

- Αύξηση του επιδόματος αναβάθμισης καυστήρων κατά 50% (σε £7.500) ώστε να διευκολυνθούν νοικοκυριά να αντικαταστήσουν παλιούς καυστήρες με καινούριους

- Κατάργηση της υποχρέωσης ιδιοκτητών να έχουν πιστοποιήσει όλα τα κτίριά τους με Πιστοποιητικό Ενεργειακής Απόδοσης βαθμού C ή ανώτερου έως το 2025

- Αναβολή στους στόχους ανακύκλωσης που επρόκειτο να τεθούν στα νοικοκυριά

O Sunak δικαιολόγησε την απόφασή του λέγοντας ότι η κυβέρνηση «δεν μπορεί να επιβάλει στα βρεταννικά νοικοκυριά μη αποδεκτά κόστη, που προκύπτουν από την πολιτική μείωσης των εκπομπών ρύπων». Αποκάλεσε την νέα προσέγγιση πραγματιστική, αναλογική (proportionate) και ρεαλιστική.

Η απόφαση αυτή έχει διχάσει το Συντηρητικό κόμμα, έχει διχάσει επίσης την επιχειρηματική κοινότητα της Αγγλίας. Πολλές επιχειρήσεις έχουν τα τελευταία χρόνια προβεί σε επενδύσεις θεωρώντας δεδομένη την επιμονή του κράτους στους αρχικούς, φιλόδοξους στόχους. Η κορεατική αυτοκινητοβιομηχανία Kia, που σκόπευε να λανσάρει εννιά νέους τύπους ηλεκτρικών αυτοκινήτων στο άμεσο μέλλον, δήλωσε ότι η απόφαση του Sunak είναι απογοητευτική καθώς «ανατρέπει πολύπλοκες προμηθευτικές αλυσίδες και σχεδιασμό νέων προϊόντων, ενώ συμβάλει στη σύγχυση καταναλωτών και βιομηχανίας»

Ο Γεν. Διευθυντής της εταιρείας ενέργειας E.On. Chris Norbury δήλωσε ότι αποτελεί μεγάλο ολίσθημα καθότι «καταδικάζει ανθρώπους να ζουν σε σπίτια με κρύο και υγρασία που τους είναι αδύνατον να θερμάνουν, πόλεις σε μολυσμένο αέρα, και στην μη επίτευξη της οικονομικής αναγέννησης που θα έφερνε η φιλοδοξία [της μηδενικής εκπομπής ρύπων] ».

Αλλες επιχειρήσεις, όπως η Jaguar Land Rover και η Toyota, επικρότησαν την αλλαγή πολιτικής. Γενικά, επιχειρήσεις που έχουν ακόμα παραγωγικά assets παλιάς μεν τεχνολογίας αλλά με πολλά χρόνια ωφέλιμης ζωής επαίνεσαν την στροφή.

Απ’ότι φαίνεται, πράγματι η στροφή του Sunak θα καταστήσει τις υποχρεωτικές κατά νόμο μειώσεις εκπομπών ρύπων κατά την 5ετία 2033-2038 ανέφικτες. Αλλά βέβαια τίποτα δεν εμποδίζει την κυβέρνηση να καταργήσει το νόμο (μάλιστα έχει και πολύ χρόνο να το κάνει). Αποδεικνύεται για μια ακόμα φορά ότι η νομοθέτηση φιλόδοξων στόχων είναι απλή κίνηση εντυπωσιασμού.

Μέσα στο συντηρητικό κόμμα υπήρξαν αντιδράσεις. Αυτοί που είχαν ταυτίσει την πολιτική τους ύπαρξη με την πράσινη «ατζέντα», όπως ο Zac Goldsmith που είχε χρηματίσει υπουργός Περιβάλλοντος, εξανέστησαν. Αυτοί όμως έχουν μηδενική λαϊκή απήχηση και αμέσως έγιναν αντικείμενα λοιδωρίας από άλλους συντηρητικούς όπως η υπουργός Οικονομίας Kemi Badenoch. Η Badenoch είπε ότι «ο Goldsmith είναι πολύ πλούσιος για να καταλάβει την ανάγκη περικοπής των κλιματικών υποσχέσεων».

Το Εργατικό κόμμα, που προηγείται στις δημοσκοπήσεις και αμιλλάτο με τους Συντηρητικούς ως προς το ποιός είναι ο πιο πράσινος, έσπευδε να διαρρήξει τα ιμάτιά του και να πει ότι, εφόσον εκλεγεί (στις εκλογές που πρέπει να γίνουν το αργότερο το 2025) θα επαναφέρει τη χώρα στις αρχικές δεσμεύσεις της. Επεσε με τον τρόπο αυτό στην παγίδα των Συντηρητικών.

Θαυμάζει κανείς την έμφυτη πολιτική σοφία των Συντηρητικών: επί χρόνια καλλιέργησαν την εντύπωση πώς ενδιαφέρονται για το περιβάλλον και μάλιστα έθεταν υπερφίαλους στόχους, που ήταν φανερό ότι δεν είναι επιτεύξιμοι. Εσυραν το Εργατικό κόμμα να δεσμευτεί στους ίδιους αυτούς στόχους. Ταυτόχρονα, ο συντηρητικός τύπος καλλιεργούσε σιγά σιγά το έδαφος για την υπαναχώρηση: η απαγόρευση πώλησης μη ηλεκτροκίνητων αυτοκινήτων παρουσιαζόταν ως εξαιρετικά επώδυνη για τον μικρομεσαίο Αγγλο (που είναι άλλωστε: στην Αγγλία τα ηλεκτροκίνητα είναι αντικείμενα ματαιοδοξίας των ιδιοκτητών τους, που συνήθως έχουν και ένα Land Rover μέσα στο γκαράζ). Οι αντλίες θερμότητας είναι πάρα πολύ ακριβές ακόμη σε σχέση με τους καυστήρες φυσικού αερίου. Στη συνείδηση του κόσμου οι «πράσινοι» στόχοι ταυτίστηκαν με την κοινωνική αναλγησία και όχι με την φροντίδα για το περιβάλλον. Ετσι, η στροφή του Sunak πετυχαίνει με ένα σμπάρο δυο τριγόνια: πρώτον, δίνει στους συντηρητικούς μεγάλη ώθηση στις δημοσκοπήσεις (μένει ν’ αποδειχθεί αυτό αλλά εκτιμώ ότι θα γίνει) και δεύτερον, αφήνει τους Εργατικούς μόνους να υπερασπίζονται αντιδημοφιλείς και ανέφικτους στόχους.

Βέβαια, το Ηνωμένο Βασίλειο χάνει την αξιοπιστία του διεθνώς. Ηδη εγράφη στον διεθνή τύπο: η ομιλία του Rishi Sunak στερεί το Ηνωμένο Βασίλειο από την ηγετική θέση που είχε στον αγώνα κατά των συνεπειών της κλιματικής αλλαγής. Μετά το Brexit, η Βρεταννία αναζητούσε περιοχές που θα μπορούσε να ξεπεράσει την ΕΕ και είχε επιλέξει ως πιο πρόσφορη την «πράσινη» ατζέντα.  Οι αυτοκινητοβιομηχανίες πλέον δεν επενέδυαν στην παραδοσιακή τεχνολογία (ωθώντας χιλιάδες εργαζομένων στην ανεργία) αλλά στράφηκαν βεβιασμένα στην παραγωγή ηλεκτρικών αυτοκινήτων παρότι εμφανώς το όλο οικοσύστημα δεν είναι καθόλου έτοιμο: ούτε αρκετοί φορτιστές υπάρχουν, ούτε το ζήτημα της ανακύκλωσης των μπαταριών έχει απαντηθεί πειστικά. Αλλά τι αξία έχει η διεθνής αξιοπιστία μπροστά στην επιτυχία στις επερχόμενες εκλογές?

Επίσης προβλέπω ότι η στροφή του Sunak θα συμπαρασύρει και την ΕΕ. Ηδη η Γερμανία δυσανασχετεί έντονα για τις συνέπειες των πράσινων πολιτικών της ΕΕ στην βιομηχανία της. Η στροφή της Μεγ. Βρεταννίας είναι μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για την ΕΕ να «παγώσει» τις δικές της πολιτικές, επικαλούμενη τη ζημία που θα υποστεί η Ευρωπαϊκή οικονομία εάν επιμείνει στις πολιτικές αυτές, καθ’ ην στιγμήν όλος ο λοιπός κόσμος αποφασίζει να πατήσει φρένο.