Την ευκαιρία, η Ρωσία την περίμενε από καιρό. Σχεδίαζε σχολαστικά την αξιοποίησή της και δεν έκρυβε τις προθέσεις της. Τις προθέσεις αυτές, ο πρόεδρος της Γεωργίας τις γνώριζε. Όταν λοιπόν, πριν λίγες εβδομάδες, διαπίστωσε ότι στους κόλπους της επιτροπής η οποία είχε προκύψει από τις συμφωνίες του 1992, ο διάλογος με την Νότια Οσσετία ήταν μονομερής και υπέρ της ρωσικής πλευράς, θέλησε να διεθνοποιήσει το θέμα της αποσχισθείσης από την Γεωργία Οσσετίας.

Την ευκαιρία, η Ρωσία την περίμενε από καιρό. Σχεδίαζε σχολαστικά την αξιοποίησή της και δεν έκρυβε τις προθέσεις της. Τις προθέσεις αυτές, ο πρόεδρος της Γεωργίας τις γνώριζε. Όταν λοιπόν, πριν λίγες εβδομάδες, διαπίστωσε ότι στους κόλπους της επιτροπής η οποία είχε προκύψει από τις συμφωνίες του 1992, ο διάλογος με την Νότια Οσσετία ήταν μονομερής και υπέρ της ρωσικής πλευράς, θέλησε να διεθνοποιήσει το θέμα της αποσχισθείσης από την Γεωργία Οσσετίας.

Έκανε, όμως, λάθος στους υπολογισμούς του. Είναι δε πολύ πιθανόν να εξαπατήθηκε και από τις αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες, οι οποίες ενδέχεται να ήθελαν να διαπιστώσουν ποιες είναι οι ρωσικές προθέσεις και, κυρίως, σε τί κατάσταση βρίσκονται οι ένοπλες δυνάμεις της Ρωσίας από πλευράς ετοιμότητος.

Στις εχθροπραξίες στην Νότια Οσσετία, η ρωσική αντίδραση υπήρξε ακαριαία, βίαιη και θεαματική. Συνιστά ταυτοχρόνως και σημαντική επίδειξη δυνάμεως, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις σχέσεις της Ρωσίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Επίδειξη δυνάμεως η οποία διαμορφώνει , ιδίως μετά την ανακοίνωση για επικείμενη πλήρη ανεξαρτητοποίηση Αμπχαζίας και Οσσετίας από την Γεωργία, ένα νέο γεωπολιτικό τοπίο στον Καύκασο –περιοχή μεγάλης αστάθειας από την εποχή που κατέρρευσε η σοβιετική αυτοκρατορία.

Δημιουργούνται, ωστόσο, και πάμπολλα ερωτηματικά. Με πρώτο και σπουδαιότερο, αυτό των ικανοτήτων του προέδρου της Γεωργίας, κ. Μιχαήλ Σαακασβίλι. Υποτίμησε τόσο πολύ την ρωσική αντίδραση ή υπερτίμησε την φιλία των ΗΠΑ –και άρα προσπάθησε να τις εκβιάσει; Αγνόησε τόσο προκλητικά τις δηλώσεις του σημερινού Ρώσου πρωθυπουργού, κ. Βλαδίμηρου Πούτιν, μετά την μονομερή ανεξαρτητοποίηση του Κοσσυφοπεδίου από την Σερβία –δηλώσεις οι οποίες τόνιζαν σαφώς ότι δημιουργείται προηγούμενο για τις αποσχισθείσες περιοχές της Οσσετίας και της Αμπχαζίας στην Γεωργία.

Τί θα πράξει σήμερα ο κ. Μ. Σαακασβίλι, με δεδομένη πλέον την βούληση των Ρώσων να επιβάλουν διεθνώς την ανεξαρτητοποίηση των αποσχισθεισών το 1992 περιοχών της Γεωργίας; Περιοχών οι οποίες ήδη από το 1922 είχαν ενισχυθεί από τους Λένιν και Στάλιν, για να τσακιστεί η εθνική γεωργιανή συνείδηση. Από την άλλη πλευρά, οι επιπολαιότητες του Γεωργιανού προέδρου –ο οποίος σύντομα θα έχει σοβαρά εσωτερικά προβλήματα– δίδουν την ευκαιρία στο Κρεμλίνο να περιφερειοποιήσει, αν θέλει, την κρίση, πιέζοντας και την Ουκρανία, για να προκαλέσει τις αντιδράσεις της.

Είναι ξεκάθαρο ότι η Ρωσία των κ.κ. Πούτιν και Μεντβέντεφ, κάνοντας επίδειξη δυνάμεως, θέλει να δείξει προς πάσα κατεύθυνση ότι θα είναι πλέον το «μεγάλο αφεντικό» στις, ανεξάρτητες σήμερα, περιοχές της πρώην Σοβιετικής Ενώσεως. Για την ρωσική εξωτερική πολιτική και τους ανθρώπους του Κρεμλίνου, Καύκασος και Κεντρική Ασία αποτελούν χώρους υπερζωτικούς από πολλές πλευρές. Γι’ αυτό, η Ρωσία θα επιδιώξει στο μέλλον να ανατρέψει το γεωργιανό καθεστώς, το οποίο θεωρείται φιλοδυτικό και ελεγχόμενο από τις ΗΠΑ. Αυτός είναι και ο λόγος που το Κρεμλίνο τορπίλλισε προσφάτως τις συνομιλίες μεταξύ Γεωργίας και Οσσετίας και στην ουσία οδήγησε την Τιφλίδα στην εισβολή στην Νότια Οσσετία. Αυτή είναι μία σχετικώς άγνωστη διάσταση των εξελίξεων στον Καύκασο, η οποία όμως επιβεβαιώνει την άποψη αρκετών παρατηρητών ότι η Ρωσία επεδίωκε και προετοίμαζε την σύγκρουση με την Γεωργία.

Μία σύγκρουση η οποία έχει βαθειά ιστορικά αίτια, όχι γνωστά σε διάφορους αναλυτές και υπεύθυνους λήψεως γεωπολιτικών αποφάσεων. Πόσοι άραγε γνωρίζουν ότι η πόλις Γκόρι είναι αυτή στην οποίαν γεννήθηκε ο αιμοσταγής Σοβιετικός δικτάτορας Ιωσήφ Στάλιν; Μήπως το γεγονός αυτό εξηγεί και τους λόγους που το Γκόρι βομβαρδίστηκε τόσο άγρια από τους Ρώσους; Πόσοι άραγε γνωρίζουν ότι ο πατέρας του πρωθυπουργού κ. Βλ. Πούτιν υπέφερε τα πάνδεινα από τον Γεωργιανό δικτάτορα, όπως βεβαίως συνέβη και με 100 εκατομμύρια Ρώσους; Πόσοι Ρώσοι υπάρχουν και ενθυμούνται ότι η υπό τους Στάλιν και Μπέρια γεωργιανή κομμουνιστική εξουσία έκανε στην τότε Σοβιετική Ένωση τα πιο βάρβαρα πολιτικά εγκλήματα –με εξαίρεση αυτά των Ναζί– στην πολιτική ιστορία των 200 τελευταίων ετών;

Θα μπορούσαμε να κάνουμε και άλλες πολλές αναφορές στην ιστορία των σχέσεων αγάπης και μίσους μεταξύ Ρωσίας και Γεωργίας. Συμπερασματικά, είναι γεγονός ότι η τεράστια στρατιωτική σημασία την οποία έδωσε η Ρωσία στον πόλεμο με την Γεωργία ανήκει, έως έναν βαθμό, και στο βάρος της Ιστορίας που μοιράζονται οι δύο λαοί.

Ανήκει, όμως, και στην ανεύθυνη αμερικανική εξωτερική πολιτική τόσο στην περιοχή του Καυκάσου, όσο και στην Κεντρική Ευρώπη. Μία εξωτερική πολιτική την οποία καταδικάζουν απερίφραστα κορυφαίοι Αμερικανοί, τονίζοντας ότι, στις σημερινές γεωπολιτικές συνθήκες, η Αμερική δεν έχει κανέναν απολύτως λόγο να προκαλεί την Ρωσία. Έστω και αν η τελευταία επιδιώκει σήμερα κάτι τέτοιο.

Ευτυχώς για την Ευρωπαϊκή Ένωση, ο προεδρεύων σε αυτήν Γάλλος πρόεδρος Νικολά Σαρκοζύ κατάλαβε ταχύτατα και εγκαίρως το ουσιαστικό περιεχόμενο των γεγονότων στον Καύκασο. Ετσι προσέφερε στην γεωπολιτικώς παραπαίουσα ΕΕ μία πολύ μεγάλη διπλωματική επιτυχία.

(Από την εφημερίδα ΕΣΤΙΑ, 26/08/2008)