Αντίθετα στο ρεύμα κινήθηκε η ελληνική οικονομία και όσον αφορά τα φορολογικά έσοδα του κράτους προκειμένου να πετύχει πολλαπλούς στόχους. Πρόσφατη έρευνα του ΟΟΣΑ υποστηρίζει ότι εξαιτίας κυρίως της ενεργειακής κρίσης σε 21 από τις 36 χώρες-μέλη του διεθνούς οργανισμού μειώθηκαν τα φορολογικά έσοδα ως ποσοστό του ΑΕΠ

Η μεγαλύτερη πτώση σημειώνεται στη Δανία όπου οι φόροι ήταν πολύ υψηλό ποσοστό (47,4% το 2021) με μείωση του φόρου εισοδήματος, αλλά μείωση στα φορολογικά έσοδα υπάρχει στην Ολλανδία, στην Πολωνία, στη Σουηδία, στην Ελβετία, στην Τουρκία.

Αντίθετα σε 14 χώρες μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα τα φορολογικά έσοδα αυξήθηκαν ως ποσοστό του ΑΕΠ. Η μεγαλύτερη αύξηση σημειώνεται στην Κορέα και ακολουθεί η Νορβηγία, η Χιλή και η Ελλάδα.

Το 2022 στη Γαλλία τα φορολογικά έσοδα είναι 46,1% του ΑΕΠ, στη Νορβηγία 44,3%, στην Αυστρία 43,1%, στην Ελλάδα 41%, ενώ τον προηγούμενο χρόνο ήταν 39,4% του ΑΕΠ. Τα έσοδα του κράτους αυξήθηκαν ενώ μειώθηκαν οι φορολογικοί συντελεστές. Σε χώρα με υψηλή φοροδιαφυγή, η άνοδος των φορολογικών εσόδων και μάλιστα με μειωμένους συντελεστές, είναι επιτυχία.

Σε πολλές χώρες το κόστος από την ενεργειακή κρίση έγινε προσπάθεια να αντισταθμιστεί με μείωση της φορολογίας όπως και στην Ελλάδα που υπήρξε μείωση φορολογικών συντελεστών, αλλά εδώ η έμφαση δόθηκε στην παροχή ενισχύσεων απευθείας σε όσους πλήττονται. Το χρήμα αυτό ενίσχυσε τη ζήτηση με αποτέλεσμα να παράγονται νέα φορολογικά έσοδα.

Σύμφωνα με την εισηγητική έκθεση του προϋπολογισμού του 2024, το πρωτογενές αποτέλεσμα της γενικής κυβέρνησης για το 2023 εκτιμάται σε πλεόνασμα 1,1% του ΑΕΠ, έναντι 0,1% του ΑΕΠ το 2022. Η αύξηση του πρωτογενούς πλεονάσματος το 2023 οφείλεται στα αυξημένα έσοδα από φόρους και ασφαλιστικές εισφορές, χάρη στην άνοδο της οικονομικής δραστηριότητας και του επιπέδου των τιμών, καθώς και στην αύξηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών και των φορολογικών ελέγχων που βελτίωσαν την εισπραξιμότητα.

Ο συνδυασμός μείωσης των συντελεστών με την ενίσχυση των ηλεκτρονικών συναλλαγών έφερε περισσότερα έσοδα στο κράτος.

Για μια οικονομία που έχει εκτεταμένη φοροδιαφυγή, η άνοδος των φορολογικών εσόδων δεν σημαίνει αναγκαστικά υπερφορολόγηση εφόσον επιτυγχάνεται με μείωση συντελεστών.

Αλλωστε ένα από τα διαχρονικά βαρίδια της οικονομίας είναι το δημόσιο χρέος, το οποίο εκτιμάται ότι θα μειωθεί κατά 12,3 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ έναντι του 2022, σε 160,3% του ΑΕΠ, εξαιτίας κυρίως της αύξησης του ΑΕΠ.

Μακροχρόνια η πορεία των φορολογικών εσόδων ταυτίζεται με την πορεία του ΑΕΠ σε κάθε χώρα. Γι’ αυτό και είναι σημαντικό η φορολογική πολιτική να ανταποκρίνεται σε συγκεκριμένους στόχους καθώς η φορολογία έχει επιπτώσεις και στην ανταγωνιστικότητα.

Σε όρους διαρθρωτικής ανταγωνιστικότητας, η κατάταξη της Ελλάδας παρουσιάζει στασιμότητα ή και υποχώρηση το 2023, μετά την καταγραφή μεγάλης προόδου την περίοδο 2020-2022.

Ως προς τον δείκτη φορολογικής ανταγωνιστικότητας του Tax Foundation (Οκτώβριος 2023), η Ελλάδα κατατάσσεται φέτος, όπως και πέρυσι, στην 25η θέση μεταξύ 38 κρατών. Συγκριτικά καλύτερη θέση συνεχίζει να καταλαμβάνει ως προς τους επιμέρους δείκτες φορολόγησης φυσικών και νομικών προσώπων (8η και 19η αντίστοιχα), ενώ υστερεί στη φορολόγηση των περιουσιακών στοιχείων (28η) και της κατανάλωσης (33η).

Αρνητικά στη φορολογική ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, σύμφωνα με τη σχετική έκθεση, επιδρά το γεγονός ότι οι επιχειρήσεις δεν έχουν τη δυνατότητα, παρά μόνο μέχρι ένα περιορισμένο ποσό, να συμψηφίσουν τις λειτουργικές τους ζημίες με μελλοντικά κέρδη, ούτε επιτρέπεται να συνυπολογίσουν ζημίες στο φορολογητέο εισόδημα προηγούμενων χρήσεων.

 

(από την εφημερίδα "Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ")