Έχουμε εισέλθει σε μια περίοδο Ψυχρού Πολέμου; Αν εννοούμε μια επανέκδοση της Διπολικής Αντιπαράθεσης 1947-90 η απάντηση είναι σαφώς αρνητική: Όχι μόνον γιατί δεν υπάρχει η μετωπική σύγκρουση δύο αντίπαλων ιδεολογιών και συστημάτων αλλά γιατί ο αναδυόμενος πολυπολικός-πολυκεντρικός χαρακτήρας των διεθνών ισορροπιών αποκλείει μια νέα παγκόσμια διπολική αντιπαράθεση.

Έχουμε εισέλθει σε μια περίοδο Ψυχρού Πολέμου; Αν εννοούμε μια επανέκδοση της Διπολικής Αντιπαράθεσης 1947-90 η απάντηση είναι σαφώς αρνητική: Όχι μόνον γιατί δεν υπάρχει η μετωπική σύγκρουση δύο αντίπαλων ιδεολογιών και συστημάτων αλλά γιατί ο αναδυόμενος πολυπολικός-πολυκεντρικός χαρακτήρας των διεθνών ισορροπιών αποκλείει μια νέα παγκόσμια διπολική αντιπαράθεση.

Παρά την παραπάνω διαπίστωση, η πολεμική σύγκρουση στη Γεωργία αποτελεί τον σημαντικότερο σταθμό της μετά το 1989-91 ιστορικής περιόδου καθώς αποκαλύπτει τις βραχυπρόθεσμες και μεσοπρόθεσμες στρατηγικές προτεραιότητες της Ουάσιγκτον και της Μόσχας με καταλυτικές επιπτώσεις στη Γηραιά Ηπειρο:

Για τη Μόσχα προέχει η διαφύλαξη μιας αποκλειστικής επιρροής-επικυριαρχίας στην πρώην ΕΣΣΔ που αποκαλείται Πρόσω Εξωτερικό στη ρωσική διπλωματική ορολογία από την επαύριον της διάλυσης της Σοβιετικής Ενωσης τον Δεκέμβριο του 1991. Χωρίς συνολική στρατηγική για κάποιο σχήμα πολιτικής, αμυντικής και οικονομικής συνεργασίας η Μόσχα απαιτεί από τις πρώην Σοβιετικές Δημοκρατίες ένα νέο καθεστώς φινλανδοποίησης. Χωρίς να θίγει δηλαδή την υπόστασή τους ως ανεξαρτήτων κρατών απαιτεί την ευθυγράμμισή τους με τις επιλογές της στην ασφάλεια και στην ενεργειακή πολιτική.

Εθνικιστικές εκκρεμότητες

Κύριος μοχλός πίεσης για τη Μόσχα είναι οι αμέτρητες εθνικιστικές-μειονοτικές εκκρεμότητες που προέκυψαν από τη διάλυση της ΕΣΣΔ: Είτε συμπαγείς ρωσικές μειονότητες όπως στην Ουκρανία, στο Καζαχστάν και τη Μολδαβία είτε εθνότητες όπως αυτές του Καυκάσου που δεν μπορούν να διεκδικήσουν διακριτή υπόσταση από τα νέα εθνικά κράτη χωρίς την παρέμβαση και την επιδιαιτησία της Ρωσίας.

Επιπλέον και εξίσου σημαντικό εργαλείο πίεσης η Ενέργεια, το Φυσικό Αέριο και το Πετρέλαιο: Για τις χώρες που εξάγουν ενέργεια, η Μόσχα προσφέρει την υπάρχουσα και διαρκώς βελτιούμενη δομή αγωγών έναντι των αβέβαιών και πολιτικά υψηλού κόστους διαδρομών που προωθεί η Ουάσιγκτον.

Για την Ουάσιγκτον δεν υπάρχουν αυταπάτες για τη δυνατότητα απόσπασης πρώην Σοβιετικών Δημοκρατιών από την επιρροή της Μόσχας. Απλά η σκλήρυνση του Κρεμλίνου - που ήρθε ως απάντηση στις διαδοχικές διευρύνσεις του ΝΑΤΟ, στην εγκατάσταση της Αντιπυραυλικής Ασπίδας σε Πολωνία-Τσεχία αλλά και τον πόλεμο παρενοχλήσεων-φθοράς στην Ενεργειακή Στρατηγική της Ρωσίας- διευκολύνει την παράταση και στερέωση της αμερικανικής ηγεμονίας στην Ευρώπη.

Μιας Ηγεμονίας-Επιδιαιτησίας που καλύπτει το κενό στρατηγικής για περαιτέρω ενίσχυση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης όπως δείχνουν οι εξελίξεις μετά την απόρριψη της Συνταγματικής Συνθήκης σε Γαλλία-Ολλανδία την Ανοιξη του 2005. Ηδη δίπλα στη Βρετανία, η Γαλλία του Σαρκοζί διαγκωνίζεται για κατοχύρωση προνομιακής συνεργασίας με τις ΗΠΑ, με την Ουάσιγκτον να ελπίζει ότι αργά ή γρήγορα και το Βερολίνο θα χαράξει παρόμοια πορεία. Νέα ψυχροπολεμική ένταση στη Γηραιά Ηπειρο ίσον ενίσχυση του ρόλου των ΗΠΑ στην Ευρωπαϊκή Ασφάλεια, ίσον συστοίχιση των Μεγάλων Δυνάμεων της Ε.Ε. με τις ΗΠΑ στη διαχείριση κρίσεων σε όλα τα σημεία του πλανήτη κάπως έτσι διαμορφώνεται η θεώρηση των εξελίξεων στην άλλη ακτή του Ατλαντικού.

Υψηλού κινδύνου

Ομως τόσο για τις ΗΠΑ όσο και για τη Ρωσία οι παραπάνω στρατηγικές επιλογές είναι υψηλού κινδύνου καθώς η σημερινή συγκυρία κάθε άλλο παρά προσφέρεται για τη διαμόρφωση μιας ελεγχόμενης διπολικής αντιπαράθεσης:

Σήμερα σε αντίθεση με την περίοδο 1947-1989 δεν υπάρχει ρωσική απειλή απέναντι στην υπόλοιπη Ευρώπη. Στην περίοδο του Ψυχρού Πολέμου και ανεξάρτητα από τις τότε προθέσεις της Μόσχας υπήρχε ο όγκος των στρατιωτικών δυνάμεων της ΕΣΣΔ στην καρδιά της Ευρώπης, μια πραγματικότητα που δεν θα μπορούσε να εξισορροπηθεί παρά μόνο με αντίστοιχη αμερικανική παρουσία. Ετσι είναι σαφές ότι η επιρροή-επικυριαρχία της Ουάσιγκτον στη Γηραιά Ηπειρο θα είναι κατά κύριο λόγο συνάρτηση της βούλησης και της δυνατότητας της Ε.Ε για ενίσχυση της ολοκλήρωσης και σε καμιά περίπτωση εγγύηση για μία ανύπαρκτη ρωσική απειλή.

Επιπλέον σε έναν αναδυόμενο πολυπολικό κόσμο δεν μπορεί να υπάρξει διαχείριση κρίσεων χωρίς τη συνεργασία της Μόσχας: Πρόκειται για μια πραγματικότητα που έχει αποδεχθεί η Ουάσιγκτον τόσο στη Βόρεια Κορέα, όσο στο Ιράν και στο Αφγανιστάν.

Σε ό,τι αφορά τη Μόσχα η επιθυμία διατήρησης προνομιακής επιρροής στην πρώην ΕΣΣΔ εμπεριέχει τον κίνδυνο της διατάραξης των σχέσεων με την Ε.Ε με την οποία υπάρχει σοβαρότατη σύγκλιση στρατηγικών συμφερόντων από την Ασφάλεια μέχρι την Ενέργεια. Αν δηλαδή ενέργειες που θα αποβλέπουν αύριο μεθαύριο στην επέκταση τη ρωσικής επικυριαρχίας στο σύνολο του Νότιου Καυκάσου και της Ουκρανίας διαταράξουν τις σχέσεις με την Ε.Ε και κυρίως με τη Γερμανία, είναι σαφές ότι το ισοζύγιο θα είναι αρνητικό για τη ρωσική εξωτερική πολιτική.

Στην υπό εξέλιξη σύγκρουση Ουάσιγκτον-Μόσχας για τις χώρες της πρώην ΕΣΣΔ οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν ένα σημαντικό πλεονέκτημα: Οι πρώην Σοβιετικές Δημοκρατίες είναι ανεξάρτητες χώρες-μέλη του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών και θεωρητικά έχουν πλήρη ελευθερία κινήσεων στις διεθνείς τους επιλογές. Επιπλέον απέναντι στην προοπτική ένταξης στο ΝΑΤΟ και την Ε.Ε πέραν της αρνητικής στάσης της Μόσχας δεν προσφέρεται από ρωσικής πλευράς καμιά συνολική εναλλακτική λύση.

Τα συμπεράσματα

Τα συμπεράσματα από τον σύντομο πόλεμο του Αυγούστου στη Γεωργία είναι ξεκάθαρα:

Ούτε οι ΗΠΑ ούτε η Δύση συνολικά μπορούν να αποτρέψουν την προβολή της ρωσικής ισχύος στην πρώην ΕΣΣΔ. Το μήνυμα δεν το έλαβε μόνο ο Σαακασβίλι στην Τιφλίδα αλλά και ο Γιούσενκο στο Κίεβο.

Η προβολή ισχύος και η εκμετάλλευση μειονοτικών εθνικιστικών εκκρεμοτήτων δεν αρκούν για τη μακρόχρονη διασφάλιση των συμφερόντων της Ρωσίας στην πρώην ΕΣΣΔ.

Μόνον η ανάδειξη της Μόσχας σε αποτελεσματικότερο εγγυητή της ασφάλειας και της ευημερίας των χωρών αυτών σε σχέση με την Ουάσιγκτον θα διασφαλίσει μακροπρόθεσμα τα συμφέροντα της Ρωσίας.

Τούτων λεχθέντων, είναι σαφές ότι η ανακάμπτουσα Ρωσία αντιμετωπίζει σήμερα την επαχθή κληρονομιά ενός προβλήματος που δημιούργησαν ο Γέλτσιν και το ετερόκλητο μέτωπο που τον στήριζε στα τέλη του 1991: Προχώρησαν στην απόφαση να διαλύσουν την ΕΣΣΔ για να διώξουν τον Γκορμπατσόφ από το Κρεμλίνο, μια απόφαση με ανυπολόγιστες παρενέργειες που υποθηκεύουν τόσο την πλήρη ένταξη της Ρωσίας στις αλληλεξαρτήσεις της παγκοσμιοποίησης αλλά και το σύνολο των εύθραυστών μεταψυχροπολεμικών ισορροπιών.

(Από την εφημερίδα ΗΜΕΡΗΣΙΑ, 30-31/08/2008)