όλων των αγροτικών εφοδίων, όπως είναι τα φυτοφάρμακα, τα λιπάσματα, τα πλαστικά θερμοκηπίων, οι σωλήνες άρδευσης κλπ. Εάν σε όλα τα ανωτέρω προσθέσουμε ότι αποτελεί και την κινητήρια δύναμη για τρακτέρ, θεριζοαλωνιστικές μηχανές, αντλίες, πηγές θέρμανσης, αγροτικά αυτοκίνητα, μπορούμε να πούμε ότι δίχως πετρέλαιο δεν παράγεται τίποτα.
Για αυτό το αίτημα των αγροτών για φθηνό πετρέλαιο αποτελεί κοινή απαίτηση των αγροτών σε όλη την Ευρώπη, αν και τα βασικά αιτήματα από χώρα σε χώρα αλλού συγκλίνουν και αλλού διαφοροποιούνται. Στις χώρες όπου η αγροτική παραγωγή βασίζεται σε υψηλού κόστους ενέργεια δικαίως οι αγρότες ζητούν μείωση του κόστους το οποίο σταδιακά έχει αυξηθεί αισθητά τα τελευταία χρόνια, κυρίως με την διατήρηση του ΦΠΑ σε απαράδεκτα υψηλά επίπεδα. Όπως πολύ εύστοχα παρατηρεί ο καθηγητής Αθαν. Τσαυτάρης, « ωστόσο κάθε κυβέρνηση θα πρέπει να ζυγίσει τα υπέρ και τα κατά, καθώς η φορολόγηση αποτελεί μια πηγή κρατικού εισοδήματος, αναγκαίου για την χάραξη κοινωνικής πολιτικής. Από την άλλη πλευρά η πολιτεία πρέπει να βοηθήσει τον αγρότη, σε όλα τα επίπεδα εξοικονόμησης ενέργειας και δαπανών σε όλα τα στάδια της παραγωγικής διαδικασίας.»
Με την τιμή της ενέργειας να επηρεάζει όλο και περισσότερο την αλυσίδα της αγροτικής παραγωγής η Ευρώπη θα πρέπει να προβληματιστεί σοβαρά για τα μέτρα στήριξης που θα πρέπει να ληφθούν σε μακροχρόνια βάση προκειμένου να ενισχυθεί ο αγροτικός τομέας στην ΕΕ. Και όσο η τιμή του αγροτικού ντίζελ, αλλά και του ηλεκτρισμού και του αερίου, παραμένει υψηλή τόσο ανεβαίνει το κόστος της παραγωγής και κατ´ επέκταση η τιμή των τελικών αγροτικών προϊόντων με αποτέλεσμα οι προμηθευτές να στρέφονται στις φθηνότερες εισαγωγές (λχ ντομάτες Τουρκίας, λεμόνια Αργεντινής κ.λπ.). Δικαίως λοιπόν ο αγροτικός κόσμος διαμαρτύρεται ζητώντας ελαφρύνσεις μέσω των μειώσεων στην τιμή της ενέργειας.
Μόνο που οι χαμηλές τιμές ενέργειας έρχονται σε πλήρη αντίθεση με την εκφρασμένη πολιτική των Βρυξελλών όπου η κρυφή ατζέντα της Κομισιόν προβλέπει σταδιακή αύξηση του ντίζελ και της ενέργειας γενικότερα ώστε να μειωθεί η Ευρωπαϊκή αγροτική παραγωγή και κατ´ επέκταση οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου. Μια τελείως παράλογη οικονομικά πολιτική που στοχεύει στην οργανωμένη αποδυνάμωση του αγροτικού τομέα, θυσία στον βωμό της αδιέξοδης πράσινης πολιτικής των Βρυξελλών. Ένας ακόμα λόγος γιατί η οικονομικά καταστροφική πράσινη συμφωνία (green deal) της Κομισιόν, που αγόγγυστα έχουν υιοθετήσει οι εθνικές κυβερνήσεις - με την Ελληνική να επιδεικνύει ιδιαίτερο ζήλο- θα πρέπει να ριφθεί στον κάλαθο των αχρήστων.