πάνω από 290.000 αρχεία απολιθωμάτων θαλάσσιων ασπόνδυλων (όπως αχινοί, σαλιγκάρια και οστρακοειδή) κατά τα τελευταία 485 εκατομμύρια χρόνια.
Όπως διαπίστωσαν, τα είδη που εκτέθηκαν σε μεγαλύτερη κλιματική αλλαγή είχαν περισσότερες πιθανότητες να εξαφανιστούν. Ειδικότερα, τα είδη που αντιμετώπισαν μεταβολές της θερμοκρασίας κατά 7 βαθμούς Κελσίου ή περισσότερο σε όλα τα γεωλογικά στάδια ήταν σημαντικά πιο ευάλωτα στην εξαφάνιση.
Επίσης, τα είδη που έζησαν σε ακραίες κλιματικές συνθήκες (πχ στις πολικές περιοχές) ήταν δυσανάλογα ευάλωτα στην εξαφάνιση, όπως επίσης και τα ζώα που μπορούσαν να ζήσουν μόνο σε ένα στενό εύρος θερμοκρασιών.
Ωστόσο, ο ισχυρότερος παράγοντας πρόβλεψης του κινδύνου εξαφάνισης ήταν το μέγεθος του γεωγραφικού εύρους. Τα είδη που ζούσαν σε μεγαλύτερο γεωγραφικό εύρος είχαν σημαντικά λιγότερες πιθανότητες να εξαφανιστούν. Επιπλέον, το μέγεθος του σώματος ήταν σημαντικό, με τα μικρότερα σε μέγεθος είδη να έχουν περισσότερες πιθανότητες να εξαφανιστούν.
Σύμφωνα με την ερευνητική ομάδα, οι μελλοντικές εργασίες θα πρέπει να διερευνήσουν τον τρόπο με τον οποίο η κλιματική αλλαγή αλληλεπιδρά με άλλους πιθανούς παράγοντες εξαφάνισης, όπως η οξίνιση των ωκεανών και η ανοξία (όπου το θαλασσινό νερό στερείται οξυγόνου).
Στη μελέτη συμμετείχαν επίσης ερευνητές από τη Σχολή Γεωγραφικών Επιστημών του Πανεπιστημίου του Μπρίστολ. Ο καθηγητής Dan Lunt, από το Πανεπιστήμιο του Μπρίστολ, δήλωσε: "Η μελέτη αυτή δείχνει ότι κατά τη διάρκεια της ιστορίας της Γης, ο κίνδυνος εξαφάνισης της θαλάσσιας ζωής συνδέεται άρρηκτα με την κλιματική αλλαγή. Αυτό θα πρέπει να λειτουργήσει ως αυστηρή προειδοποίηση για την ανθρωπότητα, καθώς συνεχίζουμε απερίσκεπτα να προκαλούμε εμείς οι ίδιοι την κλιματική αλλαγή μέσω της καύσης ορυκτών καυσίμων".