αυτά τα επίπεδα αυξάνονται σταθερά, όπως και η συγκέντρωση διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα. Με άλλα λόγια, η υπερθέρμανση του πλανήτη εξακολουθεί να επιταχύνεται!
Οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου στον ενεργειακό τομέα αυξήθηκαν κατά 1,1%, σε 37,4 δισεκατομμύρια τόνους το 2023, αναφέρει ο ΙΕΑ. Είναι χαρακτηριστικό ότι από το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου μειώθηκαν μόλις επτά φορές, και αυτό συνέβη σε περιόδους οικονομικής ύφεσης, δηλαδή, το 1949, το 1980, το 1981, το 1982, το 2009, το 2015 και το 2020.
Ειδικότερα, ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας απέδωσε το 40% του άλματος των εκπομπών ρύπων το περασμένο έτος, στο φαινόμενο της ξηρασίας που είχαν ευθεία επίπτωση στην παραγωγή από υδροηλεκτρικά έργα. Αντίθετα,προσθέτει, η επέκταση των πράσινων τεχνολογιών όπως η ηλιακή και η αιολική ενέργεια και τα ηλεκτρικά οχήματα απέτρεψε σε μεγαλύτερο βαθμό τις εκπομπές CO2 σε σχέση με το 2022, δεδομένου ότι η επιταχύνθηκε η συνολική αύξηση της ζήτησης ενέργειας.
(Παγκόσμιες εκπομπές CO2 από τον ενεργειακό τομέα και η ετήσια μεταβολή τους. Πηγή: ΙΕΑ)
Χωρίς αυτές τις τεχνολογίες καθαρής ενέργειας, η αύξηση των εκπομπών CO2 σε παγκόσμια κλίμακα, την τελευταία πενταετία, θα ήταν τριπλάσια, σύμφωνα με τα όσα αναφέρει η ετήσια έκθεση του ΙΕΑ. Είναι χαρακτηριστικό ότι από το 2019 έως το 2023, οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου που σχετίζονται με την παραγωγή ενέργειας αυξήθηκαν κατά περίπου 900 εκατομμύρια τόνους! Ωστόσο, στις ανεπτυγμένες οικονομίες μειώθηκαν σε νέο χαμηλό 50ετίας, ακριβώς χάρη στη σταδιακή κατάργηση της χρήσης του άνθρακα.
Αυτή η μείωση των εκπομπών CO2 στις προηγμένες οικονομίες οφείλεται στο συνδυασμό που δημιουργεί η ισχυρή ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, η στροφή από τον άνθρακα στο φυσικό αέριο, η βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης και η επιβράδυνση του ρυθμού βιομηχανικής παραγωγής. Ο ΙΕΑ υπογραμμίζει ότι το περασμένο έτος ήταν το πρώτο κατά το οποίο τουλάχιστον το ήμισυ της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στις προηγμένες οικονομίες προήλθε από πηγές χαμηλών εκπομπών ρύπων, όπως οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και η πυρηνική ενέργεια.
«Η μετάβαση στην καθαρή ενέργεια έχει υποβληθεί σε μια σειρά από τεστ αντοχής τα τελευταία πέντε χρόνια και έχει αποδείξει την ανθεκτικότητά της. Η πανδημία, η ενεργειακή κρίση και η γεωπολιτική αστάθεια, είχαν τη δυναμική να εκτροχιάσουν τις προσπάθειες για την οικοδόμηση καθαρότερων και ασφαλέστερων ενεργειακών συστημάτων. Αντ' αυτού, παρατηρήσαμε να συμβαίνει το αντίθετο σε πολλές οικονομίες», δήλωσε ο εκτελεστικός διευθυντής του ΙΕΑ, Φατίχ Μπιρόλ.
Ιδίως η ραγδαία διείσδυση της αιολικής και της ηλιακής ενέργειας στα συστήματα ηλεκτρικής ενέργειας, παγκοσμίως, από το 2019 ήταν αρκετή για να αποφευχθούν οι εκπομπές μιας ποσότητας ετήσιας κατανάλωσης άνθρακα, που ισοδυναμεί με εκείνη που εκπέμπουν οι τομείς ηλεκτρικής ενέργειας της Ινδίας και της Ινδονησίας από κοινού, ενώ συνέβαλε αποφασιστικά να μειωθεί η ετήσια ζήτηση φυσικού αερίου κατά μια ποσότητα που ισοδυναμεί με τις προπολεμικές εξαγωγές φυσικού αερίου της Ρωσίας προς την Ευρωπαϊκή Ένωση, αναφέρεται στην έκθεση!
Παρά ταύτα, η συγκέντρωση αερίων του θερμοκηπίου στην ατμόσφαιρα συνεχίζει να αυξάνεται σταθερά και να επιταχύνει την κλιματική αλλαγή. Η επιστήμη αναφέρει ότι χρειάζονται εκατοντάδες ή ακόμη και χιλιάδες χρόνια για να διασπαστεί το CO2. Το μεθάνιο παραμένει, από την πλευρά του, μόνο για λίγες δεκαετίες, αλλά το λεγόμενο δυναμικό υπερθέρμανσης του πλανήτη από το CO2 είναι μέχρι και 30 φορές υψηλότερο.
Το επίπεδο του διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα έφθασε σε επίπεδο ρεκόρ, ή 424 μέρη ανά εκατομμύριο, (ppm) τον Μάιο του 2023, ενώ ο μέσος όρος 12 μηνών ανήλθε στα 419 ppm τον Δεκέμβριο, ήτοι 2,4 φορές περισσότερο από ό,τι ένα χρόνο νωρίτερα.
Επίσης, πρέπει να σημειωθεί ότι από τα 280 ppm πριν ξεκινήσει η βιομηχανική επανάσταση, τον 18ο αιώνα, η συγκέντρωση του ατμοσφαιρικού CO2 έχει αυξηθεί σήμερα κατά περίπου 50%, ενώ η μέση θερμοκρασία του πλανήτη έχει αυξηθεί κατά 1,2 βαθμό Κελσίου.
Ακόμη, η μέση θερμοκρασία στον πλανήτη καταγράφει διαρκώς νέα ρεκόρ σε μηνιαία βάση από τον Μάιο του περασμένου έτους, ενώ το ίδιο ισχύει και για την μέση θερμοκρασία της θάλασσας, καθώς οι πάγοι στο νερό και στην ξηρά μειώνονται σταθερά.
Η υπηρεσία Copernicus Climate Change Service (C3S) της Ευρωπαϊκής Ένωσης ανέφερε ότι ο Ιανουάριος του τρέχοντος έτους, σηματοδότησε το τέλος της πρώτης δωδεκάμηνης περιόδου, έως τώρα, κατά την οποία η μέση παγκόσμια θερμοκρασία κινήθηκε υψηλότερα από το 1,5 βαθμό Κελσίου πάνω από την προβιομηχανική περίοδο αναφοράς. Σημειώνουμε ότι αυτό το όριο καθορίστηκε στη συμφωνία του Παρισιού για το Κλίμα, το 2015. Υπό το φως των στοιχείων που έρχονται στην δημοσιότητα, ο στόχος που είχε τεθεί για το έτος 2100 μοιάζει υπερβολικά φιλόδοξος, καθώς οι προσπάθειες που καταβάλλονται για τον μετριασμό των καθαρών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου θεωρούνται ευρέως ότι είναι ανεπαρκείς.
Στην πραγματικότητα, όχι μόνο θα πρέπει να μειωθούν ταχύτατα οι καθαρές εκπομπές CO2 για να αποφευχθούν τα σενάρια καταστροφής που διακινούν οργανισμοί και επιστήμονες, αλλά, τουναντίον θα πρέπει να προσλάβουν αρνητικό πρόσημο το συντομότερο δυνατό.
Προς αυτή την κατεύθυνση θα ήταν χρήσιμη η επιτάχυνση της επανένταξης της πυρηνικής ενέργειας στο παγκόσμιο σύστημα. Είναι ενδεικτικό της κατάστασης συναγερμού στην οποία βρίσκονται οι μεγάλοι διεθνείς Οργανισμοί το γεγονός ότι ο επικεφαλής του Διεθνούς Οργανισμού Ατομικής Ενέργειας (ΙΑΕΑ), Ραφαέλ Γκρόσι, κάλεσε τα αναπτυξιακά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα του πλανήτη και τις κυβερνήσεις που είναι μέτοχοί τους, να σπεύσουν να χρηματοδοτήσουν νέα έργα πυρηνικής ενέργειας, επειδή, όπως προειδοποίησε, εάν δεν το πράξουν θα διακινδυνεύσουν την επιτυχία των στόχων της ενεργειακής μετάβασης.
Για τον ίδιο, η έλλειψη χρηματοδότησης έργων πυρηνικής ενέργειας από πολυμερείς δανειστές, όπως η Παγκόσμια Τράπεζα και η Ασιατική Αναπτυξιακή Τράπεζα δεν συνάδει με τις στρατηγικές της πλειονότητας των μετόχων τους, ιδίως μετά την αναθεώρηση των προτεραιοτήτων που επέβαλε ο πόλεμος στην Ουκρανία και η επιτάχυνση των φαινομένων της κλιματικής κρίσης.
Όσον αφορά στην Ευρώπη, έκθεση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος που δημοσιεύθηκε προ ημερών αναφέρει ότι η ήπειρός μας είναι εκείνη που θερμαίνεται ταχύτερα στον κόσμο, με ό,τι κι αυτό συνεπάγεται για «την ενεργειακή και επισιτιστική της ασφάλεια, τα οικοσυστήματα, τις υποδομές, τους υδάτινους πόρους, τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και την ανθρώπινη υγεία».